Ο Αλέξανδρος Κορέσσης θυμάται την Ελλάδα της δεκαετίας του ’80 – τότε που το 2018 έμοιαζε πολύ μακρινό. (Όλες οι φωτογραφίες είναι από την έκθεση GR80s που πραγματοποιήθηκε από τον Ιανουάριο έως τον Μάρτιο 2017 στη Τεχνόπολη)

Down memory lane λοιπόν, με καλή διάθεση λόγω των ημερών, κι ας θυμηθούμε τους κινηματογράφους Α’ και Β’ προβολής, το τέρμα των «μία και είκοσι», συνήθως στα Χαυτεία, την οκά να παλεύει με το κιλό, τα επιστρεφόμενα μπουκάλια, το χύμα βούτυρο στον μπακάλη, τα χύμα τσιγάρα στο περίπτερο, τα χριστουγεννιάτικα δώρα γύρω απ’ το «βαρέλι» του τροχονόμου, τον δαίμονα του τυπογραφείου (που ζει και βασιλεύει ως autocorrect)…

Τον βαλέ κούπα, μανταλακωμένο στο «πιρούνι» του ποδηλάτου Phillips, Raleigh, ESKA ή Velamos, τα παντελόνια καμπάνα με τις κοφτές τσέπες, τα κοστούμια με την κόκκινη φόδρα και τα «ντυμένα» κουμπιά, τα μίνι, τα Αρρένων και Θηλέων (και τα απογευματινά), τη ροδακινόπιτα στον Μήτσο, το επαγγελματικό συνάλλαγμα, τους 24, 28 ή 32 μήνες στρατιωτικής θητείας…

Τα ριάλια του Βιολάρη (και τον Δώρο Γεωργιάδη), τη μυκονιάτικη «Παναγιά της Τήνου» και τη σπετσιώτικη «Νεράιδα», τον ετήσιο αναγκαίο αντιτετανικό, το παγωτό Κιλιμάντζαρο στου Φλόκα, τις τάρτες φράουλα του Delice, τον «Αλόρα» να κάνει «πόρτα» στις Μούσες, το Anais Anais και το Eau Sauvage, τα John Player Special στο μαύρο κουτί, τις ασημένιες ταυτότητες, που έγιναν μόδα από αυτούς που υπηρετούσαν σε υποβρύχια…

Όποιος έχει μεγαλώσει στη δεκαετία του ’80, αυτή η εικόνα δεν του είναι τόσο άγνωστη.

Το υποβρύχιο ως γλυκό, το μωσαϊκό ως πάτωμα και ως γλυκό, τη Σεράνο, ως γλυκό και ως τραγουδίστρια, το «αποφασίζομεν και διατάσσομεν», τις γόπες του Παττακού, τους 33άρηδες (σε στροφές) των 120 δραχμών (με κρυφό καμάρι τους Iron Butterfly), τα 45άρια (πάντα για στροφές μιλάμε) και το “When a Man Loves a Woman” του Percy Sledge, λειωμένο στο φορητό Tepaz, το μερκουροχρώμ, τους Υβ, Ρομαίν, Αρακέν και Χουάν Ραμόν…

Το «Λεωφορείον η Μελωδία» του Μαστοράκη (με αποκορύφωμα την πρωταπριλιάτικη εκπομπή του ‘68(;) για την «άφιξη των Beatles στην Ελλάδα»), το ραδιοφωνικό «Ημερολόγιο ενός Θυρωρού» και τον Μικέ Παρδάλογλου, την απαγόρευση εκ των γονέων (1) στα σουβλάκια (γιατί φτιάχνονταν από γάτες), (2) στις τυρόπιτες (γιατί ήταν βρόμικες), (3) στο κάπνισμα (που ισοδυναμούσε με ηρωίνη), (4) στη διέλευση από τη Φωκίωνος Νέγρη (δεν μας εξηγούσαν γιατί), (5) στην αποδοχή καραμελών από αγνώστους (επίσης δεν μας εξηγούσαν γιατί), τα οποία φυσικά τα κάναμε όλα, ή σχεδόν όλα…

Το «βούτηγμα» του οικογενειακού αυτοκινήτου από τα 15, το λίτρο βενζίνης στις 5 δραχμές, τις bonus photo της Kodak, την αναγκαιότητα να παίζεις σε συγκρότημα, ως υστερόβουλο μέσον προς άγραν αθώων θηλυκών (ή έτσι νομίζαμε), το ασημένιο 30άρικο νόμισμα, τις ελβιέλες, τις καλοκαιρινές (original) εσπαντρίγιες, το νερό Καραντάνη…

Φωτογραφία: Gordon Cooper.

