Ο «πατερούλης» των Ελλήνων, Ανδρέας Παπανδρέου, που διαδέχτηκε στις καρδιές τους την πατριαρχική φιγούρα του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Η κουλτούρα της ορθοδοξίας δεν θα μπορούσε να αφήσει ανεπηρέαστους τους κατοίκους τούτου εδώ του τόπου.

Ο «πατερούλης» των Ελλήνων, Ανδρέας Παπανδρέου, που διαδέχτηκε στις καρδιές τους την πατριαρχική φιγούρα του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Η κουλτούρα της ορθοδοξίας δεν θα μπορούσε να αφήσει ανεπηρέαστους τους κατοίκους τούτου εδώ του τόπου.

Η 3η του Σεπτέμβρη 1974, η μέρα της ιδρυτικής διακήρυξης του ΠΑΣΟΚ, υπήρξε η απόληξη μιας σειράς εξελίξεων στο κοινωνικό και το πολιτικό επίπεδο, οι οποίες πέρασαν μέσα από δύο μεγάλα φίλτρα: α) την έκρηξη του κοινωνικού ριζοσπαστισμού και τα αιτήματα για κοινωνική αλλαγή που άρχισαν να αναδύονται τη δεκαετία του ’60 και ανακόπηκαν βίαια από τη δικτατορία –είναι η περίοδος που μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας ριζοσπαστικοποιείται και πιέζει προς την κατεύθυνση του εκδημοκρατισμού του συστήματος– και β) ο αντιδικτατορικός αγώνας, αγώνας χάρη στον οποίο προέκυψαν στο κοινωνικο-πολιτικό πεδίο νέες συλλογικότητες. Είναι αρκετές από αυτές τις καινούριες μορφές συλλογικής δράσης που καταλήγουν, συντιθέμενες, στη δημιουργία του ΠΑΣΟΚ στις 3 του Σεπτέμβρη.

Ο ύμνος του ΠΑΣΟΚ:  Εξετάζοντας τους πολιτικούς φορείς που έπαιξαν σημαίνοντα ρόλο, θα μπορούσαμε να ξεχωρίσουμε την αριστερή πτέρυγα της Ένωσης Κέντρου –υπήρξε ριζοσπαστικοποίηση του κεντρώου χώρου, κυρίως εκείνων των στρωμάτων που βρίσκονταν σε εξ αγχιστείας σχέση με το ΕΑΜικό μπλοκ, καθώς ήταν κομμάτι του συγκεκριμένου συνασπισμού, χωρίς ωστόσο να ανήκει στην κοινωνική βάση της κομουνιστικής Αριστεράς, η οποία εκφράζεται από τον Ανδρέα Παπανδρέου, και οι Δημοκρατικοί Σύνδεσμοι, εντός των οποίων επισυνέβαιναν διεργασίες σύγκλισης με της Αριστερά. Κατά τη διάρκεια της χούντας, αυτές οι συλλογικότητες που κινητοποιήθηκαν προδικτατορικά σε μια λογική μαζικής διαμαρτυρίας τη δεκαετία του ’60 εντάχθηκαν στον αντιδικτατορικό αγώνα, επιλέγοντας μάλιστα την προοπτική της βίαιης αντιπαράθεσης με το καθεστώς. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της επιλογής της ένοπλης σύγκρουσης είναι η απόπειρα κατά του δικτάτορα Γιώργου Παπαδόπουλου από τον Αλέκο Παναγούλη, ο οποίος ήταν κεντρώος – στη διάρκεια της χούντας, η παραδοσιακή Αριστερά δεν σχεδίασε και δεν οργάνωσε, αντίστοιχες με των καινούριων συλλογικοτήτων του Κέντρου, βίαιες ενέργειες αντίστασης.

Εκ των υστέρων, το κόμμα κατέφυγε σε ένα είδος εκβιασμού προς την κοινωνική του βάση, την οποία καλούσε να παραβλέπει τη δεξιά στροφή του.

