Εργασίες κατασκευής διαδρόμων στον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης, Αθήνα, 31 Οκτωβρίου, 2020. Φωτό George Vitsaras / SOOC.

Από τη μια η ανατριχιαστική εικόνα της παχιάς στρώσης τσιμέντου στον ιερό βράχο. Από την άλλη οι διαβεβαιώσεις των αρμοδίων και του ίδιου του Μανόλη Κορρέ, του ακαδημαϊκου που αφιέρωσε τη ζωή του στα έργα αναστηλωσης της Ακρόπολης, πως οι νέες αυτές παρεμβάσεις δεν ήταν μόνο απαραίτητες αλλά ουσιαστικά επιδιορθωτικές / συμπληρωματικές των αντίστοιχων παλαιοτέρων που υπήρχαν.

«Όσοι παραπονιέστε δεν έχετε ανέβει στην Ακρόπολη», γράφουν πολλοί φίλοι στο Facebook. Όμως έχω ανέβει πολλές φορές και μπορώ να «επιβεβαιώσω» τρόπον τινά και τις δυο πλευρές: Αφενός η πρόσβαση ήταν πράγματι δυσχερής πάνω στο ανώμαλο έδαφος. Αφετέρου όμως δεν αισθανόσουν ότι υπήρχε τσιμέντο κάτω από τα πόδια σου. «Μα βέβαια, διότι ήταν φθαρμένο», θα αντιτείνουν οι υπέρμαχοι των σημερινών παρεμβάσεων. Η ειρωνεία λοιπόν είναι ότι η προϊούσα φθορά στις όποιες επιστρώσεις δημιουργούσε ανεκτότερο αισθητικά αποτέλεσμα. Ο πανδαμάτωρ χρόνος είχε σμιλέψει και το τσιμέντο στον ιερό βράχο.

Υπήρχε τσιμέντο στην Ακρόπολη αλλά ο πανδαμάτωρ χρόνος το είχε σμιλέψει κι αυτό.

Επαναλαμβάνουμε διαρκώς ο «ιερός βράχος». Μια βραχώδης επιφάνεια έχει ορισμένα χαρακτηριστικά επικινδυνότητας, αισθητικής αλλά και μονιμότητας. Πάνω σε αυτή απαιτούνται επεμβάσεις που θα επιτρέπουν μεν την ασφαλή πρόσβαση αλλά θα είναι ελαφριές, αναστρέψιμες και καλαίσθητες. Πως να μην σου «χτυπήσει» στο μάτι κάτι τόσο τεχνικό και λείο όπως μια παχιά – φαρδιά στρώση τσιμέντου που «έπεσε» τώρα;

Είναι εύκολο να γκρινιάζεις χωρίς να προτείνεις λύσεις και ομολογώ ότι δεν έχω λύση για την πρόσβαση των ΑΜΕΑ στον ιερό βράχο. Φαντάζομαι όμως ότι «όταν ο άνθρωπος έχει πια πατήσει στο φεγγάρι» (κατά την προσφιλή έκφραση που μετρά πλέον πάνω από μισό αιώνα) μπορεί να βρει έναν τεχνικά σωστό, αρχαιολογικά αποδεκτό και αισθητικά οχι απλώς αποδεκτό αλλά εξαιρετικό τρόπο για να γίνουν βατά λίγα μέτρα πάνω στις λείες κροκάλες ενός «βράχου» στο κέντρο μιας σύγχρονης πόλης.

Θα είναι κάποιου είδος ντεκ από ξύλο; Κάποιο πατητό χώμα που θα αναγκαζόμαστε να ανανεώνουμε κάθε τρεις και λίγο; Ένα πέτρινο λιθόστρωτο αλά Πικιώνη που θα προέκυπτε από διεθνή αρχιτεκτονικό διαγωνισμό; Όπου η κάθε πέτρα θα τοποθετούνταν σε συγκεκριμένο σημείο με σχέδιο από δορυφόρο αφού πρώτα θα είχε μπει από κάτω εκμαγείο από την πιο ανθεκτική ρητίνη τυπωμένο σε 3D printer που θα προστατεύει το βράχο και θα μπορεί να αφαιρεθεί από τον συντηρητή ή αρχαιολόγο του μέλλοντος; Πιθανότατα λέω βλακείες.