Την «Ηχώ των Γεγονότων» και το «Αλάτι και Πιπέρι» με τον Φρέντυ Γερμανό, την «Αθλητική Κυριακή», το κτήριο του ΟΤΕ στην 3ης Σεπτεμβρίου, το παγωτό φούρνου στην Αλάσκα, στην Κηφισιά, το Green Park, με παρουσιαστή (κονφερανσιέ στα Ελληνικά) τον Ίκαρο, στο πεδίο του Άρεως, τις πινακίδες αυτοκινήτων Ζ (Zoll), τα καρμπόν, τα στυλό που γύρναγες ανάποδα και γδυνόταν η ντυμένη, το περπάτημα από τον έλεγχο διαβατηρίων για το αεροπλάνο, το κλάμα που ρίξαμε όταν σκότωσε ο παπάρας τον Lennon…

Το γέλιο όταν πρωτοείδαμε την «Περιπέτεια που ήταν Περιπέτεια» και τον «Τρελό, Τρελό, Τρελό, Τρελό Κόσμο», τους Τσίτσο και Φράνκο, τον μπρατσωμένο που χτυπούσε το γκονγκ στην αρχή των ταινιών της Rank, το VAT 69, το Select στη Φωκίωνος, την Αυτοκίνηση να πουλάει αυτοκίνητα, το Stagecoach στη Λουκιανού, που έγινε (και ξαναέγινε) Rock & Roll, το εστιατόριο του Κωστόγιαννη στη Ζαΐμη, τη ντισκοτέκ Λαβαλμπόν (με την ανάλογη προφορά) στη Θεσσαλονίκη, το the one and only, original «Όλυμπος-Νάουσα»…

Τον Michel Polnareff (ποιον;), τη Marie Laforêt (ε;) και τα “Paroles, Paroles, Paroles” του Alain και της Dalida, τις ταινίες με τους πάσης φύσεως μασίστες, downtown στην άλλη Αλάσκα (Σήμερον: Δυο Έργα Καράτε/Σεξ), τις καρτ-ποστάλ, που ήταν και δίσκοι 45 στροφών, τη λαχτάρα της αναμονής του ταχυδρόμου για γράμμα από τον/την καλό/ή σου (άντε να αρωματίσεις email τώρα), τις «Ακατάλληλες κάτω των 17» ταινίες και το Πτι Παλαί, όπου μπαίναμε από τα 13…

Τα χάρτινα καψούλια στα κοκάλινα πιστόλια, τα προϊόντα Made in Western Germany, το δολάριο στις 30 δραχμές, το χειροκρότημα μετά την προσγείωση σε όλες τις πτήσεις της Ολυμπιακής, τη χαρά που είχε «Μίκυ Μάους» πριν το έργο στην αρχή (και τη ζοχάδα που καπάκι είχε «Ελληνικά Επίκαιρα»), το συμπέρασμα του ότι όποιος οδηγούσε παλαβά ήταν γιατρός, ή το είχε νοικιασμένο, τη μούντζα ως υπέρτατη βρισιά…

Τον μπόγια που μάζευε τους σκύλους και (μαζί με τους χωροφύλακες) τα κακά παιδιά, τα εκλογικά βιβλιάρια, τον Αλεξανδράκη και τον Χορν να παίζουν το «Σλουθ» και τη Λαμπέτη με τον Παπαμιχαήλ τη «Φιλουμένα», την (υστερόβουλη) ευγένεια ν’ ανοίγεις την πόρτα της φιλενάδας στο αυτοκίνητο, και αυτή με τη σειρά της να σηκώνει την ασφάλεια της πόρτας του οδηγού, το «δεν σ´ ακούω, πάρε το μηδέν»…

Και κάπου εδώ να ευχηθώ Καλή Χρονιά!

 

Διαβάστε ακόμα: Χριστουγεννιάτικη ιστορία

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top