Η ριζοσπαστικοποίηση, λοιπόν, αυτών των πολιτικών φορέων δημιουργεί το υπόστρωμα για ένα νέο πολιτικό υποκείμενο, το οποίο θα αναδυόταν μετά το τέλος της χούντας. Ο βασικός εκφραστής αυτής της αντίληψης ήταν προφανώς το ΠΑΚ, η αντιστασιακή ομάδα που δημιούργησε ο Ανδρέας Παπανδρέου, ενώ σημαντικός πυλώνας υπήρξε η Δημοκρατική Άμυνα, μια κεντροαριστερή συλλογικότητα που είχε σημείο αναφοράς τον Όμιλο «Αλέξανδρος Παπαναστασίου», ένα σύνδεσμο διανοουμένων της δεκαετίας του ’60. Η Δημοκρατική Άμυνα συγκροτείται από προοδευτικούς, διανοούμενους και δημοκράτες της εποχής, οι οποίοι εμπνέονταν από τις ιδεολογικές αρχές της παραδοσιακής σοσιαλδημοκρατίας, διατύπωναν προτάσεις για τον εκσυγχρονισμό της ελληνικής κοινωνίας και τον εκδημοκρατισμό του ελληνικού κράτους και υιοθέτησαν μια συνεπή αντιδικτατορική δράση.

Το ΠΑΣΟΚ σε ρόλο μεσσία ανέλαβε να σώσει τους «μη προνομιούχους» από την κοινωνική απαξία που τους είχε καταδικάσει το μετεμφυλιακό κράτος.

Το ΠΑΣΟΚ σε ρόλο μεσσία ανέλαβε να σώσει τους «μη προνομιούχους» από την κοινωνική απαξία που τους είχε καταδικάσει το μετεμφυλιακό κράτος.

Η βάση από την οποία γεννήθηκε το ΠΑΣΟΚ δεν ήταν αποκλειστικά εκείνη της Ένωσης Κέντρου. Η αναφορά του νέου πολιτικού φορέα, τουλάχιστον μέχρι τη δεκαετία του ’90, δεν ήταν προς τον Γεώργιο Παπανδρέου και τον Ελευθέριο Βενιζέλο, αλλά προς τον Άρη Βελουχιώτη, τους αγώνες της Αριστεράς τις δεκαετίες του ’50 και του ’60, το αντιδεξιό συναίσθημα. Ο αρχικός ριζοσπαστικός προσανατολισμός παρέχει τη δυνατότητα μιας γερής αφετηρίας στο ΠΑΣΟΚ, ώστε αυτό να μπορέσει να πάρει προβάδισμα από τις υπόλοιπες αριστερές δυνάμεις την πρώτη μεταπολιτευτική περίοδο. Το κείμενο της ιδρυτικής διακήρυξης του ΠΑΣΟΚ είναι σαφές αναφορικά με το τι επιδιώκει το κίνημα, ασχέτως αν αυτό απλοποιούσε πολύ πιο σύνθετα προβλήματα, δίνοντας όμως παράλληλα μια συγχρονική απάντηση στα ερωτήματα που έθετε η κοινωνία. Το μεγάλο πλεονέκτημα του ΠΑΣΟΚ έναντι της Ενωμένης Αριστεράς το 1974 ήταν πως ανέδειξε ως κεντρικό του σύνθημα το «Σοσιαλισμός στις 18» – οι πρώτες εκλογές μετά τη δικτατορία διενεργήθηκαν στις 17 του Νοέμβρη. Αν και ήταν ένα φληνάφημα, αν αναλογιστούμε την κατάσταση που βρισκόταν το ΠΑΣΟΚ εκείνη την περίοδο, ωστόσο έδινε το μήνυμα πως ο λόγος ύπαρξης του κινήματος δεν ήταν η διατύπωση του αριστερού αφηγήματος της ανάλυσης της ελληνικής κοινωνίας, αλλά η δίχως καθυστερήσεις ανάδειξη των αποκλεισμένων για διάφορους λόγους πολιτών από τις πολιτικές διεργασίες στο προσκήνιο. Και μόνο που η ελίτ του ΠΑΣΟΚ προσδιορίζει το νέο φορέα ως «κίνημα» είναι ενδεικτικό της διάθεσης ρήξης με το παρελθόν της κομματοκρατίας, ενώ ταυτόχρονα προσδίδει την αίσθηση στους συμμετέχοντες πως είναι μέρος μιας σαρωτικής κοινωνικής δυναμικής.

