Το νέο κατάστημα οπτικών Tartaras στην Ακαδημίας 4, στο Κολωνάκι.

«Διακοπές στη Βουλγαρία»: Την υπερμεγέθη πινακίδα του ΕΟΤ της γείτονος, θυμούνται οι παλιοί να δεσπόζει δίπλα στο κατάστημα οπτικών ΤΑΡΤΑΡΑΣ σε όλη τη διάρκεια της… μεταπολίτευσης. Ήταν μια ολόκληρη εποχή που το μήνυμα αυτό έμοιαζε σα σύντομο ανέκδοτο. Όχι επειδή η Βουλγαρία δεν είναι μια χώρα που αξίζει να επισκεφτεί κανείς αλλά διότι στην Ελλάδα τρέχαμε ασθμαίνοντας να ευθυγραμμιστούμε με τα καταναλωτικά πρότυπα της εσπερίας, μακριά από το Βαλκανικό μας περιβάλλον. Διαβάζοντας lifestyle περιοδικά και φορώντας μεταξύ άλλων σινιέ γυαλιά, από RayBan καθρέπτες σε στυλ Ψινάκη, μέχρι πολύχρωμους φακούς και σκελετούς με την υπογραφή της Gucci ή της Prada.

Το γνώριμο, σε όσους έχουν περάσει έστω λίγες φορές από την οδό Ακαδημίας, κατάστημα Ταρτάρας, πωλούσε βεβαίως όλες αυτές τις ποθητές μάρκες αλλά χωρίς ξιπασιά, αφού ήταν ένα από τα ελάχιστα «γυαλάδικα» που σε υποδέχονταν χαμογελαστοί, με λευκές μπλούζες, και σου πρόσφεραν ένα εξαιρετικό και συχνά δωρεάν σέρβις, μετά την πώληση. Κάπως έτσι, τα χρόνια που πολλοί είχαν τη δυνατότητα να αγοράζουν διαφορετικά γυαλιά ηλίου κάθε χρόνο (αλλά και οράσεως, που συνταγογραφούνταν αφειδώς από τα ταμεία), ο Ταρτάρας εξελίχθηκε σε τοπόσημο ανάμεσα στο «πάνω» και στο «κάτω Κολωνάκι»: Ανάμεσα στις μπουτίκ ρούχων πέρα από την Κανάρη, και στα κοσμηματοπωλεία και τα δικηγορικά γραφεία στη «rive gauche» της Ακαδημίας.

Η αρχιτέκτονας Μαρία Σκιαδαρέση ανέλαβε την εσωτερική διαρρύθμιση του μαγαζιού, δημιουργώντας ένα από τα ωραιότερα καταστήματα του κέντρου της Αθήνας.

Το πρώτο κατάστημα Ταρτάρας ιδρύθηκε το 1974 και λειτούργησε για πάνω από 40 χρόνια, με σταθερή πελατεία. Μέσα εκεί μεγάλωσαν και τα δύο αδέρφια Αντώνης και Θανάσης, που οι φίλοι τους αποκαλούν «Ταρτάρα» και «Ταρτάρα» -πως αλλιώς;- αντίστοιχα. Ομιλούμε για τις ευγενικές μορφές που αναφέραμε παραπάνω, με τις λευκές μπλούζες που παρέπεμπαν και στην επιστημονική επάρκειά τους στην οπτομετρία. Μέχρι το 2015, που οι δύο νέοι Ταρτάρες κλήθηκαν να αναλάβουν τα ηνία της οικογενειακής επιχείρησης. Εν μέσω κρίσης, μπορούσαν να γραπωθούν με τα νύχια στην κουπαστή και να περιμένουν να περάσει το κύμα όπως κάνουν οι περισσότεροι, ή να χαράξουν νέα πορεία. Και κάπως έτσι ξεκίνησαν να σχεδιάζουν το επόμενο βήμα.

Το κατάστημα πλέον συνεργάζεται κατ’ αποκλειστικότητα με καινοτόμα brands και ιστορικούς οίκους οπτικών, όπως ο Γαλλικός Gouverneur Audigier και ο Ιαπωνικός Masunaga.

«Se vogliamo che tutto rimanga come è, bisogna che tutto cambi», γράφει ο Giuseppe Tomasi di Lampedusa στον Γατόπαρδο. Που σημαίνει, εάν θέλουμε τα πράγματα να μείνουν ως έχουν, πρέπει όλα να αλλάξουν! Πράγματι, για να παραμείνουν σημείο αναφοράς στα οπτικά μεταξύ Συντάγματος και Κολωνακίου, προσελκύοντας την εκλεκτότερη πελατεία και προσφέροντας τα ξεχωριστά οπτικά που σήμερα αναζητά ο πελάτης που ταξιδεύει και νιώθει πολίτης του κόσμου, όλα έπρεπε να «αλλάξουν». Να αλλάξει η διεύθυνση, παραμένοντας επί της Ακαδημίας. Να αλλάξει ο χώρος, παραμένοντας ξεχωριστός αισθητικά. Να αλλάξει το προϊόν, παραμένοντας η πρόταση αιχμής στα οπτικά. Να αλλάξει το λογότυπο, διατηρώντας ασφαλώς την επωνυμία Tartaras.

