Λευκό σμόκιν, μαύρο παπιγιόν και άλικο ζωνάρι: «Δεν ασχολούμαι όσο νομίζετε με την εμφάνισή μου. Μ’ αρέσουν οι γραβάτες, τα παραδοσιακά ρούχα. Νομίζω πως το στυλ μου έχει επηρεαστεί από τις εικόνες της παιδικής μου ηλικίας» (Photo by Anwar Hussein/Getty Images/Idealimage).

Ο Bryan Ferry περιφέρει το στυλ του δανδή στα παλκοσένικα από το 1972. Η βεριτάμπλ κομψότητά του συνοδεύεται πάντα από μια ευγενή καταστρατήγηση των κανόνων -διαφορετικά θα ήταν βαρετή. Όταν τον ρωτάς ποιες είναι οι αγαπημένες του γουρουνιές, δεν διστάζει να απαντήσει πως είναι ουκ ολίγες.

«Δεν ασχολούμαι όσο νομίζετε με την εμφάνισή μου. Μ’ αρέσουν οι γραβάτες, τα παραδοσιακά ρούχα. Νομίζω πως το στυλ μου έχει επηρεαστεί από τις εικόνες της παιδικής μου ηλικίας: τις ταινίες που είδα –ο Φρεντ Αστέρ ήταν απίστευτα κομψός, τους μουσικούς μου ήρωες, ένα σωρό καλλιτέχνες των μπλουζ και της τζαζ, οι οποίοι ανέκαθεν ντυνόντουσαν με πολύ cool τρόπο». Ιδίως ο Τσάρλι Πάρκερ κι ακόμα περισσότερο ο Ότις Ρέντινγκ, σε σημείο να δώσει το όνομά του στον πρώτο του γιο.

Ο αρχηγός των Roxy Music με τη βελούδινη φωνή γεννήθηκε στις 26 Σεπτεμβρίου του 1945 στην Ουάσινγκτον, μια πόλη ανθρακωρύχων στα βόρεια της Αγγλίας. Ο πατέρας του ήταν εκτροφέας ίππων poneys. Τα Σάββατα, ο έφηβος δούλευε σ’ έναν ράφτη. Εκεί μαθήτευσε στην ποιότητα ενός υφάσματος, στο κόψιμό του, τη διαχρονική φινέτσα ενός ανδρικού κοστουμιού «made in England». Κι αυτό, στη συνέχεια, αποτυπώθηκε.

Ενσάρκωση της βρετανικής κομψότητας από τα πρώτα του βήματα, συχνά ντυμένος μ’ ένα έξοχο βελούδινο μπλε κοστούμι, εκφράζει τη λύπη του στις συνεντεύξεις για την ενδυματολογική ασυναρτησία της εποχής μας. «Είναι κρίμα που δεν συναντάς πια άνδρες σήμερα που να φοράνε καπέλο στο δρόμο». Για να αποκαλύπτονται.

Μπράϊαν εν λευκώ: Χαλαρώνοντας στο σπίτι του στο Λονδίνο με τενιστική εξάρτυση, το καλοκαίρι του ’76. (Photo by Michael Putland/Getty Images).

Ο Μπράιαν Φέρι ήθελε να γίνει καλλιτέχνης, κάποιος «του οποίου το επάγγελμα είναι να δημιουργεί». Η ζωγραφική ήταν η πρώτη του επιλογή. Και ειδικά το πανεπιστήμιο του Νιούκαστλ, γιατί δίδασκε ο Ρίτσαρντ Χάμιλτον, ο ιδρυτής της pop art. Εκεί φορούσαν τζηνάκια, ελβιέλες και customized T-shirts. Αυτός περιφέρεται μέσα σε μια αμερικάνικη Studebaker, την οποία τις περισσότερες φορές σπρώχνει παρά οδηγεί. Αλλά, σ’ αυτήν την ηλικία, ποιος δίνει δεκάρα. Όπως πολλοί φοιτητές πριν από κείνον, και μετά από κείνον, στήνει το πρώτο του γκρουπάκι σόουλ μουσικής: The Gas Board.

Λένε πως όλες οι γυναίκες που φιγουράρισαν στα εξώφυλλα των δίσκων των Roxy Music πέρασαν πρώτα απ’ το κρεβάτι του.

