Η υπουργοποίηση του Ευάγγελου Αποστολάκη έχει προκαλέσει ένα γύρο συζητήσεων για τη σχέση που διατηρεί το επίσημο κράτος με τον Στρατό (Credit: Konstantinos Tsakalidis / SOOC).

Όταν ο Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε το όνομα του πρώην στρατηγού Τζιμ Μάτις για την θέση του Υπουργού Αμύνης των ΗΠΑ, χρειάστηκε ειδική άδεια από την Γερουσία γιατί δεν είχαν περάσει επτά χρόνια από την αποστρατεία του σύμφωνα με σχετικό νόμο του 1947.

Η τελευταία φόρα που είχε γίνει κάτι τέτοιο στις ΗΠΑ ήταν με τον «θρυλικό» στρατηγό Τζόρτζ Μάρσαλ το 1950, ο οποίος έμεινε στη θέση του λιγότερο από έναν χρόνο. Προφανώς, οι σύμμαχοι μας στην άλλη άκρη του Ατλαντικού, γνωστοί για το Σύνταγμα τους που προσφέρει θεσμικά αντίβαρα στην απόλυτη εξουσία κάτι γνώριζαν καλύτερα.

Όταν προ ημερών, ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε το όνομα του Ευάγγελου Αποστολάκη για τη θέση του Υπουργού Αμύνης στη θέση του Πάνου Κάμμενου προξένησε μια σχετική εντύπωση, σε άλλους, δε, θυμηδία. Ο λόγος περισσότερο δεοντολογικός και λιγότερο θεσμικός, αφού από τη μεταπολίτευση και μετά ποτέ εν ενεργεία αρχηγός επιτελείου δεν είχε γίνει Υπουργός Αμύνης.

Το θέμα δεν είναι τόσο το υπερκομματικό ή μη προφίλ του νέου Υπουργού Αμύνης, αλλά το πόσο εν έτει 2018 οι ένοπλες δυνάμεις διατηρούν μικρή πολιτική ισχύ.

Πέραν του προχείρου, όπως φαίνεται, της υπουργοποιήσης Αποστολάκη, αφού μόλις τον περασμένο Σεπτέμβριο με απόφαση του ΚΥΣΕΑ ανανεώθηκε η θητεία του για έναν ακόμη χρόνο, στην Ελλάδα, που, θαρρεί πως είναι δυτική και προηγμένη δημοκρατία του πρώτου κόσμου, δεν υπάρχει καμία θεσμική, ούτε καν θεωρητική συζήτηση για τη συμμετοχή στρατιωτικών στη πολιτική και για τις σχέσεις στρατού και κράτους. Όλα αυτά, δε, σε μια χώρα που αν μη τι άλλο έχει ιστορικά «υποφέρει» από πραξικοπήματα.

Από την Μεταπολίτευση κι ύστερα, πρώτη φορά εν ενεργεία στρατιωτικός ορκίζεται υπουργός Εθνικής Άμυνας (Credit: George Vitsaras / SOOC).

Το θέμα, λοιπόν, δεν είναι τόσο το υπερκομματικό ή μη προφίλ του νέου Υπουργού Αμύνης, ο οποίος μετά την απόφαση του να απαρνηθεί τη στολή του για το κουστούμι του πολιτικού παύει -εκ των πραγμάτων- να είναι εκτός κριτικής, αλλά το πόσο εν έτη 2018 οι ένοπλες δυνάμεις διατηρούν μικρή πολιτική ισχύ. Όση απαιτείται για να εκπληρώνουν τις στρατιωτικές αποστολές ή αντίστοιχες αποτροπής, που τους έχουν ανατεθεί από την εκάστοτε κυβέρνηση, όπως αναφέρει ο μεγάλος πολιτικός επιστήμονας Σάμουελ Χάντινγκτον για τις αστικές κοινοβουλευτικές δημοκρατίες.

Κατά τον Χάντιγκτον, η πλήρης εναρμόνιση και σύνδεση στρατού και κρατικών θεσμών υπάρχει μόνο σε αυταρχικά καθεστώτα.

Στις δημοκρατίες αναφέρει ο Χάντινγκτον: «Η πίτα της εξουσίας την οποία μοιράζονται οι πολιτικοί με τους στρατιωτικούς είναι ετεροβαρής υπέρ των πρώτων και αυτό φυσικά έχει γίνει αποδεκτό και τηρείται σε γενικές γραμμές από τις δυτικές δημοκρατίες». Υπάρχει βέβαια μια κρίσιμη παράμετρος την οποία μπορεί να παραγνωρίζουν όσοι στέκονται κριτικά απέναντι στην πρόσφατη κίνηση του πρωθυπουργού, η αντίληψη του περί κράτους η οποία ως φαίνεται δεν εναρμονίζεται ούτε με τις θεωρίες του Χέγκελ ούτε πολύ περισσότερο με αυτές του Χάντινγκτον, του Μορίς Γιάνοβιτζ και τoυ Σαμιούλ Φάινερ για την σχέση στρατού και κράτους.

Ο Σάμουελ Χάντιγκτον, πάντως, στο μνημειώδες ‘’The State and the Soldier’’, γραμμένο στις αρχές της δεκαετίας του 1950, περιγράφει ότι η πλήρης εναρμόνιση και σύνδεση του στρατού, της κοινωνίας, των κρατικών θεσμών και της κρατούσας ιδεολογίας, υπάρχει μόνο σε καθεστώτα με μεγάλο βαθμό αυταρχισμού ή ολοκληρωτισμού…

 

Διαβάστε ακόμα: Ο Τραμπ ανάμεσα σε Ισραήλ, Τουρκία και το… ένστικτό του.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top