Η τεχνική της φανερής δοκιμασίας ελαχιστοποιεί τα λάθη της τυφλής, αφού παραδείγματος χάριν επιτρέπει την αναγνώριση των ελαττωμάτων μιας συγκεκριμένης φιάλης, πιστοποιώντας ότι η φανερή δοκιμασία φέρνει σε πρώτη θέση το κρασί και όχι τον κριτικό. (Φωτογραφία: «The wine tasting», του Reinhard Sebastian Zimmermann)

Η τυφλή γευσιγνωσία απαλλάσσει το κρασί από κάθε άλλη πληροφορία εκτός από το χρώμα, το άρωμα και τη γεύση του, δημιουργώντας ομοιόμορφες συνθήκες δοκιμασίας και επιτρέποντας στους διαγωνισμούς τη σύγκριση όλων των κρασιών μεταξύ τους ανεξαρτήτως χρώματος, ποικιλίας, περιοχής και στυλ.

Στη διαδικασία αυτή υπάρχει πλήρης κυριαρχία της αισθητικής του κριτικού, ελαχιστοποιώντας το πλαίσιο στο οποίο τοποθετείται το κρασί. Αυτή είναι η πραγματική αιτία που τα πραγματικά μεγάλα κρασιά δεν συμμετέχουν στις ομαδικές γευσιγνωσίες, αφού γνωρίζουν ότι δεν θα διακριθούν μέσα στο πλαίσιο της διαδικασίας συρρίκνωσης στην οποία πρόκειται να υποβληθούν.

Όμως το κρασί, εκτός από άρωμα, γεύση και χρώμα, έχει και άλλα χαρακτηριστικά, όπως παραγωγό, τεχνολογία παραγωγής, ποικιλία, τόπο παραγωγής, χρονιά, ετικέτα, τιμή, προηγούμενη κριτική και αποδοχή, κάτι που μπορεί να λάβει υπ’ όψιν της μόνον η φανερή δοκιμασία, διευρύνοντας το πλαίσιό της.

Η τεχνική της φανερής δοκιμασίας επιπλέον ελαχιστοποιεί τα λάθη της τυφλής, αφού παραδείγματος χάριν επιτρέπει την αναγνώριση των ελαττωμάτων μιας συγκεκριμένης φιάλης, πιστοποιώντας ότι η φανερή δοκιμασία φέρνει σε πρώτη θέση το κρασί και όχι τον κριτικό.

Η φανερή δοκιμασία παράγει πιο αντικειμενικά αποτελέσματα και μας φέρνει πιο κοντά στην πλήρη εικόνα του κρασιού. Αντίθετα, η τυφλή είναι πιο υποκειμενική.

Η γευσιγνωσία είναι κριτική που μπορεί να γίνει τυφλά, κάτι που δεν μπορεί να γίνει για έργα λόγου ή θεάματα όπως ο κινηματογράφος και η ζωγραφική. Στην τυφλή δοκιμασία, ο δοκιμαστής ξοδεύει ένα μεγάλο μέρος της ενέργειάς του στην προσπάθεια να αναγνωρίσει το προϊόν και κυρίως την ποικιλία και την προέλευση.

Είναι προτιμότερο να γνωρίζει ο δοκιμαστής την προέλευση του κρασιού και να κρίνει εάν έχει τα τυπικά χαρακτηριστικά και σε ποιο βαθμό, αντί να σπαταλήσει τη ενέργειά του στον εντοπισμό της προέλευσής του, πολλές φόρες με αμφίβολα αποτελέσματα.

Η φανερή δοκιμασία είναι αυτή που παράγει πιο αντικειμενικά αποτελέσματα και μας φέρνει πιο κοντά στην πλήρη εικόνα του κρασιού. Αντίθετα, η τυφλή είναι πιο υποκειμενική, αφού φέρνει στο προσκήνιο την αισθητική του δοκιμαστή και περιορίζει τις ιδιότητες και τα χαρακτηριστικά του κρασιού.

Μέσα από αυτήν τη διαδικασία δεν αναπαράγονται οι οργανοληπτικές ιδιότητες, αλλά ένα μικρό φάσμα από τις ικανότητες των δοκιμαστών, κάτι που κανονικά θα πρέπει να αφήνει παγερά αδιάφορους τους καταναλωτές.

 

Διαβάστε ακόμα: Otto’s Athens Vermouth – Το αστικό, μεσογειακό απεριτίφ επιστρέφει

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top