Δυο μήνες μετά το χτύπημα στους Δίδυμους Πύργους έφτασα να αναρωτιέμαι μήπως θα ήταν καλύτερα να είχε φύγει η ψυχή από το σώμα μου...

Δυο μήνες μετά το χτύπημα στους Δίδυμους Πύργους έφτασα να αναρωτιέμαι μήπως θα ήταν καλύτερα να είχε φύγει η ψυχή από το σώμα μου…

Όταν έπεσαν οι Δίδυμοι Πύργοι ζούσα στη Νέα Υόρκη. Είχα έρθει για σπουδές το 1996 και πίστευα ότι ήθελα να ζήσω εκεί. Όμως το χτύπημα στους Πύργους άλλαξε εντελώς την πορεία της ζωής μου (όπως και εκατομμυρίων άλλων ανθρώπων σε όλο τον πλανήτη). Ήταν η πιο φρικτή μέρα που είχα ζήσει ως τότε, ήταν το πιο υπέροχο πρωινό του Σεπτέμβρη, το φως του ήλιου ήταν λαμπερό και γαλήνιο, η θερμοκρασία τέλεια, πράγμα εξαιρετικά σπάνιο για την ΝΥ, κι αυτό το πιο ουράνιο πρωινό έπεσαν οι Πύργοι και ο καιρός συνέχισε να είναι θαυμάσιος, κάτι που, θυμάμαι, μου έκανε τρομερή εντύπωση: ήταν σαν με αυτόν το εξαιρετικό καιρό η φύση να σχολίαζε το γεγονός και να το επικροτούσε.

Τότε σκέφτηκα ότι τελικά η φύση δεν έχει καμία σχέση με τον άνθρωπο και απλώς βρισκόμαστε εδώ μαζί, ο άνθρωπος αφύσικος μέσα στη φύση. Σήμερα όμως πιστεύω ότι όντως μπορεί η φύση να επικροτούσε το γεγονός εκείνη τη μέρα και ότι ο απίστευτα ωραίος καιρός δεν ήταν μια σύμπτωση, ίσως γιατί σε επίπεδο συνείδησης η καταστροφή και η θυσία τόσων ζωών έδωσε μία κλωτσιά στην κοιμισμένη συνείδηση της ανθρωπότητας. Ίσως η φύση αυτό το ήξερε καλύτερα από μας.

Κατάλαβα μετά το χτύπημα ότι, ζώντας στη ΝΥ, είχα ξεχάσει πως υπάρχει κι ένας άλλος κόσμος, πολλές χώρες κάπου μακριά, που συνδέονται με παράξενους και άγνωστους σε μένα τρόπους με τη Νέα Υόρκη. Η ΝΥ δεν ήταν τελικά όλος ο κόσμος. Ακόμα, παρατήρησα ότι δεν ήμουν σίγουρος πού ήταν ακριβώς το Αφγανιστάν, ή ποιοι ήταν οι Ταλιμπάν και ποιες οι σχέσεις των Αμερικάνων μαζί τους. Έτσι, αυτό το φοβερό χτύπημα με ξύπνησε από μια κοινωνική αφασία και πολιτική αδράνεια, τις οποίες έως τότε απολάμβανα χωρίς να είμαι ευτυχής.

"Μicrowave", Αλέξανδρος Γεωργίου

Αλέξανδρος Γεωργίου, «Μicrowave».

Ερευνώντας τις πολιτικές και οικονομικές συνθήκες που οδήγησαν στο χτύπημα, θυμήθηκα ότι ο πλούτος της Αμερικής και της Ευρώπης βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στην εκμετάλλευση εκατομμυρίων ανθρώπων σε χώρες που εμείς οι ίδιοι ονομάσαμε τριτοκοσμικές, κι ας έχουν αρχαίους ζωντανούς πολιτισμούς με απίστευτη σοφία και πνευματική ανάπτυξη. Ένιωσα τόσο βαθιά αυτή την αδικία, που δεν μπορούσα πλέον να απολαύσω τίποτα, γιατί σκεφτόμουν ότι εκατομμύρια άνθρωποι που δεν γνωρίζω έχουν υποφέρει και υποφέρουν ακόμα ώστε να απολαμβάνω εγώ αυτά τα αγαθά που προσφέρει μια μεγαλούπολη σαν την Νέα Υόρκη.

