5098706662_b61d31fc53_b

«Γεμίζει το καρότσι μου σα να επίκειται πυρηνική καταστροφή…»

Σήμερα με πήγε η μαμά μου Βασιλόπουλο. Δεν κάνω τοποθέτηση προϊόντος, έχει σημασία. Όχι Σκλαβενίτη, ούτε βέβαια Βερόπουλο. Βασιλόπουλο. Έχει σημασία. Σημειολογική. Μέχρι σχετικά μεγάλη νόμιζα ότι βασιλόπουλο σημαίνει σουπερμάρκετ. Κάθε Σάββατο η μαμά έπαιρνε εμένα και τον αδελφό μου από το χέρι και κατηφορίζαμε στο Βασιλόπουλο. Τότε η Κηφισιά ήταν αλλιώς. (Πόσο αστή ακούγομαι). Είναι όμως γεγονός. Ήταν όμορφη. Είχε πολύ πράσινο, μεγάλους δρόμους και κοντά στο Κεφαλάρι, που ήταν η παιδική, τρεχούμενα νερά. Παίζαμε μπάλα στο δρόμο και κάναμε ποδήλατο. Είναι κλισέ, ναι. Και γεγονός ταυτόχρονα. Όταν πέθανε η γιαγιά μου, ακολουθούμενη σχεδόν αμέσως από τον παππού, μετακομίσαμε στο Κολωνάκι. Πού αλλού; Είμαι αστή. Λυπάμαι που το λέω, αλλά είμαι. Έχω πάει στα καλύτερα σχολεία και πανεπιστήμια, έχω ταξιδέψει (όχι όσο θα ήθελα), έχω φάει σε πολύ καλά εστιατόρια, είμαι αστή. Αντίθετα από τις περισσότερες φίλες μου βαριέμαι αφόρητα τα μαγαζιά, δε με αφορά η μόδα και τα αγαπημένα μου παπούτσια είναι κάτι ορειβατικά που είναι σαν σούπερ παντόφλες και μου σηκώνουν και τον ποπό. Τρύπησαν, αλλά δεν θα τα πετάξω. Θα τα κάνω παντόφλα, τα αγαπώ.

Στο Βασιλόπουλο λοιπόν με τη μαμά, εγώ 38 αυτή 64. Με δύο καρότσια. Μου ψωνίζει. Ένα δικό μου, ένα δικό της. Δε θα επιμείνω για το λογαριασμό. Τι να κάνουμε, φτώχυνα. Shit happens.

Δεν είμαι λοιπόν καταναλωτική. Ευτυχώς. Μεγάλωσα όμως στα πούπουλα. Και πάντα ντρεπόμουν όταν μιλούσα με άλλα παιδιά για το ότι έχω σπουδάσει πχ στη Βοστόνη ή ότι ξέρω γαλλικά (και πιάνο, μπαλέτο κτλ). Ξέρω σκι. Εδώ πρέπει να λύσω μια παρεξήγηση σχετικά με τον ορισμό της λέξης αστός. Για λόγους οικονομίας θα πω ότι είναι μια λέξη ιδιαίτερα φορτισμένη που, όπως πολλές άλλες (φασισμός, χούντα, κομμουνισμός κτλ), χρησιμοποιείται λάθος. Είμαι αστή δηλαδή ζω σε πόλη, είμαι μορφωμένη και έχω μια άλφα οικονομική άνεση που μου επιτρέπει να ψωνίζω ζαμπόν φουέ από το Βασιλόπουλο. Ή μάλλον είχα.

Στο Βασιλόπουλο λοιπόν με τη μαμά και πάλι, εγώ 38 αυτή 64. Με δύο καρότσια. Μου ψωνίζει. Ένα δικό μου, ένα δικό της. Δε θα επιμείνω για το λογαριασμό. Μου ψωνίζει. Τι να κάνουμε, φτώχυνα. Shit happens. Αρχίζω όμως να τα παίρνω όταν γεμίζει το καρότσι μου σα να επίκειται πυρηνική καταστροφή. Και με κυνηγάει με το προσούτο και το σολομό, σαν την τρελή, στο σούπερ μάρκετ. Επειδή είναι αστή δε μου τσιρίζει όπως θα ήθελε, αντίθετα σφίγγει τα δόντια και μου ρίχνει μουλωχτές τσιμπιές. Σαν το σκυλί του Παβλόφ γίνομαι πάλι τεσσάρων και υπακούω. Εντάξει, ψωνίσαμε για λόχο.

Μένω μόνη μου. Τελευταία δεν τρώω καλά γιατί δε μ’ αρέσει να ψωνίζω ούτε να μαγειρεύω μόνο για μένα. Έχω χάσει βάρος (καλό αυτό). Η μαμά τα βλέπει όλα. Δεν τρως. Θα πάμε Βασιλόπουλο αποφασίζει. Δέχομαι. Το κάνω ιδιοτελώς γιατί θέλω να ψωνίσω βαφή μαλλιών κόλεστον νο 5. και να βάψω για πρώτη φορά μόνη μου τα μαλλιά μου. Είμαι αγοροκόριτσο και χύμα. Αλλά δεν αφήνω ρίζα στο μαλλί. Είμαι αστή.

Υ.Γ. Με κάρτα πληρώσαμε φυσικά. Αγαπάμε κάρτα.

 

Συνεχίζεται…

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top