Μια «ερωμένη» μακράς διαρκείας…

 

Παρά τις όποιες «αγωνιστικές» ενστάσεις από την κοινωνία των μπαρουτοκαπνισμένων μοτοσικλετιστών, η Triumph Thruxton αποτελεί μία εξόχως στυλάτη και ιδιαίτερη «κυρία». Εντάξει, πιθανώς κομματάκι βαρετή για όσους κλείνουν πονηρά το μάτι στον όρο «τζάνκι αδρεναλίνης», αλλά αναμφίβολα γοητευτική για τους νοσταλγικούς ρετροναύτες των δύο τροχών.

Την πρωτοαντίκρισα στα μέσα των ’00s και αμέσως το αισθητικό μου ραντάρ άρχισε να τιλτάρει σαν δαιμονισμένο. Κάτι οι «ζουμερές» καμπύλες της, κάτι οι παράλληλες μεγαφωνικές εξατμίσεις και ο vintage αέρας των «ton up boys» του ’50, κάτι το στρογγυλό φανάρι-κατατεθέν, ένιωσα μονομιάς ότι αυτή η μεταλλική «κουκλίτσα» συμβολίζει κάτι περισσότερο από μια ακόμα μοτοσικλέτα που απλώς «εξαγοράζει» διαχρονικό στυλ στον κάτοχό της. Πάνω της έφερε στοιχεία που οριοθετούσαν, εκ νέου, τον άφθαρτο –αλλά και αναμφίβολα χιλιόπαθο‒ μύθο της βρετανικής μοτοβιομηχανίας.

Η Thruxton δεν είναι για βρώμικα γούστα και σαλιαρίσματα, αλλά για «κουβέντα» και συντροφικότητα.

Με τα χρόνια, συζήτησα με πολλούς μοτο-συνοδοιπόρους για την αφεντιά της και ομολογώ ότι συνέλεξα πολύ αντικρουόμενες πληροφορίες. Διότι, δεν ήταν λίγοι οι πιστοί φαν των café racer μοτοσικλετών που εξέφραζαν ανοιχτά τις διαφωνίες τους για την Thruxton. Της «καταλόγιζαν» διάφορες σημαντικές και ασήμαντες «ανορθογραφίες». Από τη σκληρή σέλα μέχρι τις «ενοχλητικές» αναρτήσεις. Όμως, έτσι είναι οι αναβάτες. Παράξενη φυλή. Κι αν λογαριάζεις τοις μετρητοίς την κάθε «πληροφορία», θα καταλάβεις γρήγορα ότι σε αντίθεση με τη δημοκρατία, οι απόψεις περί μοτοσικλέτας κουβαλούν μπόλικα αδιέξοδα. Μέχρι το το test drive τουλάχιστον.

Πίσω από την πρόσκαιρη ρετρολαγνία των cafe racer και τις στυλιστικές λούπες, η Thruxton εκφράζει πρωτίστως τη χαμένη τιμή ενός αλλοτινού αλλά αυθεντικού μηχανόβιου.

 

Το δικό μου πραγματοποιήθηκε καθυστερημένα με ένα Thruxton 900 SE –εκείνο με την υπέροχη κατακόκκινη ρίγα στη μέση‒ το Δεκέμβριο του 2011. Πολλά από τα «τεχνικά» που μου είχαν επισημανθεί, τα συνάντησα κι εγώ με τη σειρά μου στο δρόμο. Και τα άφησα εκεί. Διότι, η συνολική οδηγική αίσθηση κέρδισε κατά κράτος το παιχνίδι. Η Thruxton είναι «ερωμένη» μακράς διαρκείας. Δεν είναι για βρώμικα γούστα και σαλιαρίσματα, αλλά για «κουβέντα» και συντροφικότητα. Κρατάς το τιμόνι και ταξιδεύεις πίσω στο χρόνο, στα μέσα του ’50, όταν οι folk devils με τα μαύρα δερμάτινα τζάκετ, τα ραμμένα σήματα και τα γυαλιά ηλίου εμπνευσμένα από τους πιλότους της βασιλικής αεροπορίας, της περίφημης RAF, περιδιάβαιναν τις αγγλικές λεωφόρους υπό τους ήχους του Καρλ Πέρκινς και του Τζέρι Λι Λιούις. Έτσι, πίσω από την πρόσκαιρη ρετρολαγνία των cafe racer και τις στυλιστικές λούπες, η Thruxton εκφράζει πρωτίστως τη χαμένη τιμή ενός αλλοτινού αλλά αυθεντικού μηχανόβιου. Και για αυτό της τα συγχωρείς όλα…

Κρατάς το τιμόνι της και ταξιδεύεις πίσω στο χρόνο, στα μέσα του ’50, όταν οι folk devils με τα μαύρα δερμάτινα τζάκετ περιδιάβαιναν τις αγγλικές λεωφόρους υπό τους ήχους του Καρλ Πέρκινς και του Τζέρι Λι Λιούις

Κρατάς το τιμόνι της και ταξιδεύεις πίσω στο χρόνο. Στα μέσα του ’50, όταν οι folk devils με τα μαύρα δερμάτινα τζάκετ περιδιάβαιναν τις αγγλικές λεωφόρους υπό τους ήχους του Καρλ Πέρκινς και του Τζέρι Λι Λιούις.

 

Κινητήρας: 865 κ.εκ, αερόψυκτος, με 2 εκκεντροφόρους επί κεφαλής, δικύλινδρος σε παράλληλη διάταξη, με διάστημα ανάφλεξης 360 μοίρες.

Κιβώτιο: 5 ταχυτήτων.

Εμπρός φρένα: Μονός πλευστός δίσκος 320 χιλ., με διπίστονη πλευστή δαγκάνα Nissin.

Εξάτμιση: Πολλαπλής εξαγωγής από ανοξείδωτο ατσάλι, διπλοί ανασηκωμένοι χρωμιωμένοι σιγαστήρες.

Τροχοί: Εμπρός – 36 ακτίνες 18 x 2,5 ίντσες, ζάντα αλουμινίου/Πίσω – 40 ακτίνες 17 x 3,5 ίντσες, ζάντα αλουμινίου.

Μέγιστη ιπποδύναμη: 69PS / 68 bhp / 51 kW @ 7.400rpm.

Μέγιστη ροπή: 69Nm / 51 ft.lbs @ 5.800rpm.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top