tristan_garcia_7

    Ο συγγραφέας και φιλόσοφος Tristan Garcia, στο νέο του δοκίμιο, μιλάει για το κυνήγι της έντασης. (Φωτό: www.livreshebdo.fr)

    Ο σύγχρονος άνθρωπος αναγνωρίζει αμέσως τον εαυτό του στο πορτρέτο που σκιαγραφείται στην εισαγωγή της Έντονης ζωής, το νέο δοκίμιο του Tristan Garcia. Ο μοντέρνος σήμερα, γράφει, επιθυμεί πάνω απ’ όλα να «είναι γκαζωμένος», ή λυπάται που δεν είναι. Επιζητά «την αίσθηση να ζει πραγματικά», αυτήν την «παράξενη εσωτερική δύναμη […] που καθορίζει το βαθμό εμπλοκής ενός ανθρώπου σ’ αυτό που αισθάνεται».

    Το ουσιώδες δεν είναι το περιεχόμενο της βιωμένης εμπειρίας, αλλά σε ποιο βαθμό τη ζούμε, το σοκ που προκαλεί. Στην τέχνη, για να καθορίσουμε την αξία ενός έργου, «το μόνο που μετράει είναι κατά πόσο είναι έντονο». Ο έρωτας, η δουλειά, ο ελεύθερος χρόνος, η πνευματικότητα: όλα τα πεδία της ζωής μας υπόκεινται σε αυτήν την υποχρέωση, να είσαι ξαναμμένος και να σιχαίνεσαι τη χλιαρότητα.

    Η ένταση είναι μια απλή έννοια, αλλά αποδεικνύεται στρυφνή έτσι και την εξετάσεις εκ του σύνεγγυς. Ο Garcia, γνωστός για τις εργασίες του στην Οντολογία, την ανατέμνει με τρόπο θαυμαστό. Το να μετράς τη ζωηράδα της ύπαρξής σου, παρατηρεί, είναι σαν να εκτιμάς πόσο έντονο είναι ένα χρώμα. Δεν πρόκειται για μια σταθερή κατάσταση ή ιδιότητα: είναι αναγκαστικά η αίσθηση μιας διαβάθμισης.

    Η συνήθεια, όμως, αμβλύνει. Η ελεύθερη πτώση, για παράδειγμα, είναι αναμφίβολα μια έντονη εμπειρία. Αλλά, αν πέφτεις από αεροπλάνο κάθε μέρα, την ίδια ώρα κι επί τριάντα χρόνια, η ένταση μειώνεται. Οπότε πέφτεις πάλι στην επονείδιστη χλιαρότητα.

    Προοδευτικά, οι μοντέρνοι μετέτρεψαν την ένταση και τη διαβάθμιση σε απόλυτη αλήθεια. Τόσο στον Νίτσε όσο και στον Ντελέζ, το σύμπαν είναι πλέον καμωμένο από δυνάμεις που φουσκώνουν και ξεφουσκώνουν.

    Η δεοντολογία της έντασης υποχρεώνει συνεπώς το μοντέρνο υποκείμενο να μη μένει ποτέ ακίνητο, να ξορκίζει «την προοπτική της ανάπαυλας», «να αναγεννά αδιάκοπα αυτό που κινδυνεύει να απολιθωθεί εξαιτίας της οικειότητας», «σ’ έναν αγώνα μέχρι θανάτου κατά της πλήξης».

    Αρχικά, η ένταση δεν ήταν παρά μια περιθωριακή μεταφυσική έννοια, μια προβληματική που προϋπέθετε ότι τα πράγματα μπορούν λίγο-πολύ να είναι αυτά που είναι. Ώς το 19ο αι., τα όντα και τα πράγματα είναι ουσίες, σταθερά και μετρήσιμα στοιχεία που συναρμόζονται μεταξύ τους.


    Διαβάστε ακόμα: Η μπίζνα της αθανασίας


    Προοδευτικά, οι μοντέρνοι μετέτρεψαν την ένταση και τη διαβάθμιση σε απόλυτη αλήθεια. Τόσο στον Νίτσε όσο και στον Ντελέζ, το σύμπαν είναι πλέον καμωμένο από δυνάμεις που φουσκώνουν και ξεφουσκώνουν.

