Μιχαήλ Μάρουλος

Ο Μποτιτσέλι θα φιλοτεχνήσει ένα πορτρέτο του που μόνο υπαινικτικά μπορεί να μας συστήσει στο ακαταμάχητο ύφος του.

Ιδιαίτερη φυσιογνωμία ανάμεσα στους Έλληνες λογίους της ιταλικής Αναγέννησης, ο Μιχαήλ Μάρουλος, που βρισκόταν στην κοιλιά της μάνας του όταν η οικογένειά του εγκατέλειπε την Κωνσταντινούπολη λίγο πριν την Άλωση, είχε γράψει ότι «όταν σταματάει η κλαγγή της μάχης, παραδίδομαι στην αγκαλιά της Μούσας», συμπυκνώνοντας με τον πιο περιεκτικό τρόπο τον περιπετειώδη βίο του. Γιατί, πριν απ’ όλα, ο Μιχαήλ ήταν ένας stradioti, πολεμιστής ενός από τα πιο επίλεκτα μισθοφορικά τάγματα της εποχής, που απαρτίζονταν από ευγενείς υπόδουλων εθνών. Ο ίδιος μάλιστα αυτοπροσδιοριζόταν ως «Έλλην» όταν η έννοια της λέξης είχε ένα πνευματικό περιεχόμενο, εκτός από δεικτικό της καταγωγής.

Στο περιθώριο των μαχών καταπιάνεται με την ποίηση, εμφορούμενος από παγανιστικό πάθος.

Ο Μάρουλος θα πολεμήσει στη Νάπολη, την Απουλία, τη «Γοτθία» και την «Σκυθία» της Κριμαίας στο πλευρό Ελλήνων και Μολδαβών ηγεμόνων ‒κάποτε, και για λογαριασμό του Βλαντ (Ντράκουλα) του «Παλουκωτή». Ως γνήσιος stradioti, πάνω από τον βαρύ θώρακα φοράει τη χαρακτηριστική, στιλπνή, βαμβακερή κάπα που, όπως μας πληροφορεί ο ενετός ιστορικός Sanuto, «ήταν ραμμένη με έναν ασυνήθιστο τρόπο». Στο περιθώριο των μαχών καταπιάνεται με την ποίηση, εμφορούμενος από παγανιστικό πάθος, και αφιερώνει το πρωτόλειο έργο του στη μυστηριώδη μούσα του «Νέαιρα», που θα εμπνεύσει αργότερα πολλούς από τους ερωτικούς ποιητές της Εσπερίας. Στη Νάπολη, στην «Ακαδημία» του ηδονιστή πολιτικού και ποιητή Ποντάνο, ο αντισυμβατικός μισθοφόρος θα γίνει γνωστός, εκτός από την ποίησή του, και για τα νεοπλατωνικά συμπόσια όπου πρωταγωνιστεί, καθώς και για τις αμέτρητες ερωτικές περιπέτειες που χαρίζει στις δεσποσύνες της εποχής.

Όταν εγκαθίσταται στη Φλωρεντία, γύρω στο 1480, είναι ήδη ένας από τους πιο μορφωμένους Έλληνες λογίους και καθίσταται προστατευόμενος εκείνου του κλάδου της οικογένειας των Μεδίκων που παραγγέλνει τη «Γέννηση της Αφροδίτης» και την «Άνοιξη». Ο Μποτιτσέλι θα ζωγραφίσει και τον ίδιο, σε ένα πορτρέτο που μόνο υπαινικτικά μπορεί να μας συστήσει στο ακαταμάχητο ύφος του άνδρα που ερωτεύτηκε «η ωραιότερη και πιο μορφωμένη Φλωρεντινή της εποχής». Όταν αυτός θα χαθεί άδοξα, στα φουσκωμένα από σφοδρή βροχόπτωση νερά του ποταμού Καικίνα ‒όπου πνίγεται έφιππος, αδυνατώντας να εγκαταλείψει το άλογό του‒, η πολυαγαπημένη του Αλεσάντρα Σκάλα είναι μόλις 25 ετών. Θα εγκαταλείψει ασμένως τα εγκόσμια και θα πεθάνει μαραζωμένη ως καλόγρια, έξι χρόνια αργότερα.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top