Demis04

Φόρεσε αστραφτερές κελεμπίες και χρυσοκέντητα καφτάνια, αρχαιοελληνικά σανδάλια και γούνινα παλτά, αναποδογυρίζοντας όλες τις συμβάσεις της αρρενωπότητας και του «καλού γούστου».

Σήμερα μπορεί να ακούγεται παράξενο, τον Μάη όμως του 1968, ανάμεσα στα οδοφράγματα των επαναστατημένων φοιτητών της Σορβόννης και τις ατέρμονες συζητήσεις των σταρ-φιλοσόφων, τα ραδιόφωνα στο Παρίσι είχαν αρχίσει να παίζουν μονότονα ένα flower pop τραγούδι με τίτλο «Rain and Tears». Η τεράστια επιτυχία του αποδόθηκε στην ανάμνηση των δακρυγόνων που είχαν πέσει τις βροχερές ημέρες των συγκρούσεων, στην πραγματικότητα όμως τους αγγλικούς του στίχους σιγοτραγούδησαν και οι Γάλλοι αστοί που συγκεντρώνονταν σε αντι-διαδηλώσεις στο πλευρό του στρατηγού Ντε Γκωλ. Το συγκρότημα πίσω απ’ το τραγούδι ήταν οι Aphrodite’s Child και η φωνή που αγάπησαν αστραπιαία οι Γάλλοι και, σύντομα, ολόκληρη η Ευρώπη, αυτή του Ντέμη Ρούσσου.

Γεννημένος στην Αλεξάνδρεια ‒σ’ έναν τόπο μαγικό, όπως λέει ο ίδιος‒ ο Ρούσσος μεγάλωσε με κολλημένο το αυτί του στο ραδιόφωνο, ακούγοντας γαλλικά, ιταλικά και ελληνικά τραγούδια, και στο δρόμο αραβικές μελωδίες και τον μουεζίνη που καλούσε σε προσευχή. Όταν, αργότερα, βρέθηκε στην Αθήνα, στην αυγή της εγχώριας ροκ-εν-ρολ σκηνής, έφερε στα γκρουπ που συμμετείχε όλο τον πλούτο αυτών των ερεθισμάτων, αλλά πολύ περισσότερο το πάθος να δημιουργήσει την εικόνα μιας μεσογειακής εκδοχής του χίπικου κινήματος. Μαζί με τον Βαγγέλη Παπαθανασίου και τον Λουκά Σιδερά κατάφερε να κάνει αυτή την εικόνα κυρίαρχη και στο τέλος του ταραγμένου 1968 οι Aphrodite’s Child ήταν το δημοφιλέστερο συγκρότημα στη Γαλλία, μετά τους Beatles.

Υπέρβαρος, τριχωτός και μελαμψός, ο Ντέμης Ρούσσος θα μπορούσε να είναι η ενσάρκωση μιας πραγματείας περί ετερότητας, πιο πειστικής από όλα τα κείμενα του Μισέλ Φουκώ. Σ’ εκείνον πιστώνεται, άλλωστε, όχι μόνο η διείσδυση του ψυχεδελικού ήχου στα σαλόνια της μεσοαστικής τάξης, αλλά και η επιδέξια διαχείριση του κιτς, που θα άνοιγε, λίγο αργότερα, το δρόμο για τον θρίαμβο του glam rock. Για πρώτη φορά οι ευρωπαίοι οικογενειάρχες συνέρρεαν στις συναυλίες ενός «αλλόκοτου» Φρανκ Σινάτρα. Φόρεσε αστραφτερές κελεμπίες και χρυσοκέντητα καφτάνια, αρχαιοελληνικά σανδάλια και γούνινα παλτά, αναποδογυρίζοντας όλες τις συμβάσεις της αρρενωπότητας και του «καλού γούστου».

Στην κορύφωση της καριέρας του, όταν αποθεωνόταν από ένα πλήθος 150.000 ανθρώπων που είχαν κατακλύσει το γήπεδο Μαρακανά, στο Ρίο ντι Τζανέιρο, ήταν ήδη το σύμβολο μιας ακομπλεξάριστης σεξουαλικότητας. Και, βέβαια, του χρωστάμε την απενεχοποίηση ενός ελληνικού ύφους αυθύπαρκτου, που δεν πιθηκίζει τα δυτικά πρότυπα, αλλά δημιουργεί και επιβάλλει τα δικά του.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top