Πρώτη φορά είδε ο Νίκος Καρνικόλας τόσους πολλούς και καλούς surfers σε μια πόλη που δεν έχει θάλασσα.

Είναι γνωστό ότι για να γνωρίσεις καλύτερα μια πόλη πρέπει να την περπατήσεις. Πάντα λοιπόν όταν ταξιδεύω στο εξωτερικό μου αρέσει να περιπλανιέμαι στο κέντρο της πόλης, χωρίς ιδιαίτερο προορισμό και να βγάζω -αυτές που αποκαλώ εγώ- τουριστικές φωτογραφίες, δηλαδή εικόνες χωρίς καμία «καλλιτεχνική] αξία, απλά για να μου θυμίζουν που πήγα, τι είδα και τι έκανα.

Έτσι λοιπόν, αν και το Μόναχο είναι η πόλη που έχω επισκεφθεί περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη στο εξωτερικό, πάντα μου αρέσει να περπατάω στο κέντρο της και πάντα ανακαλύπτω κάτι καινούργιο. Αυτή τη φορά μάλιστα, κατά τη διάρκεια της παραμονής μου, οι ημέρες ήταν τόσο ηλιόλουστες που οι Βαυαροί είχαν βγει για ηλιοθεραπεία στα πάρκα, στα ποτάμια και τις πλατείες. Την τελευταία μου ημέρα στην πόλη αποφάσισα να ακολουθήσω μια διαδρομή παράλληλη στον ποταμό Isar και να κατευθυνθώ προς το Englischer Garten, όταν και σε ένα σημείο της λεωφόρου βλέπω μαζεμένο κόσμο να κοιτάει κάτω από μια γέφυρα. «Σίγουρα κάποιο ατύχημα θα έγινε» σκέφτηκα και αποφάσισα να διασχίσω το δρόμο χωρίς να είμαι σίγουρος αν θέλω να δω ή όχι το τι ήταν κάτω από τη γέφυρα.

Ο κόσμος παρακολουθούσε από τη γέφυρα τα κόλπα των surfers.

Η έκπληξή μου όμως ήταν μεγάλη όταν φτάνοντας στο σημείο είδα καμιά 10-15 surfers να πηδάνε στον παραπόταμο του Isar που έβγαινε με πίεση κάτω από τη στενή γέφυρα και να προσπαθούν να ισορροπήσουν στα κύματα. Αφού χρειάστηκαν μερικά λεπτά μέχρι να περάσει το αρχικό σοκ, έβγαλα τη μηχανή μου και κάποιες από τις εικόνες σας τις παρουσιάζω εδώ.

Το παράδοξο (για εμένα τουλάχιστον) σε αυτό το είδος surf, δεν είναι ότι σε σπρώχνει το κύμα, αλλά ότι προσπαθείς να ισορροπήσεις κόντρα σε αυτό. Οι surfers ήταν όλων των ηλικιών σχεδόν και όλων των δυνατοτήτων. Από αρχάριους μέχρι άνθρωποι που χειρίζονταν τη σανίδα σαν να ξάπλωναν στον καναπέ του σπιτιού τους για να δουν τηλεόραση! Περίμεναν υπομονετικά δεξιά και αριστερά στις όχθες του ποταμού να έρθει η σειρά τους για να βουτήξουν και να έχουν λίγα δευτερόλεπτα ελευθερίας.

Το παράδοξο σε αυτό το είδος surf, δεν είναι ότι σε σπρώχνει το κύμα, αλλά ότι προσπαθείς να ισορροπήσεις κόντρα σε αυτό.

Συχνά όταν ένας από αυτούς έκανε μια επιτυχημένη φιγούρα οι υπόλοιποι χειροκροτούσαν χτυπώντας τις σανίδες τους και όταν ακόμη έπεφταν και η ροή του ποταμού τους έπαιρνε προς τα πίσω, πάντα επέστρεφαν με ένα τεράστιο χαμόγελο στο πρόσωπό τους. Αυτό γινόταν αρκετές φορές και μετά από μερικές βουτιές, άλλαζαν στην άκρη του ποταμού, έπαιρναν τη σανίδα τους, καβαλούσαν το ποδήλατο ή το longboard τους και πηγαίναν στις δουλείες τους.

Όσο περνούσε οι ώρα, διάφορες σκέψεις περνούσαν από το μυαλό μου. Πώς μια πόλη που δεν έχει καθόλου θάλασσα έχει τόσους πολλούς -και καλούς- surfers; Πώς μια πόλη έχει καταφέρει μέσα στο κέντρο της (σαν να λέμε στην Πανεπιστημίου εδώ στην Αθήνα) να δημιουργήσει τις συνθήκες ώστε οι άνθρωποι στην καθημερινότητα τους να έχουν ανέξοδες και ταυτόχρονα ουσιαστικές στιγμές ψυχαγωγίας και αθλητισμού;

Οι surfers περίμεναν υπομονετικά να τελειώσουν τις φιγούρες οι άλλοι αθλητές για να έρθει η σειρά τους.

Γιατί για παράδειγμα οι ολυμπιακές εγκαταστάσεις του Canoe – Kayak στο Ελληνικό να μην λειτουργούν ως μέρος εκμάθησης surf και canoe με ένα χαμηλό αντίτιμο αλλά παραμένουν κλειστές και ανεκμετάλλευτες; Πόσο μακριά είναι τελικά από την κουλτούρα μας ο καθαρός αθλητισμός (όχι ο πρωταθλητισμός) και πόσο διαφορετική έχουμε στο μυαλό μας την έννοια «διασκέδαση»;

Αυτά τα ερωτήματα πήρα μαζί μου, και συνέχισα τη βόλτα μου στο κέντρο του Μονάχου. Μέχρι το επόμενο ταξίδι, να απολαμβάνουμε την καθημερινότητά μας.

Ένα μικρό άλμα και η περιπέτεια, αλλά και η διασκέδαση, ήταν έτοιμη να ξεκινήσει.

Όταν η διασκέδαση στην πόλη αποκτάει άλλη έννοια (και δεν έχει καμιά σχέση όπως την φανταζόμαστε εμείς).

Άλλωστε το νόημα σε αυτή την διαδικασία δεν είναι να κάνεις την καλύτερη φιγούρα, αλλά να περάσεις μερικές στιγμές χαλάρωσης.

Συχνά όταν ένας από αυτούς έκανε μια επιτυχημένη φιγούρα οι υπόλοιποι χειροκροτούσαν χτυπώντας τις σανίδες τους.

Ακόμη κι όταν έπεφταν και η ροή του ποταμού τους έπαιρνε προς τα πίσω, πάντα επέστρεφαν με ένα τεράστιο χαμόγελο στο πρόσωπό τους.

Και όταν όλα τελείωναν, άλλαζαν, ανέβαιναν στο ποδήλατό τους και έπαιρναν τον δρόμο για τη δουλειά.

 

Διαβάστε ακόμα: Δαμάζοντας τα κύματα στις Μαλδίβες

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top