Απόσπασμα από την προεκλογική ομιλία του Ανδρέα Παπανδρέου το 1974 στη Λάρισα:

Όπως ήταν αναμενόμενο, η πορεία του ΠΑΣΟΚ προς την εξουσία διαμόρφωνε εσωτερικές συγκρούσεις και αντιπαραθέσεις τόσο ως προς το περιεχόμενο αυτής της πορείας όσο και ως προς το περιεχόμενο της κατάληξής της. Πώς, δηλαδή, αυτό το κόμμα που φιλοδοξεί να κυβερνήσει την Ελλάδα θα κυβερνήσει την Ελλάδα. Ο Ανδρέας Παπανδρέου επέλυσε αυτό το ζήτημα με έναν πολύ απλό τρόπο: με διαγραφές! Ο Παπανδρέου, λοιπόν, σε εκείνη τη φάση επέδειξε ηγετικό αυταρχισμό, o oποίος όμως –και αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία– δεν συνοδεύτηκε από εσωστρέφεια, αλλά από άνοιγμα στην κοινωνία και από την καλλιέργεια της κουλτούρας της συμμετοχής και της πράξης: η αντίληψη πως επιτέλους πρέπει να ξεφύγουμε από τις ατέρμονες ιδεολογικές αντιπαραθέσεις και να οργανώσουμε την «άλωση» των συνδικάτων και των δήμων, με άλλα λόγια, να δημιουργήσουμε τις πολιτικές και τις κοινωνικές προϋποθέσεις της ανόδου του κόμματος στην εξουσία. Το κυνικό «ξεκαθάρισμα λογαριασμών», λοιπόν, συνοδεύτηκε και από μια εμπροσθοβαρή κίνηση και αυτό διέσωσε, έστω στο ελάχιστο, το ριζοσπαστικό χαρακτήρα του ΠΑΣΟΚ ακόμη και την εποχή που ξεφεύγει από τον πρώιμο ριζοσπαστισμό της πρώτης μεταπολιτευτικής περιόδου και μεταβάλλεται από ένα καινοφανές κίνημα σε κόμμα της κυβερνητικής ευθύνης. Η συγκρότηση του κοινωνικού ΠΑΣΟΚ, του πιο σταθερού υποστυλώματος της ΠΑΣΟΚικής εξουσίας στα χρόνια του κυβερνητισμού, υπήρξε αποτέλεσμα δουλειάς στη βάση – π.χ. το ΠΑΣΟΚ είχε σημαντικότατη εμπλοκή στο κίνημα του εργοστασιακού συνδικαλισμού τη δεκαετία του ’70.

Απόσπασμα από την προεκλογική ομιλία του Ανδρέα Παπανδρέου το 1977 στο Ηράκλειο Κρήτης:

Πλησιάζοντας προς την εξουσία, μπορούμε να παρατηρήσουμε πως η πολιτική ελίτ του κόμματος συντηρητικοποιείται, αλλά αυτή η στάση γίνεται σημαντική για τον προσανατολισμό του ΠΑΣΟΚ μετά το 1981. Βέβαια, ο Ανδρέας Παπανδρέου κατανοούσε πως πρέπει το ΠΑΣΟΚ ως κυβέρνηση να παράγει κάποιες πολιτικές εκροές προς την κοινωνία, οι οποίες θα επέτρεπαν να είναι σχετικά συνεπής με τις εξαγγελίες του. Μπορεί μετά το 1981 το ΠΑΣΟΚ να μην οργάνωσε το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της ελληνικής κοινωνίας, όμως μεθόδευσε την αναδιανομή εισοδημάτων, χάρη στην οποία οικονομικά στρώματα που βρίσκονταν στα όρια της ένδειας είδαν να βελτιώνεται ο τρόπος ζωής τους. Δεξιώθηκε ο κόσμος πολιτικές που άλλαξαν τη ζωή του και, κατά συνέπεια, διαμόρφωσαν πολιτική στάση.