Αφού πάρει το πτυχίο του το 1968, ο Φέρι αποβιβάζεται στο Λονδίνο και βάζει μπρος τους Roxy Music. Το πρώτο άλμπουμ σκάει μύτη το 1972. Την ίδια χρονιά που κυκλοφορεί το Ziggy Stardust ενός Ντέιβιντ Μπόουι, δύο χρόνια μεγαλύτερού του, ο οποίος επιβάλλει ένα αστραφτερό look glam rock. Για να διαφοροποιηθεί, εκείνος υιοθετεί μια άλλη πανοπλία: τη «γραβάτα-κοστούμι». Κάτι που γνώριζε καλά μέσα κι έξω. Με τη συνενοχή του φίλου του, του στυλίστα Antony Price. Και τους τεράστιους Brian Eno, Manzanera και McKay, για μια μεταμοντέρνα ποπ. Σε μια μουσική πανδαισία όπου συνωστίζονται ευτυχισμένα λαϊκή μουσική, rock’n’roll, jazz, soul και rhythm’n’blues.

Το «camp» στυλ του, κομμάτι ’50s, τρυφερά νοσταλγικό, κλέβει τις εντυπώσεις. Η φινέτσα του, η ελαφρά γρατζουνισμένη φωνή του, ο αισθησιασμός του, η μουσική του με τους παράξενους ήχους σαγηνεύουν. Λένε πως όλες οι γυναίκες που φιγουράρισαν στα εξώφυλλα των δίσκων των Roxy Music πέρασαν πρώτα απ’ το κρεβάτι του. Το 1985, όταν η Γκρέις Τζόουνς τραγουδάει το «Slave to the Rythm», ο Φέρι δηλώνει «Slave to Love». Ένας μάγος, ένας τροβαδούρος, που ποτέ δεν έπαψε να συνοδεύει τους μεγαλύτερούς μας έρωτες.

Το «camp» λουκ των αρχών της καριέρας του, σταδιακά έδωσε τη θέση του σε ένα σοφιστικέ στυλ ώριμου και μινιμαλ δανδή. (Photo by Mike Maloney/Mirrorpix/Getty Images/Idealimage).

Το 1974, στο «Another place, another time», ο Μπράιαν Φέρι εμφανίζεται με λευκό σμόκιν, μαύρο παπιγιόν και άλικο ζωνάρι, look που περνάει στη σφαίρα του μύθου. Ανάλογό του, θα ήταν ίσως εκείνο των Platters το 1955. Κι αν θέλουμε να έχουμε την πλήρη εικόνα, την ίδια χρονιά η Vivienne Westwood και ο Malcolm McLaren ανοίγουν την μπουτίκ τους «Sex», στο 430 της Kings Road. Εκείνη την εποχή, στους δρόμους του Λονδίνου, είσαι πανκ ή new romantic. Εκείνος επέλεξε να είναι ένας δανδής. Και να παραμείνει.

Του άρεσε πάντα να σκαρφαλώνει στα δέντρα και να μαζεύει αβγά πουλιών. Και να παίζει τένις. Γιατί είναι ένα άθλημα γεμάτο χάρη, πολύ όμορφο. Εξ ου και η αγάπη του για τον Φέντερερ. Μαζί, να κάνει ορειβασία και ποδήλατο.

Συμπεριφέρεται ως συγκρατημένος τζέντλεμαν, μια αποστασιοποίηση στο βλέμμα, νωχέλεια στις κινήσεις, λες κι έχει αποφασίσει ν’ αραδιάζει τις λέξεις του, όπως τις νότες του, σε μια παρτιτούρα που δεν επιτρέπει δεύτερες αναγνώσεις. Αφήνει τα λόγια του να παρασέρνονται από κάποιο κύμα, όπως η μουσική του. Ενίοτε γελάει. Πάντα ο Μπράιαν Φέρι ήταν μια σχεδία συγκίνησης. Συν τη φινέτσα μιας μειλίχιας αβρότητας.

 

Διαβάστε ακόμα: Πόσο ατομάρα είσαι, Σερ Μάικλ Κέην; 

 

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top