OLYMPUS DIGITAL CAMERA

Κώστας Τσόκλης, Χωρίς τίτλο (Σχέδιο για project που δεν πραγματοποιήθηκε για τη Θεσσαλονίκη – Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης 1997), 70 x 100 εκ., μικτή τεχνική σε χαρτί, 1997.

«Τον Κώστα Τσόκλη πότε τον γνωρίσατε;» ρώτησα τον Αλέξανδρο Ιόλα μια από αυτές τις Αλκυονίδες μέρες στη ψαροταβέρνα του Δουράμπεη, όπου έκανε το τραπέζι στον Τζιάνι Βερσάτσε, ο οποίος τον είχε επισκεφθεί και τον φιλοξενούσε στο σπίτι του, στην Αγία Παρασκευή Αττικής.

«Στο Παρίσι, στις αρχές της δεκαετίας του ΄70. Κάποια μέρα ο άντρας της Ιλεάνας Σονάμπεντ, ο Μάικλ, μέσω του ζωγράφου Παύλου με πήγε στον Τσόκλη» μου απάντησε ο Ιόλας.

«Τότε η ζωγραφική του Τσόκλη ήταν τελείως αφηρημένη. Ο αέρας του νεορεαλισμού τον είχε επηρεάσει όπως και πολλούς νέους ζωγράφους εκείνη την εποχή. Ήταν σε ένα μικρό ατελιέ στον 15ο. Μου άρεσε η δουλειά του, του ζήτησα να αρχίσει να επεκτείνει τα έργα του, να τα μεγαλώσει.

Η γκαλερί μου στο Παρίσι ήταν πια καθεστώς. Είχα όλους τους νεορεαλιστές στο τεφτέρι μου. Αγόρασα λοιπόν όλα τα έργα του Τσόκλη και έκανα συμβόλαιο μαζί του» θα συμπλήρωνε ο Αλέξανδρος Ιόλας.

11214351_877691768965780_1985942528540776727_n

Ο Τσόκλης ετοιμάζοντας την έκθεσή του «Στοιχεία για τη δημιουργία πιθανών αριστουργημάτων» το 2015. (Φωτογραφία από τη σελίδα Μουσείο Τσόκλη στο Facebook)

«Είχε αναμφισβήτητα γοητευτική προσωπικότητα ο Ιόλας», θα μου πει ο Τσόκλης, «αλλά ήθελε όλους τους ζωγράφους σαν παιδιά της παρέας του, σαν φόντο. Εξευτέλιζε τον Φασιανό. Τον σήκωνε στις τρεις και στις τέσσερις η ώρα το πρωί και του έλεγε: “Έλα στη γκαλερί μου να ζωγραφίσεις ένα νέο αγόρι που έχω απόψε μαζί μου”. Κι έτρεχε ο Αλέκος και καθόταν και ζωγράφιζε τον γκόμενο του Ιόλα.

Έχω μέσα μου κάτι μεταξύ θυμού και αηδίας για τον Ιόλα, ο οποίος εξαγόρασε με χρήματα το ταλέντο μου. Βέβαια, διαπίστωσα ότι επρόκειτο περί ενός ιδιοφυούς ανθρώπου, αν και κινδυνεύω να μην αποδώσω με τη λέξη “ιδιοφυής” το μέγεθος του Ιόλα. Ήταν πιο πάνω από τους ιδιοφυείς, ήταν ένα φαινόμενο.

Δεν ξέρω όμως αν μπορούσε να νιώσει. Τον άνθρωπο, τη δύναμη του ανθρώπου, τα εκμεταλλεύτηκε ο Ιόλας. Τα έκλεψε πληρώνοντας την προσωπικότητα των ανθρώπων», επιμένει ο Τσόκλης.

«Οι Έλληνες δεν ήθελαν να ακούσουν τι συνέβαινε έξω από τα σύνορα. Το θεωρούσαν ποταπό, μηδαμινό, καθένας από εμάς που καταπιανόταν με κάτι έξω από τα ελληνικά σύνορα ήταν απορριπτέος και αμφίβολης αξίας».

Η συνεργασία του Ιόλα με τον Τσόκλη ήταν πολυτάραχη.

«Κάναμε οχτώ εκθέσεις μαζί με τον Ιόλα. Είχα συμβόλαιο για δεκαπέντε χρόνια μαζί του, έπαιρνα μηνιάτικο. Δε λέω, έκανα λεφτά. Ύστερα, μας έφερε μαζί του στη Ελλάδα, και δες: όταν έναν άνθρωπο της κλάσης του Ιόλα η ελληνική πραγματικότητα κατάφερε μέσα σε πέντε- έξι χρόνια να τον εξαφανίσει, φαντάσου τι περίμενε ανθρώπους σαν κι εμάς, οι οποίοι ως δημιουργοί ήμασταν μεν ανώτεροι από τον Ιόλα, αλλά ως προσωπικότητες ήμασταν ασυγκρίτως κατώτεροί του.

