Μια από τις περίφημες εικόνες του Κώστα Μπαλάφα από τη γιορτινή Αθήνα της “εποχής της αθωότητας”, τη δεκαετία του ’60.

Χριστούγεννα με ήλιο σήμερα στην Αθήνα. Την Παρασκευή που είχε παγωνιά κι έβρεχε, περπατούσα στο κέντρο με ένα τρύπιο παπούτσι. Γρήγορα έμπασε νερά, βράχηκε η κάλτσα μου και άρχισε το πόδι να κάνει φλάτσα – φλούτσα. Επειδή βιαζόμουν και είχε παγωνιά, μου την έσπασε αυτή η μικρή αναποδιά και επιτάχυνα κακόκεφα το βήμα σιχτιρίζοντας.
Λίγο παρακάτω στην Πανεπιστημίου ενοχλήθηκα, επειδή δεν πρόλαβα ένα φανάρι και στάθηκα χωρίς ομπρέλα στη διάβαση κάτω από τη βροχή που δυνάμωνε. Επίσης ήταν άδειο από μπαταρία το κινητό μου και είχα αρχίσει να πεινάω. Τόσο φοβερά προβλήματα απασχολούσαν τη σκέψη μου.

Περιμένοντας να ανάψει το φανάρι, το βλέμμα μου σταμάτησε σε έναν ζητιάνο καθισμένο λίγα μέτρα μακριά. Σκέφτηκα ότι θα έχει ξεπαγιάσει στους δρόμους μια τέτοια μέρα με παλιόκαιρο, αλλά στο μεταξύ το φανάρι άλλαξε και πέρασα αμέσως απέναντι, χωρίς δεύτερη σκέψη και χωρίς να βγάλω τα χέρια από τις ζεστές μου τσέπες για να του δώσω ψιλά. Άλλωστε, δεν ήξερα αν έχω ψιλά, βιαζόμουν, κρύωνα και έπρεπε να φτάσω στο γραφείο. Έτσι δεν υπνοβατούμε οι περισσότεροι καθημερινά;

Καθώς όμως περπατούσα και φλάτσα-φλούτσερνε το πόδι μου, δεν μπορούσα να βγάλω από το μυαλό μου τον άνθρωπο με το απλωμένο χέρι. Υπάρχουν και επαγγελματίες ζητιάνοι σκέφτηκα, αλλά ποιος κάθεται στο κρύο, κατάχαμα, αν δεν έχει πραγματική, επείγουσα ανάγκη; Άλλωστε, πού να βρει δουλειά ο άνθρωπος αυτός αφού δεν έχει-
Και τότε πάγωσα. Ο άνθρωπος αυτός δεν είχε πόδια. Μέσα στη βιασύνη και στην ενόχληση που το ένα από τα δύο απολύτως λειτουργικά ποδαράκια μου ήταν μουσκεμένο, τον είχα προσπεράσει χωρίς καν να το συνειδητοποιήσω.

Δεν θα σας πω αν γύρισα πίσω να του δώσω κάτι που σίγουρα μου περισσεύει, ή αν συνέχισα εγωιστικά και βιαστικά το άβολο περπάτημα, για να ανέβω στο γραφείο και να βάλω τις βρεγμένες κάλτσες στο καλοριφέρ. Το μοναδικό δίδαγμα που έχω να προτείνω, αρχικά για να το θυμάμαι εγώ, και ύστερα για να το σκεφτεί όποιος θέλει, είναι η απλή υπενθύμιση πως όλα είναι σχετικά: Άλλος χρειάζεται καινούργιο παπούτσι, άλλος δεν έχει παπούτσι, και άλλος δεν έχει πόδι.

Γι αυτό πρέπει να είμαστε ευγνώμονες με όσα έχουμε, που είναι πιθανόν λιγότερα από όσα θέλουμε ή από όσα νομίζουμε ότι μας αξίζουν ή από όσα αληθινά έχουμε ανάγκη. Όμως, ταυτόχρονα, είναι πάρα πολλά σε σχέση με όσα στερούνται εκατομμύρια άλλοι, σε σύγκριση με τα όσα είχαν οι παπούδες μας και σε σχέση με τα ελάχιστα που μπορεί να μας μείνουν κι εμάς, από τη μια μέρα στην άλλη.

Άλλωστε, εάν δεν είσαι ευχαριστημένος με τα όσα έχεις εσύ, πώς θα προσφέρεις κάτι στον άλλο που έχει μεγαλύτερη ανάγκη;

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top