Ο Ανδρέας Παπανδρέου με τα μέλη της πρώτης κοινοβουλευτικής ομάδας του ΠΑΣΟΚ. Δεύτερη σειρά από δεξιά: Γιάννης Κουτσοχέρας, Γάκιας Παπαδημητρίου, Γιάννης Παπασπύρου και Γιάννης Αλευράς. Τρίτη σειρά: Γιάννης Χαραλαμπόπουλος και Γιάννης Φλώρος.

Ο Ανδρέας Παπανδρέου με τα μέλη της πρώτης κοινοβουλευτικής ομάδας του ΠΑΣΟΚ. Δεύτερη σειρά από δεξιά: Γιάννης Κουτσοχέρας, Γάκιας Παπαδημητρίου, Γιάννης Παπασπύρου και Γιάννης Αλευράς. Τρίτη σειρά: Γιάννης Χαραλαμπόπουλος και Γιάννης Φλώρος.

Την πρώτη κυβερνητική του τετραετία, 1981-85, το ΠΑΣΟΚ παίρνει μέτρα που αποκαθιστούν μια σειρά από αδικίες και αναχρονισμούς: ενδεικτικά θα αναφέρω το νόμο 1267/82 για τα συνδικάτα, το νόμο πλαίσιο για το πανεπιστήμιο, την αναγνώριση της εθνικής αντίστασης, τη δημιουργία του ΕΣΥ, τον εκδημοκρατισμό της δημόσιας διοίκησης. Φυσικά, υπάρχουν και οι αντιφάσεις που αναφαίνονται το διάστημα της άσκησης του κυβερνητικού έργου: ναι μεν επέφερε τον εκδημοκρατισμό του συνδικαλιστικού κινήματος, ταυτόχρονα όμως επιχείρησε να το ελέγξει «από τα πάνω» ή προωθούσε το περίφημο άρθρο 4 για τις απεργίες. Αυτά τα φαινόμενα, λοιπόν, συνέτειναν ώστε να σμιλευτεί ο αντιφατικός χαρακτήρας του ΠΑΣΟΚ.

Το ΠΑΣΟΚ του Σημίτη στράφηκε στην ανάδειξη δυναμικών κοινωνικών στρωμάτων, τα οποία θα λειτουργούσαν σαν μηχανή της κοινωνικής του επιρροής.

Εκ των υστέρων, το κόμμα κατέφυγε σε ένα είδος εκβιασμού, εκβιασμό που ασκούσε προς την κοινωνική του βάση, την οποία καλούσε να παραβλέπει τη δεξιά στροφή του, αναλογιζόμενη την κοινωνική θέση πριν από την εγκατάσταση του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία. Το νέο ιστορικό υποκείμενο, οι «μη προνομιούχοι», βρισκόταν διαρκώς υπό την αίρεση ενός αφανούς εξαναγκασμού: ή στηρίζετε το κόμμα μας/σας ή επιστρέφει η Δεξιά με ρεβανσιστικές διαθέσεις και θα επιστρέψετε στην «κοινωνική ακινησία» που επέβαλε στην κοινωνία το μετεμφυλιακό κράτος.

Ο Βαγγέλης Βενιζέλος με τον Γιώργο Παπανδρέου: μοιραίοι και άβουλοι, οδηγούν το ΠΑΣΟΚ στη διάλυση.

Ο Βαγγέλης Βενιζέλος με τον Γιώργο Παπανδρέου: μοιραίοι και άβουλοι, οδηγούν το ΠΑΣΟΚ στη διάλυση.

