Έπειτα από επτά χρόνια ο Γιάννης Παλαβός επιστρέφει με νέα συλλογή διηγημάτων.

Το παιδί – Γιάννης Παλαβός (εκδ. Νεφέλη)

Χρειάστηκε να περάσουν επτά χρόνια εσωτερικής ζύμωσης, ατέλειωτων διαβασμάτων και μεταφραστικών προσπαθειών για να επανέλθει ο Γιάννης Παλαβός στην αγαπημένη του μικρή φόρμα. Από το βραβευμένο «Αστείο» (2012, εκδ. Νεφέλη) έως την καινούργια συλλογή του, φαίνεται ο δημιουργικός χρόνος να πύκνωσε τη γραφή του περισσότερο και να την πλούτισε σε εννοιολογικό βάρος ακόμη και στις πιο λεπτές αποχρώσεις των ιστοριών. Στο «Παιδί» έχουμε να κάνουμε με μικρά διηγήματα, ορισμένα είναι και της μιας πνοής, όπου ο λεκτικός καμβάς αγκαλιάζει το επαρχιακό τοπίο δημιουργώντας αρχετυπικά σύμβολα. Ο Παλαβός ερανίζεται εικόνες και μνήμες από τον γενέθλιο τόπο του (βλ. Βελβεντό Κοζάνης), όχι με σκοπό να δημιουργήσει μια σύγχρονη μορφή ηθογραφίας, αλλά για να δημιουργήσει έναν δικό του -ολότελα εσωτερικό- χάρτη. Πρωταγωνιστές των διηγημάτων είναι παιδιά, ζώα, τόποι και άγιοι. Η λιτότητα στο ύφος του Παλαβού είναι αξιοθαύμαστη και χάρη σ’ αυτήν οι ιστορίες αποκτούν υποβλητικότητα και ρυθμό.


Το «Εκεί που ζούμε» είναι το πρώτο μυθιστόρημα του Χρίστου Κυθρεώτη.

Εκεί που ζούμε – Χρίστος Κυθρεώτης (εκδ. Πατάκη)

Η ζωή ενός νέου δικηγόρου μέσα σε μια ημέρα. Τα πάντα στο μυθιστόρημα (το πρώτο του Κυθρεώτη) ξεκινούν όταν ένα πρωί ο ήρωας πίνει τον καφέ του στο μπαλκόνι του σπιτιού και ολοκληρώνονται τα ξημερώματα της επόμενης ημέρας οπότε και επιστρέφει στο σπίτι του. Στο ενδιάμεσο, όμως, υπάρχει ένας ρευστός μυθιστορηματικός χρόνος που μας πηγαίνει στο παρελθόν του. Μπορεί το «σχήμα» να μην φέρει κάποια πρωτοτυπία, ωστόσο η αρχιτεκτονική του Κυθρεώτη είναι κάτι παραπάνω από ακριβής. Μέσα από την μικροϊστορία του νεαρού δικηγόρου Αντώνη Σπετσιώτη (έρωτες, πάθη, δικηγορικά ευτράπελα), βλέπουμε την μεγάλη εικόνα μιας Ελλάδας που πέρασε από την ευζωία και την μακαριότητα στη δύσκολη συνθήκη της κρίσης και των παρεπόμενών της. Η αφήγηση κεντρίζει με το κινηματογραφικό της ρυθμό, ενώ διακρίνεται το εναλλασσόμενο ρεύμα του ύφους. Υπάρχουν σκηνές υψηλής πυκνότητας (ειδικά η περιγραφή των δικαστηρίων και των όσων συμβαίνουν εντός τους), αλλά κι άλλες που φανερώνουν την αφηγηματική δεινότητα του συγγραφέα.


Μεταξύ Νέας Υόρκης και Αθήνας κινείται το μυθιστόρημα του Χρήστου Αστερίου.

Η θεραπεία των αναμνήσεων– Χρήστος Αστερίου (εκδ. Πόλις)

Θα μπορούσε να έχει γραφτεί από αμερικανό συγγραφέα που έχει εντρυφήσει στον Φίλιπ Ροθ. Γράφτηκε από τον Χρήστο Αστερίου που έχει εντρυφήσει στον Φίλιπ Ροθ (κι όχι μόνο). Η μνήμη παίζει καθοριστικό ρόλο στο μυθιστόρημα. Πώς αναπτύσσεται μέσα μας αυτό το ανειρήνευτο «ζώο»; Πώς επηρεάζει τη ζωή μας; Ο Μάικ-Μιχάλης Μπουζιάνης συγγραφέας κωμικής λογοτεχνίας, πρώην stand up comedian, παιδί μεταναστών στις ΗΠΑ, Έλληνας κατά το ήμισυ, Ιρλανδός κατά το άλλο μισό, καταρρέει κατά τη διάρκεια μιας εκδήλωσης που είναι αφιερωμένη στα 25 χρόνια από τότε που εμφανίστηκε στα γράμματα των ΗΠΑ. Ο Μπουζιάνης μπρος στο φάσμα μιας τυπικής κρίσης που πιάνει τους άντρες στη μέση ηλικία και με το συγγραφικό μπλοκάρισμα να τον έχει γονατίσει, καταδύεται στο παρελθόν του και βγάζει κοιτάσματα που είναι οικεία σε όλους μας. Ένας κωμικός που πάλεψε με τη δυστυχία. Ένας κάποτε νέος που βλέπει μπροστά του τον πυκνό χρόνο των επερχόμενων γηρατειών. Ένα μυθιστόρημα που έχει free jazz ρυθμούς μεταξύ Νέας Υόρκης και Αθήνα (παρελθόντος και παρόντος).