    Ο Garcia αποδίδει αυτήν τη φιλοσοφική ρήξη στην εμφάνιση του ηλεκτρισμού, στα τέλη του 18ου αι., όταν η Ευρώπη παθιάζεται μ’ αυτήν τη νευτώνεια δύναμη της φύσης, μ’ αυτό το ρευστό που διατρέχει τα σώματα και τις ψυχές μας.

    Ο ενθουσιασμός αυτός θα παράξει έναν «νέο τύπο ξαναμμένου ανθρώπου»: Τον λιμπερτίνο που επιδιώκει την ενεργοποίηση των αισθήσεών του στο μάξιμουμ. Τον οπαδό του Σαντ που προτιμάει τον πόνο, γιατί «προσφέρει πιο ζωηρές συγκινήσεις από την ηδονή». Τον ρομαντικό, τον άνθρωπο της καταιγίδας. Τον ροκά, «τον έφηβο στην πρίζα».

    «Δεν συμφωνούσαμε σχετικά με το τι θα έπρεπε να ζούμε, γράφει ο Garcia, αλλά μπορούσαμε να συνεννοηθούμε για τον τρόπο που θα το ζούμε: εντόνως».

    Έτσι, η ένταση, από μεταφυσική έννοια, γίνεται «ηθική αξία». «Ένα ιδανικό κενό περιεχομένου, καθαρά φορμαλιστικό», το οποίο πάει χέρι-χέρι με τη σύγχρονη πνευματική κρίση. «Δεν συμφωνούσαμε σχετικά με το τι θα έπρεπε να ζούμε, γράφει ο Garcia, αλλά μπορούσαμε να συνεννοηθούμε για τον τρόπο που θα το ζούμε: εντόνως». (Ακόμα και η πλήξη οφείλει να είναι έντονη, αν αναλογιστούμε τον Μπάρτελμπυ, τον γραφιά του Μέλβιλ ή τον Ομπλόμοφ του Ιβάν Γκοντσαρόφ).

    Ωστόσο, όπως πολλά από τα μοντέρνα ιδανικά, η ένταση είναι αστήρικτη. Διότι αυτοαναιρείται από τη στιγμή που εγκαθίσταται, με τη ρουτίνα μονίμως να την προφθαίνει, πιέζοντας τον άνθρωπο να αντιταχθεί στη ροπή του να παραμείνει κάτι. Εξού, κατά τον Garcia, και «η τεράστια κόπωση της μοντέρνας κουλτούρας».

    Όταν μιλάει για τους μοντέρνους, ο συγγραφέας μας το κάνει σε παρελθόντα χρόνο, λες κι είναι πεθαμένοι. Ξέρουμε όμως, διαβάζοντάς τον, πως δεν έχουν χαθεί, αφού εμείς είμαστε κι είμαστε πάντα εδώ. Μας παρουσιάζει ως φιλοσοφικά ζόμπι, κάτι σαν τους Looney Tunes της Warner Bros που εξακολουθούν να τρέχουν στον γκρεμό και αρνούνται να δουν το έδαφος που χάνεται κάτω από τα πόδια τους.

    […] Ποτέ δεν θά ‘μαστε απολύτως έντονοι. Ταυτόχρονα, αδυνατούμε ακόμα να πάψουμε να θέλουμε να είμαστε. Στο τέλος του δοκιμίου του, ο Garcia θέτει το ερώτημα: Εντάξει, αποποιούμαστε την ένταση, αλλά γινόμαστε τι; Μας είναι αδύνατο να γυρίσουμε στην αρχαία σοφία, στην αγάπη για το αναλλοίωτο. […]

    //Tristan Garcia, “La Vie intense. Une obsession moderne” (Η έντονη ζωή. Μια μοντέρνα εμμονή), εκδ. Autrement, 2016.

    Πηγή: David Caviglioli, για το L’Obs

     

    Διαβάστε ακόμα: «Είναι αλαζονικό να πιστεύουμε ότι μέσα σε 150 χρόνια εκβιομηχάνισης αλλάξαμε το κλίμα»

     

     

    x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

    Button to top