Τολμώ όμως να πω ότι μέχρι να γίνουν οι μελέτες επι μελετών (δεν μιλάμε εδώ για το συντριβάνι της Ομόνοιας), να βρεθούν τα χρήματα ή οτιδήποτε άλλο χρειάζονταν, ας μην είχαν καλή πρόσβαση οι συνάνθρωποι μας με κινητικά προβλήματα και το λέω σκύβοντας το κεφάλι εμπρός τους με όλο το σεβασμό.

Είναι ντροπή μας να τσακωνόμαστε για την Ακρόπολη αντί να κάνουμε τα αδύνατα δυνατά για να βρεθεί η καταλληλότερη λύση.

Εν τελει καταλήγω στο μελαγχολικό συμπέρασμα ότι δεν είμαστε άξιοι θεματοφύλακες της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς που μας εμπιστεύτηκε η ιστορία. Και η σημερινή πολιτική ηγεσία όπως και οι προηγούμενες και όλοι εμείς οι πολίτες που γκρινιάζουμε ή τσακωνόμαστε, που επισκεπτόμαστε τα μνημεία ή αδιαφορούμε, που τα σεβόμαστε ή τα κακοποιούμε, προτιμάμε να βρίσκουμε εύκολες λύσεις ή να τα ρίχνουμε στους προηγούμενους, προτιμάμε να πληγώνουμε τη φύση την παιδεία ή τον πολιτισμό μας αρκεί να μπορούμε να υποδείξουμε τον πολιτικό αντίπαλο ως φταίχτη.

Είναι ντροπή μας να τσακωνόμαστε για την Ακρόπολη αντί να κάνουμε τα αδύνατα δυνατά για να βρεθεί η καταλληλότερη λύση. Τι κι αν ήταν στρωμένη στο παρελθόν με κάποιο τσιμεντοκονίαμα; Πρέπει να στρώνεται για πάντα με όλο και παχύτερες και ανθεκτικότερες στρώσεις;

Ο ίδιος ο Μανόλης Κορρές γράφει πως «τέτοια έργα, παρά την επιστημονική ορθότητα και την κοινωνική χρησιμότητά τους, συνεπάγονται και απώλειες συναισθηματικής κυρίως φύσεως».

Ο ίδιος ο Μανόλης Κορρές γράφει στην επιστολή του που κάνει σήμερα το γύρο του διαδικτύου, το εξής σημαντικό κατά τη γνώμη μου: «τέτοια έργα, παρά την επιστημονική ορθότητα και την κοινωνική χρησιμότητά τους, συνεπάγονται και απώλειες συναισθηματικής κυρίως φύσεως: εν προκειμένω κάτι από την παλαιά ρομαντική εικόνα που πάντοτε θα συντηρώ στις αναμνήσεις μου (με ανάμεικτα αισθήματα) θα χαθεί». Αυτά τα λόγια του θεωρώ ότι δεν έχουν επαρκώς υπογραμμιστεί και νιώθω ότι κρύβουν αρκετό νόημα. Μπαίνω στον πειρασμό να εικάσω ότι και ο ίδιος ίσως προτιμούσε μια άλλη λύση.

Βεβαίως ο καθηγητής καταλήγει: «επιβάλλεται σε κάθε περίσταση ανάληψης ευθυνών η στάθμιση οφέλους και απώλειας (που θα ήταν αχαριστία να μη τη δεχόμαστε, όταν τα οφέλη είναι πολύ μεγαλύτερα)». Καμία αντίρρηση, όμως θεωρώ ότι θα έπρεπε το υπουργείο πολιτισμού να θέσει σε δημόσια συζήτηση τη στάθμιση οφέλους και απώλειας για να τοποθετηθεί η ευρύτερη επιστημονική κοινότητα και να γνωρίζει η κοινωνία.

Είναι πολύ δύσκολο αλλά και ενδιαφέρον να σταθμίσεις οφέλη οικονομικά (τεχνικό κόστος) και κοινωνικά (προσβασιμότητα) έναντι αισθητικών ή συναισθηματικών απωλειών και πιθανότατα να μην υπάρχει απάντηση όταν σταθμίζουμε ανόμοια πράγματα. Είναι ωστόσο βέβαιο ότι η αισθητική, η ηθική, το συναίσθημα, η μνήμη και τόσα άλλα μη τεχνοκρατικά μεγέθη, δεν είναι καθόλου υποδεέστερα και πρέπει να «ακουστούν» δυνατά όταν μιλάμε για το κορυφαίο μνημείο του δυτικού πολιτισμού.

 

Διαβάστε ακόμα: Πρέπει να αποκαθιστούμε πλήρως τα μνημεία;

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top