Τη δεύτερη κυβερνητική θητεία του ΠΑΣΟΚ, το 1985-89, το καράβι στρέφεται σε εμφανή πορεία προς τα δεξιά. Το πρόβλημα με το χρέος γίνεται πιεστικό και με δεδομένη τη συμμετοχή της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα και την απορρέουσα εξ αυτής υποχρέωση του δημοσιονομικού συμμαζέματος, με πρωτοβουλία του Ανδρέα Παπανδρέου ξεκινά το περιβόητο πρόγραμμα σταθεροποίησης, το οποίο σήμαινε μηδενικές αυξήσεις μισθών και ήπια λιτότητα, το οποίο ανέλαβε να υλοποιήσει ως υπουργός Οικονομικών ο Κώστας Σημίτης. Και πάλι ο Ανδρέας, βλέποντας πως μέσα από αυτήν τη διαδικασία διαλύεται η κοινωνική συμμαχία, αποπέμπει τον Σημίτη και επανακάμπτει σε μια πρότερη πρακτική, χωρίς αυτή να έχει το συμβολικό δυναμισμό που είχαν οι πολιτικές του της πρώτης τετραετίας. Και το κυριότερο είναι το εξής: η απότομη άνοδος στην εξουσία, εξαιτίας της οποίας δημιουργήθηκε μια νέα ελίτ που δεν είχε την ιστορική γείωση και την παράδοση που είχαν οι προηγούμενες ελίτ εξουσίας, επέφερε τρομακτική διαφθορά και σήψη, με αποτέλεσμα να φτάσουμε στο «βρόμικο ’89».

Όμως, σε συνθήκες ακραίας πόλωσης, στις αρχές της δεκαετίας του ’90, το ΠΑΣΟΚ όχι μόνο καταφέρνει να διατηρήσει την κοινωνική του βάση, αλλά επιπλέον η βάση αυτή εμφανίζεται να είναι η πιο λαϊκο-εργατική στην ιστορία του κινήματος. Τα εργατικά στρώματα εκείνης της περιόδου στήριξαν το ΠΑΣΟΚ. Αυτό το γεγονός δείχνει το βάθος μιας κοινωνικής αντιπαράθεσης που έχει προηγηθεί. Και αυτό, λοιπόν, έσωσε το ΠΑΣΟΚ από την εξαφάνιση, την οποία προσδοκούσε η Αριστερά μέσω του Συνασπισμού.

Τυπική εικόνα της δεκαετίας του ’80. Πράσινες βαπτίσεις, γαλάζια καφενεία, η Ελλάδα βαθιά διαιρεμένη συνεγείρεται από το κοινό όραμα της «εύκολης αρπαχτής».

Τυπική εικόνα της δεκαετίας του ’80. Πράσινες βαπτίσεις, γαλάζια καφενεία, η Ελλάδα βαθιά διαιρεμένη συνεγείρεται από το κοινό όραμα της «εύκολης αρπαχτής».

Το ΠΑΣΟΚ από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 έχει εισέλθει σε άλλη τροχιά. Έχει ξεφύγει από την αναδιανεμητική λογική, μέσω των πελατειακών δικτύων, και τροχοδρομεί στη λογική της υποστήριξης του εγχειρήματος του εξευρωπαϊσμού. Ο ίδιος ο Ανδρέας Παπανδρέου, με την αποδοχή εκ μέρους του της Συνθήκης του Μάαστριχτ το 1992, υιοθετεί τις ντιρεκτίβες της Ένωσης για το μοντέλο της οικονομικής οργάνωσης της Ελλάδας. Όπως γίνεται αντιληπτό, με τη βιολογική φθορά του ηγέτη του κόμματος, δίνεται η δυνατότητα να προκριθούν στελέχη που μπορούν να εκφράσουν την πολιτική στόχευση του ΠΑΣΟΚ εκείνης της περιόδου. Και ο Κώστας Σημίτης είναι η πιο εμβληματική φυσιογνωμία αυτών των στελεχών, ο οποίος στηρίχτηκε από ετερόκλητα στοιχεία για να κερδίσει την κούρσα διαδοχής από τον Άκη Τσοχατζόπουλο: από το εκσυγχρονιστικό μπλοκ, μέχρι το συνδικαλιστικό του ΠΑΣΟΚ και τους εκφραστές του γνήσιου λαϊκισμού της δεκαετίας του ’80. Και ο λόγος ήταν ότι ο Κώστας Σημίτης μπορούσε να διασφαλίσει τη συνέχεια του ΠΑΣΟΚ στο κράτος.

Ο ΓΑΠ καταφεύγει σε πειραματισμούς, θυμίζοντας τον ήρωα του Χέρτζογκ, τον Φιτζκαράλντο, ο οποίος πήγε στη ζούγκλα, αποφασισμένος να φτιάξει μια όπερα, σύροντας στην κορυφή ενός λόφου ένα τεράστιο ατμόπλοιο.