Έτσι χαράχτηκε η νέα πορεία. Η διεύθυνση μεταφέρθηκε λίγο παραπάνω, σε ένα εμβληματικό κτίριο δίπλα ακριβώς στη Γαλλική Πρεσβεία, στο τέρμα της Ακαδημίας και στον αριθμό 4. Σε ένα σπουδαίο κτίριο κατασκευής του 1936, που φέρει όλη την αστική κληρονομιά των Αθηνών του μεσοπολέμου, σε απόσταση αναπνοής από τα παλαιά «ανάκτορα». Άλλωστε ένα από τα περίφημα τούνελ του παλατιού που μάθαμε ότι υφίστανται και δεν αποτελούν «αστικό μύθο», οδηγεί στα υπόγεια του κτιρίου, κάτω από το κατάστημα των αδελφών Ταρτάρα. Μάθαμε ακόμα ότι τα «ντουβάρια» της Ακαδημίας 4 έχουν φιλοξενήσει ευάριθμες προσωπικότητες των Αθηνών, εκ των οποίων και την Μελίνα Μερκούρη.

Ορισμένα από τα οπτικά αυτά είναι πολύτιμα, φτιαγμένα από σπάνια υλικά και σχεδόν όλα έχουν τη μαστοριά του ανθρώπινου χεριού στην ούγια τους.

Ήταν η αρχιτέκτονας Μαρία Σκιαδαρέση που ανέλαβε την εσωτερική διαρρύθμιση του μαγαζιού και έφτιαξε ένα χώρο που δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι περιλαμβάνεται στα 5 ωραιότερα μαγαζιά της πόλης. Κομψές μαύρες τέντες και φωτεινές τζαμαρίες με χρυσά γράμματα σε βαριά ρετρό κουφώματα, ψηλοτάβανο εσωτερικό με εμφανή πλινθοδομή στην οροφή, ρετροφουτουριστικές νησίδες – προθήκες γυαλιών, πρώιμα βιομηχανικά έπιπλα με την επιμέλεια του Αλκέτα Πάζη, μοντέρνες πινελιές χρώματος όπως η κατακίτρινη μεταλλική σίτα, στρογγυλοί καθρέπτες, κρεμαστά αμπαζούρ.

Ένας χώρος ατμοσφαιρικός στον οποίο θα ένιωθε άνετα τόσο ένας εκκεντρικός designer σαν τον Κάρλο Μολλίνο για να ψωνίσει περίεργα, ηδονοβλεπτικά, Γιαπωνέζικα γυαλιά, όσο και ένας μορφονιός σταρ του Χόλιγουντ με hoodie, που γυρεύει ινκογκνίτο μια ταρταρούγα με ντεγκραντέ κρύσταλλο για να περπατήσει καταπάνω στα φλας στο κόκκινο χαλί, με πρωινό black tie.

Σήμερα ο ψαγμένος καταναλωτής προτιμά να αγοράσει ένα ζευγάρι γυαλιά εξαιρετικής ποιότητας που θα κρατήσει για μια ζωή, παρά πολλά ζευγάρια εργοστασιακών οπτικών χωρίς «ψυχή», που θα φορέσει για μια σεζόν.

Με τη Γατοπάρδεια λογική λοιπόν, το νέο κατάστημα εκσυγχρονίστηκε, αναβαθμίστηκε και ομόρφυνε για να γίνει ακόμα πιο διαχρονικό. Είναι ταυτόχρονα ολόφρεσκο και στιλάτο στο μάτι, ενώ μοιάζει σαν να υπήρχε πάντα, ένα κατόρθωμα που βλέπουμε -σπανίως βέβαια- σε ιδιαίτερα εστιατόρια ή μπουτίκ ξενοδοχεία. Σε αυτό βοηθούν και οι βιτρίνες που είναι θεματικές και αλλάζουν κάθε 1 με 3 μήνες, προσθέτοντας έναν χαρούμενο και ενίοτε ειρωνικό (όταν οι σκούπες φόρεσαν γυαλιά για παράδειγμα) τόνο στη ζωντανή «ταπετσαρία» της πόλης. Τις βιτρίνες επιμελείται ο Μαρίνος Αϊβατζίδης και νιώσαμε ότι συναγωνίζονται τα ιδιοσυγκρασιακά installations του Σταύρου Παπαγιάννη λίγα τετράφωνα πιο πάνω, για το chic ανδρικό κατάστημα Mah Jong.

