katsonis

Ποιος άλλος, εκτός από τον μυθικό Λάμπρο Κατσώνη, θα μπορούσε να συνδυάσει το υψιπετές φρόνημα με το τουρμπάνι και τα φτερά στρουθοκαμήλου;

Πιθανότατα, πέθανε το 1805. Και δεν αποκλείεται, επίσης, να είχε το τέλος που περιέγραφαν οι ρομαντικοί Ρώσοι μυθιστοριογράφοι του 19ου αιώνα: Ο Λάμπρος Κατσώνης, ισχυρός βιομήχανος της Κριμαίας και εξαγωγέας αλατιού και βότκας, ταξίδευε με το κάρο του, μόνος, έως την επαρχία του Κερτς, για κάποια εμπορική συναλλαγή. Στο δρόμο του συνάντησε κάποιον που τον παρακάλεσε να τον πάρει μαζί του. Καθώς κουβέντιαζαν, ο άγνωστος ταξιδιώτης πρόσφερε στον Κατσώνη ένα ποτήρι κρασί, αφού πρώτα είχε στάξει μερικές σταγόνες δηλητήριο. Εκείνος ήπιε, αλλά στην πρώτη γουλιά κατάλαβε το λάθος του και πρόλαβε να τραβήξει το στιλέτο του. Τα άλογα, λένε, έφτασαν μόνα τους στο Κερτς με δυο παγωμένα πτώματα στην καρότσα.

Ο συναρπαστικός βίος του «Κουρσάρου του Αρχιπελάγους» αποτελεί σήμερα ένα ζωντανό πεδίο ιστορικής έρευνας, μιας και η πληθωρική παρουσία του κατάφερε διαχρονικά να επιβάλλει το μύθο της πάνω στα πραγματικά γεγονότα. Οι μελετητές που ανέτρεξαν αρχικά στο περίφημο χειρόγραφο με αριθμό «1561» της Εθνικής Βιβλιοθήκης, τώρα αναζητούν τα διπλωματικά έγγραφα της Τσαρικής Αυλής και τα Εθνικά Ολλανδικά Αρχεία, για να προσδιορίσουν με ακρίβεια τον ιδιαίτερο ρόλο του Λάμπρου Κατσώνη στο γεωπολιτικό παιχνίδι των Μεγάλων Δυνάμεων, την εποχή που η προϊούσα κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας υπαγόρευε καινούριες στρατηγικές. Και σε μια «διαστροφή» της Ιστορίας, ο Λάμπρος Κατσώνης ήταν «παρών» και σε μια αντίστοιχη στιγμή του σύγχρονου κόσμου, στη Συνθήκη της Γιάλτας, το 1945: οι διαπραγματεύσεις έλαβαν χώρα στα θερινά Ανάκτορα των τελευταίων Τσάρων, στο κτήμα που είχε παραχωρηθεί στον Έλληνα στρατιωτικό, το 1798, από την Μεγάλη Αικατερίνη και που εκείνος ονόμασε Λιβάδια, από νοσταλγία για την ιδιαίτερη πατρίδα του, τη Λειβαδιά. Οι Αγγλοσάξονες, άλλωστε, γράφουν στα βιβλία Ιστορίας τους ότι η Συνθήκη υπογράφηκε στο Livadia Palace, το Λευκό Παλάτι του Τσάρου…

Όποιο κι αν είναι, ωστόσο, το ιστορικό πλαίσιο της δράσης του, ο Λάμπρος Κατσώνης θα είναι πάντοτε ο θηριώδης Βοιωτός που κατέκτησε τις θάλασσες, ξεκινώντας το 1788, με ένα μόνο σκαρί, την «Αθηνά της Άρκτου» από το λιμάνι της Τεργέστης. Ήταν βέβαια, ήδη, ένας μπαρουτοκαπνισμένος πολεμιστής στο πλευρό των Ρώσων, εναντίον των Οθωμανών στα Ορλωφικά και τον πόλεμο της Κριμαίας, και καπετάνιος του καταδρομικού «Μπερεζενιέ» σε διάφορες αποστολές, υπό τις εντολές του Πρίγκιπα Ποτέμκιν. Η αναβαθμισμένη επιχειρησιακή δράση του απαιτούσε τώρα τη δημιουργία ενός στόλου δολιοφθοράς στα ελλαδικά ύδατα. Κατέλαβε, με ρεσάλτο, πειρατικά και οθωμανικά πλοία και σε διάστημα λίγων μηνών είχε υπό την κατοχή του 18 καράβια, που με ορμητήριο την Τζιά κούρσευαν τις Μικρασιατικές ακτές και σκορπούσαν τον τρόμο στην Οθωμανική διοίκηση.

Με τις περιπέτειές του, την ανυπακοή του στη Μεγάλη Αικατερίνη, όταν εκείνη ματαίωνε τις επιχειρήσεις στο βωμό των διπλωματικών της ελιγμών, το «Μανιφέστο» του υπέρ της εξέγερσης των Ρωμιών, ακόμα και τον μεγαλοϊδεατισμό του, όταν έφτασε να υπογράφει ως «Βασιλεύς της Σπάρτης», ο Λάμπρος Κατσώνης καταγράφηκε στο συλλογικό υποσυνείδητο του Έθνους, ως ο αρχετυπικός Επαναστάτης και ταυτόχρονα, έγινε ο αντιπροσωπευτικός «βυρωνικός ήρωας», όπως αυτός περιγράφεται στους στίχους του «Κουρσάρου»: με την όψη μαυρισμένη απ’ τον ήλιο και το μέτωπο φαρδύ και χλωμό –τα μαύρα του μαλλιά γίνονται ένα άγριο πέπλο –όταν το χείλος του με ένταση, συχνά, ανασηκώνει – την περηφάνια συγκρατεί, αλλά ποτέ του δεν την κρύβει.

Στο λυκαυγές του αιώνα, όταν όλες οι Επαναστάσεις έμοιαζαν να είχαν τελειώσει και ο πλοίαρχος Κατσώνης προσκλήθηκε σε επίσημο δείπνο, ως συνδαιτυμόνας στο τραπέζι της Μεγάλης Αικατερίνης, εμφανίστηκε φορώντας (κόντρα στο πρωτόκολλο) το φέσι του. Εκείνη όχι μόνο δεν αντέδρασε, αλλά θα του προσέφερε μια ασημένια κονκάρδα με την επιγραφή «Υπό την προστασία της Αικατερίνης» για να το στολίσει και, σύντομα, θα υπέγραφε την παροχή προνομίων στους Έλληνες συμπολεμιστές του, που θα αποτελούσαν τους στυλοβάτες των μετέπειτα, εύρωστων ελληνικών παροικιών της Ρωσίας. Ο ίδιος καταλάβαινε πια, ότι η διπλωματία είναι η συνέχιση του πολέμου με άλλα μέσα και ότι η επιβλητική του εικόνα ήταν ένα πολύ χρήσιμο όπλο. Αυτό φανερώνεται και από το ζωγραφικό του πορτρέτο. Γιατί ποιος άλλος, εκτός από τον μυθικό Λάμπρο Κατσώνη, θα μπορούσε να συνδυάσει το υψιπετές φρόνημα με το τουρμπάνι και τα φτερά στρουθοκαμήλου;

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top