Η Ιλιάδα στη σύγχρονη εποχή και στο φόντο οι ταραγμένες ημέρες που ζούμε. Αυτός είναι ο καμβάς του μυθιστορήματος του Κώστα Κατσουλάρη.

Στο στήθος μέσα χάλκινη καρδιά– Kώστας Κατσουλάρης (εκδ. Μεταίχμιο)

Από τα πιο συζητημένα μυθιστορήματα των τελευταίων μηνών. Υπάρχουν, άραγε, συνάφειες ανάμεσα στα μεγάλα έπη (εν προκειμένω την Ιλιάδα) και τη σημερινή άνυδρη εποχή; Γίνεται να μιλήσει ένας συγγραφέας για το τώρα δίχως να πέφτει το μυθιστόρημά του στον λάκκο της επικαιρικότητας; Ο Κατσουλάρης παίρνει αφορμή από την εξαφάνιση ενός μαθητή, του Νάσο Γκέτσου, ένα παιδί σπάνιου ταλέντου και της σχέσης που είχε αναπτύξει με τον καθηγητή του, για να μας μιλήσει για κάτι πολύ ευρύτερο. Θα έλεγε κανείς πως η Αθήνα είναι αυτή που ενώνει όλα τα επιμέρους στοιχεία. Στο βάθος μαίνεται η σύγκρουση νεοναζιστών και αντιεξουσιαστών, αλλά και η προσφυγική κρίση. Η «πόλις» είναι αυτή που φέρει έκτυπα όλα τα σημάδια της κατάπτωσης. Τα κλέη του παρελθόντος έχουν εξαφανιστεί προ καιρού. Ενδιαφέρουσα και ζωτικής σημασίας είναι η «παρουσία» της Ιλιάδας στο μυθιστόρημα μέσω του φιλόλογου Αργύρη Σταυριανού, τη στιγμή που αναζητεί τον εξαφανισμένο αλβανό μαθητή του. Ισως ένα από τα ελάχιστα μυθιστορήματα που μιλούν για την περιώνυμη κρίση δίχως να στέκονται με ρηχότητα σ’ αυτήν, αλλά να αναδεύουν τα υπόγεια κύματα της ελληνικής ιστορίας με τρόπο βαθύ και ενίοτε ποιητικό.


Το μεγάλο αίτημα της αλλαγής στην Ελλάδα μέσα από τη γραφή της Αγγέλας Καστρινάκη.

Κάτι ν’ αλλάξει! Μα πώς; – Αγγέλα Καστρινάκη (εκδ. Κίχλη)

Το αίτημα της αλλαγής, πάντοτε εύφορο στην Ελλάδα, αλλά μηδέποτε πραγματοποιημένο, περνάει μέσα από το τελευταίο μυθιστόρημα της Αγγέλας Καστρινάκη. Γινόμαστε μάρτυρες της ζωής της Ειρήνης μέσα στα χρόνια 1979-1984. Τότε που η ελληνική κοινωνία προσπάθησε να δημιουργήσει της βάσεις μιας άλλης πολιτικής και κοινωνικής πραγματικότητας. Η Ειρήνη σπουδάζει στη Θεσσαλονίκη, εντάσσεται στις γραμμές της οργάνωσης Ρήγας Φεραίος και ζει από μέσα τις εντάσεις του φοιτητικού κινήματος. Κάποτε ήταν ήταν σίγουρη πως κάτι μπορεί να αλλάξει στη χώρα. Πλέον, η αισιόδοξη πλευρά της έχει υποχωρήσει, δίχως όμως να φτάνει στα όρια της οριστικής παραίτησης. Μέσα από το μυθιστόρημα περνάει μια ολόκληρη τοιχογραφία προσώπων (από παλιούς φίλους, συμφοιτητές, συντρόφους έως καθηγητές πανεπιστημίου). Άνθρωποι που μεταλλάχθηκαν με τα χρόνια, συμβιβάστηκαν ή επέμειναν στον προσωπικό τους αγώνα. Κατά μια έννοια είναι η συνέχεια του μυθιστορήματος της Καστρινάκη «Και βέβαια αλλάζει!» (εκδ. Κίχλη), δίχως όμως να χάνει την αυτονομία του.

 

Διαβάστε ακόμα: Οι ποιητές μας για τους ποιητές.

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top