Είναι ταυτόχρονα ολόφρεσκο και στιλάτο στο μάτι, ενώ μοιάζει σαν να υπήρχε πάντα, ένα κατόρθωμα που βλέπουμε σε ιδιαίτερα εστιατόρια ή μπουτίκ ξενοδοχεία.

Το επόμενο που έπρεπε να «αλλάξει για να παραμείνει ίδιο», ήταν το εμπόρευμα. Στοχεύοντας στους ψαγμένους Αθηναίους πελάτες και στους ενημερωμένους τουρίστες – περιηγητές της νέας εποχής, η μπουτίκ δεν προτείνει πλέον fashion μάρκες για αρώματα και μπλουζάκια, αλλά συνεργάζεται κατ’ αποκλειστικότητα με καινοτόμα brands και ιστορικούς οίκους οπτικών. Όπως ο Γαλλικός Gouverneur Audigier, ιδρυθείς το 1873. Ή ο Ιαπωνικός Masunaga που λειτουργεί από το 1905 και προμηθεύει τα γυαλιά του Αυτοκράτορα Akihito, της υπερδισχιλιετούς δυναστείας των Χρυσανθέμων.

Στο πορτφόλιο του νέου καταστήματος βρίσκουμε ακόμα τον οίκο Leisure Society που σχεδιάζει τα μοντέλα του στην ηλιόλουστη Καλιφόρνια και τα κατασκευάζει στο χέρι στην Ιαπωνία από επιχρυσωμένο τιτάνιο. Επίσης τον περίφημο κατασκευαστή Dita που καυχιέται ότι ένας σκελετός οπτικών μπορεί να χρειαστεί έως και 320 διαφορετικά μαστόρικα βήματα σε μια περίοδο 8 ολόκληρων μηνών, μέχρι να τελειοποιηθεί. Στην κατηγορία των κεράτινων υλικών ξεχωρίζουμε την Rigards που χρησιμοποιεί διαλεγμένα στο χέρι κέρατα από νεροβούβαλους βιολογικής εκτροφής, κάτι που καθιστά κάθε σκελετό διαφορετικό και μοναδικό. Ακόμα, τον Αμερικανικό οίκο Barton Pereira που ειδικεύεται στα χολιγουντιανά γυαλιά για το κόκκινο χαλί που υπαινιχθήκαμε παραπάνω (λέγε με Μπραντ Πιτ).

Ο συνδυασμός του μοντέρνου και του κλασικού ξεχωρίζει σε όλο τον χώρο.

Ορισμένα από τα οπτικά αυτά είναι πολύτιμα και γι αυτό ακριβά. Πολλά είναι φτιαγμένα από σπάνια υλικά. Σχεδόν όλα έχουν τη μαστοριά του ανθρώπινου χεριού στην ούγια τους. Και γι αυτό όσο και αν μοιάζει υπερβολή δεδομένων των συνθηκών, ανταποκρίνονται στις σημερινές απαιτήσεις. Εξηγούμαστε: Σήμερα ο ψαγμένος καταναλωτής προτιμά να αγοράσει ένα ζευγάρι γυαλιά εξαιρετικής ποιότητας που θα κρατήσει για μια ζωή, παρά πολλά ζευγάρια εργοστασιακών οπτικών χωρίς «ψυχή», που θα φορέσει για μια σεζόν. Επίσης, οι πελάτες που έχουν ακόμα την πολυτέλεια να είναι απαιτητικοί, δεν θέλουν πια να φορέσουν το «επώνυμο» γυαλί που βλέπουν στις διαφημίσεις των περιοδικών, αλλά το σπάνιο εκείνο γυαλί που θα τους εξασφαλίσει ότι θα είναι από τους λίγους, αν όχι οι μόνοι με αυτό το «κάδρο» στο βλέμμα.

Εν ολίγοις, τα οπτικά του νέου και ταυτόχρονα κλασικού αυτού μαγαζιού, απευθύνονται σε πρόσωπα με προσωπικότητα. Σε κεφάλια ανθρώπων που εξερευνούν, πειραματίζονται, ανανεώνονται, παραμένοντας ίδιοι κατά βάθος. Πιστοί στις αρχές, και στην εσωτερική πυξίδα του δικού τους γούστου, που δεν εξαρτάται από τις τάσεις του συρμού. Αυτός δεν θα ήταν και ένας επιτυχημένος ορισμός του στυλ; Κάτι καινούριο, που μοιάζει να υπήρχε πάντα.

//TARTARAS Eyewear & Optometry, Ακαδημίας 4, Κολωνάκι. Τηλ. 210-3604180.
tartaras.gr

 

Διαβάστε ακόμα: Η Antiqua της νέας εποχής

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top