Μετά τους Δίδυμους Πύργους κατάλαβα ότι, ζώντας στη Νέα Υόρκη, είχα ξεχάσει πως υπάρχει κι ένας άλλος κόσμος, πολλές χώρες κάπου μακριά. Το φοβερό αυτό χτύπημα με ξύπνησε από μια κοινωνική αφασία και πολιτική αδράνεια, τις οποίες απολάμβανα χωρίς να είμαι ευτυχής.

Δυο μήνες μετά το χτύπημα έφτασα να ξυπνώ το πρωί και να αναρωτιέμαι γιατί ξύπνησα και μήπως θα ήταν καλύτερα να είχε φύγει η ψυχή από το σώμα μου κατά τη διάρκεια του ύπνου μου. Τελικά δεν έφυγε η ψυχή μου από το σώμα μου τότε (κι ως τώρα είναι μάλλον ακόμα μέσα μου), αλλά ξύπνησα ένα πρωί και με το που ανοίγω τα μάτια μου είδα τη λέξη Ινδία να παρουσιάζεται στο μυαλό μου. Διάβασα τη λέξη μέσα στη σκέψη μου μεγάλη και καθαρή, Ινδία, και παρόλο που δεν ήξερα τίποτα για αυτή τη χώρα, πέρα από το ότι η πρωτεύουσα λέγεται Δελχί, το ίδιο πρωί επισκέφτηκα την πρεσβεία της κι έκανα αίτηση για τουριστική VISA.

Στη Νέα Υόρκη, πρίν φύγει για την Ινδία, ως υπάλληλος σε catering (φορώντας το υποχρεωτικό φιλέ) ανάμεσα σε πακέτα από μηλόπιτες.

Στη Νέα Υόρκη, πρίν φύγει για την Ινδία, ως υπάλληλος σε catering (φορώντας το υποχρεωτικό φιλέ) ανάμεσα σε πακέτα από μηλόπιτες.

Η πρεσβεία ήταν κάπου στην 5η λεωφόρο και δεν ήξερα τι να περιμένω. Μπαίνοντας στο ημιφωτισμένο εσωτερικό της, βρέθηκα σε μια σχετικά μεγάλη ουρά για να καταθέσω την αίτηση. Πριν προλάβω να βαρεθώ, δύο μικρά παιδιά άρχισαν να τσουλάνε σαν βατραχάκια ξαπλωμένα στο γυαλιστερό πάτωμα και να περνάνε μέσα από την ουρά κι ο κόσμος απλώς άνοιγε δρόμο, χωρίς οι Ινδοί γονείς να κάνουν παρατήρηση κι ούτε κανείς να ενοχλείται. Αυτό με έκανε να πιστέψω ότι μάλλον έκανα καλά που βρισκόμουν εκεί.

 Μετά από τρεις μέρες πήρα τη VISA και έφυγα για το Νέο Δελχί.

«Τα νερά του Γάγγη εξαγνίζουν την ψυχή και αν πεθάνεις στο Βαρανάσι, πας κατευθείαν στον Ινδικό παράδεισο...»

«Τα νερά του Γάγγη εξαγνίζουν την ψυχή και αν πεθάνεις στο Βαρανάσι, πας κατευθείαν στον Ινδικό παράδεισο».