Το ΠΑΣΟΚ ξεκίνησε ως ριζοσπαστικό κίνημα, όμως μετεξελίχθηκε σε κόμμα του κράτους. Η συνεχής παρουσία του στην εξουσία τού δημιούργησε έξεις και ποιότητες στην πολιτική του πρακτική που πλέον καθιστούσαν το κόμμα βασικό εργαλείο προκειμένου να υλοποιηθεί η στρατηγική του κράτους. Το ΠΑΣΟΚ του Σημίτη προσπάθησε να συντηρήσει κάποιους δεσμούς με τα λαϊκά στρώματα, ωστόσο το ενδιαφέρον του στράφηκε στην ανάδειξη κάποιων δυναμικών κοινωνικών στρωμάτων, τα οποία θα λειτουργούσαν σαν μηχανή της κοινωνικής του επιρροής και κατ’ επέκταση της εκλογικής του επιτυχίας. Βρισκόμαστε πλέον στην εποχή που οι επικοινωνιολόγοι κάνουν λόγο για το μεσαίο χώρο και ουσιαστικά μιλούν για ένα κομμάτι κοινωνικών στρωμάτων –επιχειρηματίες, στελέχη επιχειρήσεων, πλούσια αμειβόμενη υπαλληλία τόσο του δημόσιου όσο και του ιδιωτικού τομέα, διανοούμενοι-τεχνοκράτες– τα οποία αναπαράγονται από τη δημοκρατική διευθέτηση όπως είναι διαμορφωμένη στα τέλη της δεκαετίας του ’90 και στις αρχές της νέας χιλιετίας. Αυτά τα στρώματα χαρακτηρίζονται από μετριοπάθεια και από συντηρητικό πνεύμα στις επιλογές του.

Ο Κώστας Σημίτης αποσάρθρωσε την κοινωνική βάση του ΠΑΣΟΚ και αναζήτησε νέες κοινωνικές συμμαχίες..

Ο Κώστας Σημίτης αποσάρθρωσε την κοινωνική βάση του ΠΑΣΟΚ και αναζήτησε νέες κοινωνικές συμμαχίες..

Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, το γεγονός πως η Νέα Δημοκρατία του Κώστα Καραμανλή υιοθετεί θέσεις πολιτικές που βρίσκονται πολύ κοντά στη δεξιά πτέρυγα της σοσιαλδημοκρατίας. Με αυτό τον τρόπο συμβαίνει η μετάλλαξη στη στελεχιακή δομή του ΠΑΣΟΚ, και στον πολιτικό του λόγο, και στην εκλογική του βάση. Ακόμη κι έτσι όμως, εκείνη την εποχή ο Κώστας Σημίτης εξακολουθεί να κατανοεί το ΠΑΣΟΚ ως κομμάτι της Αριστεράς. Δεν έχουμε φτάσει στο συνονθύλευμα που είναι το σημερινό ΠΑΣΟΚ.

Μετά το 2001, και ιδιαίτερα ύστερα από το ασφαλιστικό, όταν υπήρξε η μεγάλη ρήξη στην κοινωνική βάση του κόμματος, σταδιακά η κυβέρνηση Σημίτη άρχισε να μπλέκει στο φαύλο κύκλο της διαφθοράς. Όσο πλησίαζε το 2004, η στελεχιακή βάση αντιλαμβανόταν ότι ο Σημίτης δεν μπορούσε να κερδίσει τις εκλογές. Οπότε όλη η «σκηνογραφία του δαχτυλιδιού», της αλλαγής σκυτάλης και της ανάδειξης του Γιώργου Παπανδρέου καταδεικνύει πως το κόμμα του κράτους δεν κολλάει σε πρόσωπα και πως η ανάγκη υλοποίησης της στρατηγικής του κράτους χρειάζεται ικανούς πολιτικούς, οι οποίοι μπορούν να διασφαλίσουν τη συνέχεια.