Εμείς είμαστε σίγουρα νεκροί, δεν υπάρχουμε, αφού αυτή η καθημερινότητα της Ελλάδας κατόρθωσε να εξαφανίσει μια φυσιογνωμία τέτοιας εμβέλειας μέσα σε τόσο λίγα χρόνια.

Ουσιαστικά πήγαμε και βάλαμε το κεφάλι μας στη λαιμητόμο μόνοι μας. Οι Έλληνες δεν ήθελαν να ακούσουν τι συνέβαινε έξω από τα σύνορα. Το θεωρούσαν ποταπό, μηδαμινό, καθένας από εμάς που καταπιανόταν με κάτι έξω από τα ελληνικά σύνορα ήταν απορριπτέος και αμφίβολης αξίας.

Τον Τσαρούχη, τον Μόραλη, όλους τους αμφισβητούσαν. Μετά τον Ιόλα, η Ελλάδα άρχισε να δέχεται και την πιθανότητα να είναι κανείς μοντέρνος χωρίς να γίνεται γελοίος.

Ο Ιόλας σε αυτό μας βοήθησε όσο δε γίνεται. Ήταν τέτοια η οντότητα που είχε, που ήταν δύσκολο να τον αμφισβητήσει ο οποιοσδήποτε και να πει ότι ήταν γελοίος αυτός ο άνθρωπος.

Κάποια στιγμή όμως αντιστράφηκαν τα πράγματα. Τώρα πρέπει να δείξεις τη δουλειά σου πρώτα έξω για να είσαι σίγουρος μέσα στη χώρα σου, και σ’ αυτό βοήθησε ο Ιόλας σημαντικά.

16472855_950473585088909_1830332283816870439_n

Ο Αλέξανδρος Ιόλας.

Ήταν ένα είδος σκύλου ο οποίος, αφού έκανε τη βόλτα του στον κόσμο, ήρθε στον τόπο του να πεθάνει. Ένα είδος Οδυσσέα, που πέτυχε να ανέλθει σε νεανική ηλικία και να οραματιστεί το μέλλον ξαναγυρίζοντας σε εμπνεύσεις του παρελθόντος. Σ’ αυτό ήταν συνεπής. Και κάτι ακόμα: στην απλοχεριά του. Επί δεκαπέντε χρόνια με έθρεψε ο Ιόλας χωρίς να πάρει τίποτα από μένα. Μ’ έπαιρνε ξαφνικά τηλέφωνο και μου ‘λεγε: “Κώστα, έχεις λεφτά, παιδί μου; Έλα να σου δώσω δέκα χιλιάδες δολάρια”. Αυτά δεν τα κάνει άλλος άνθρωπος. Ο Ιόλας ήταν ο Ιόλας, σ’ έκανε σκλάβο του και σε κράταγε με τον τρόπο του».

Γονατιστός ο ζωγράφος Παύλος παρακαλούσε τον Ιόλα να γνωρίσει τον Τσόκλη τότε στο Παρίσι και καμάρωνε ο Τσόκλης όταν ο Ιόλας πια έκανε συμβόλαιο μαζί του.

Ωστόσο, όταν ο Ιόλας πέθανε, ο Τσόκλης δεν ένιωσε παρά οργή, παράπονο και θυμό για το μαικήνα: «Ρούφηξε όλη μου την ενεργητικότητα, τη νεότητα, πήρε από μένα ό, τι πιο ζωτικό είχα, ό, τι πιο δημιουργικό μπορούσα να δώσω» παραπονέθηκε. Πόσο μίσος μπορεί να κρύβει μέσα του ένας άνθρωπος, ένας καλλιτέχνης, ο οποίος βοηθήθηκε.

«Όταν τον γνώρισα, ο Τσόκλης ήταν ήδη πενήντα χρονών και άγνωστος ακόμα», θα μου πει ο Ιόλας, «αλλά το έργο του ήταν σημαντικό για έναν Έλληνα καλλιτέχνη που άρπαξε με νύχια και με δόντια τον άνεμο του νεορεαλισμού, ο οποίος μεσουρανούσε τότε στην Ευρώπη».

Τι να πω εγώ. Μου τα είπαν μόνοι τους. Ωστόσο αν κάτι θα έπρεπε να προσθέσω είναι ένα : Η σεμνότητα καμιά φορά στη ζωή είναι απαραίτητη…

 

Διαβάστε ακόμα: Αλέξανδρος Καλλέγιας – «Έφυγα από την Ελλάδα αναζητώντας την εξέλιξη και όχι την απόδραση»

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top