Το σοκ της πρώτης εμπειρίας από την Ινδία με διέλυσε. Σκεφτόμουν ότι αυτό τελικά σημαίνει κατάθλιψη, το να παίρνεις βιαστικές αποφάσεις επειδή ξύπνησες ένα πρωί με την ιδέα μιας πόλης στο μυαλό σου και να χαλάς τα λίγα λεφτά που δεν έχεις για να την επισκεφτείς τρεις μέρες μετά… Στο Νέο Δελχί ήταν τόσο φρικτό να βλέπω εκατοντάδες παιδιά να με ακολουθούν και να μου ζητάνε λεφτά, κι όλοι να με ρωτάνε τι ζητάω εκεί και αν μπορούν να με βοηθήσουν, αλλά μόνο επειδή θέλουν να μου πουλήσουν κάτι… Βέβαια, στην πραγματικότητα τα παιδιά ήταν δυο-τρία και ο κόσμος που με ρωτούσε ήθελε όντως να με βοηθήσει, απλώς εγώ μέσα στη βλακεία της Νέας Υόρκης, στο φόβο και τον παραλογισμό, τα έβλεπα όλα παραμορφωμένα, δεν είχα τα σωστά μάτια να κοιτάξω.

Το πρώτο βράδυ στο Νέο Δελχί, στη μικρή και φτηνή πανσιόν στην κεντρική αγορά και με σκέψεις άμεσης επιστροφής στη Νέα Υόρκη, έκλεισα εξαντλημένος τα μάτια μου και κοιμήθηκα αμέσως, γύρω στις 1.30 όμως μετά τα μεσάνυχτα με ξύπνησε μια μουσική από το δρόμο. Ζαλισμένος ακόμα από τον ύπνο, σηκώθηκα αλλά δεν μπορούσα να δω από πού ερχόταν η μουσική, το παράξενο και σχεδόν μαγικό όμως είναι ότι αυτή τη μουσική την ήξερα και την άκουγα για δύο χρόνια σχεδόν συνέχεια στο studio μου όταν ήμουν στο School of Visual Arts. Είχα μία κασέτα με μουσική από ινδικούς γάμους κι αυτή ακριβώς η μουσική με ξύπνησε το πρώτο μου βράδυ στην Ινδία. Σκέφτηκα ότι δεν μπορούσε να είναι σύμπτωση και πως θα έπρεπε να προσπαθήσω να μείνω.

Το έργο του, wrapped in paper

Το έργο του Αλέξανδρου Γεωργίου «Wrapped in paper».

Το επόμενο πρωί είδα ένα νεαρό να ανοίγει το θερμοσίφωνα που ήταν έξω από το δωμάτιό του. Συστήθηκα και τον ρώτησα μήπως έφευγε εκείνη τη μέρα από το Δελχί κι εκείνος μου απάντησε ότι όντως θα έφευγε σε λίγες ώρες για το Ρίσικες. Δεν είχα ιδέα πού ήταν το μέρος εκείνο, απλώς τον παρακάλεσα να μου βγάλει κι εμένα ένα εισιτήριο κι έτσι έφυγα μαζί του το ίδιο απόγευμα για την βορειοδυτική Ινδία, όπου τελικά ήταν το Ρίσικες. Ουσιαστικά από εκείνη τη στιγμή ξεκίνησε το ταξίδι μου στην Ινδία, το οποίο πραγματικά μου άλλαξε όλη τη ζωή!

Έγραψα όμως περισσότερα για το πώς έφτασα να κάνω αυτό το ταξίδι, γιατί αυτό που μας οδηγεί σε ένα ταξίδι που μας αλλάζει τη ζωή είναι πολλές φορές τόσο σημαντικό όσο και το ταξίδι το ίδιο. Για τις εμπειρίες του πρώτου αυτού ταξιδιού στην Ινδία θα ακολουθήσει ένα ξεχωριστό κομμάτι, γιατί ήδη έχω κουραστεί με όσα έγραψα κι εσείς τώρα μάλλον θα έχετε κουραστεί πιο πολύ από μένα να τα διαβάζετε.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top