Ο Γιώργος Παπανδρέου, λοιπόν, κλήθηκε να μετριάσει σχετικά την εκλογική κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ. Το χαρακτηριστικό γνώρισμα της διακυβέρνησης του Γιώργου Παπανδρέου είναι η απουσία ιδεολογικού κέντρου βάρους – είμαστε στην περίοδο της αχαλίνωτης ιδεολογικής ασάφειας. Καταφεύγει σε πειραματισμούς, θυμίζοντας τον ήρωα του Χέρτζογκ, τον Φιτζκαράλντο, ο οποίος πήγε στη ζούγκλα, αποφασισμένος να φτιάξει μια όπερα, σύροντας στην κορυφή ενός λόφου ένα τεράστιο ατμόπλοιο. Και είναι η έλλειψη ιδεολογικού βάρους που τον κάνει ευεπίφορο στην εξωτερική πίεση και οδηγεί την Ελλάδα στον αστερισμό των μνημονίων. Αν διέθετε σαφείς πολιτικές αρχές, δεν θα ήταν τόσο εύκολο να χειραγωγηθεί. Ο Γιώργος Παπανδρέου –ο οποίος δεν εμπιστεύτηκε το ΠΑΣΟΚ– απλώς συνέλεγε καλές πρακτικές απ’ όλο τον κόσμο, έτσι θα μπορούσε να γράψει ένα βιβλίο με τίτλο «Οι 50 καλύτερες πρακτικές διακυβέρνησης απ’ όλο τον κόσμο».

3 του Σεπτέμβρη 1974: Η ιδρυτική διακήρυξη του ΠΑΣΟΚ. Το σύνθημα «Λαϊκή κυριαρχία, εθνική ανεξαρτησία» αναδεικνύεται σε κοινό τόπο στις συζητήσεις πολιτικού περιεχομένου.

3η του Σεπτέμβρη 1974: Η ιδρυτική διακήρυξη του ΠΑΣΟΚ. Το σύνθημα «Λαϊκή Kυριαρχία, Eθνική Aνεξαρτησία» αναδεικνύεται σε κοινό τόπο στις συζητήσεις πολιτικού περιεχομένου.

Κι έτσι φτάσαμε στη «συγκυβέρνηση εθνικής σωτηρίας, μέρος πρώτο», την παραίτηση του Γιώργου, την ανάληψη των προεδρικών καθηκόντων από τον Βαγγέλη Βενιζέλο, τη «συγκυβέρνηση εθνικής σωτηρίας, μέρος δεύτερο» και τον εκλογικό καταποντισμό του ΠΑΣΟΚ στις πρόσφατες ευρωπαϊκές εκλογές. Πλέον το ΠΑΣΟΚ οδηγείται στην πολιτική του περιθωριοποίηση –ακόμη και τα τελευταία ίχνη κοινωνικής υποστήριξης σταδιακά θα εξαφανιστούν, περιθωριοποίηση που οφείλεται κατά μεγάλο μέρος στον Βαγγέλη Βενιζέλο. Η παρουσία και η λογική του καθηλώνει περαιτέρω το ίδιο το ΠΑΣΟΚ.

Η περιπέτεια, λοιπόν, του ΠΑΣΟΚ, που ταυτίζεται με την περιπέτεια της ελληνικής κοινωνίας στη μεταπολίτευση, φαίνεται ότι ολοκληρώνεται κάπου εδώ. Είναι σαφές ότι το παρακολούθημα του ΠΑΣΟΚ ήταν το παρακολούθημα μιας κοινωνίας που βρισκόταν σε μια διαρκή συνθήκη μετάβασης. Άρα η παθογένεια του ΠΑΣΟΚ αντανακλά κοινωνικές αντιφάσεις και συγκρούσεις, οι οποίες αναδείχτηκαν σε όλη τη διάρκεια της μεταπολίτευσης.

 

Ο Κώστας Ελευθερίου είναι υποψήφιος διδάκτορας Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και επιστημονικός συνεργάτης της ΕΣΕΕ. Το βιβλίο των Κώστα Ελευθερίου και Χρύσανθου Τάσση «Η Άνοδος και η Πτώση (;) Ενός Ηγεμονικού Κόμματος» (2013) κυκλοφορεί από τις εκδ. Σαββάλας.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top