Αίφνης, το «Οσα παίρνει ο άνεμος» κρίνεται ως ρατσιστική ταινία.

Μην πυροβολείτε τον πιανίστα αν χρόνια πριν, πολλά χρόνια πριν, αναγκάστηκε να παίξει στο πιάνο την Lili Marlene ή ακόμη χειρότερα το Horst Wessel Lied.  Δεν σημαίνει αυτόχρημα πως είναι ναζιστής. Οπως δεν είναι ναζιστής ο Βάγκνερ επειδή ο Χίτλερ φαντασιωνόταν Βαλκυρίες όταν άκουγε τα πρώτα μέτρα από το Πάρσιφαλ.

Αν τυχόν πέσουν στα χέρια σας τα Cantos του Πάουντ ή το Ταξίδι στην άκρη της νύχτας του Λουί Φερντινάντ Σελίν μην σκεφτείτε πως είναι ρυπαρά αναγνώσματα επειδή οι συγγραφείς τους, πολλά χρόνια πριν, δήλωσαν ευθαρσώς και δίχως επίκριση την εγγύτητά τους με φασιστικές ιδέες.

Στην… πυρά ο Tom και Jerry.

Αν κρίνουμε τα έργα και τους δημιουργούς με το μέτρο των σημερινών ηθών, τότε είναι βέβαιο πως θα περιπέσουμε σε έναν επικίνδυνο αναχρονισμό. Την ίδια στιγμή, η μεγάλη τέχνη έχει το προνόμιο της συχρονιάς – αυτό είναι το μεγάλο της ατού. Μπορεί να «μιλήσει» στον εσώτατο πυρήνα κάθε ανθρώπου διασπώντας την έννοια του χρόνου. Εμείς, όμως, θα πράξουμε λάθος αν πάμε να εφαρμόσουμε την προκρούστεια μέθοδο της μεταφοράς του πνεύματος ενός έργου στο σήμερα.

Το να προσπαθήσεις να «στεγανοποιήσεις» ένα έργο τέχνης συνιστά λογικό βαρβαρισμό.

Τι ακριβώς τους έχει πιάσει κάποιους και θέλουν να αποδομήσουν έργα του παρελθόντος; Το συνδρομητικό κανάλι HBO θα αναγκαστεί να βάλει ειδική σήμανση στην ταινία «Όσα παίρνει ο άνεμος» κρίνοντας πως υπάρχει ζήτημα ρατσισμού στο σενάριο. Στο BBC υπάρχει άρθρο που αναφέρεται στο κλασικό κόμικ Τοm και Jerry σημειώνοντας πως υπάρχουν άνθρωποι που θεωρούν ότι κρύβει ρατσιστικές ακίδες, τις οποίες δέχονται υπογείως τα παιδιά. Στην Αμβέρσα απομάκρυναν το μπρούτζινο άγαλμα του Λεοπόλδου Β’, του «Σφαγέα του Κονγκό», εν μέσω αντιρατσιστικών διαδηλώσεων. Προφανώς και ο Λεοπόλδος δεν είναι «άγιος», αλλά αν μπούμε σ’ αυτή τη λογική θα αρχίσουμε να κατακρημνίζουμε το ένα άγαλμα μετά το άλλο. Ενδεχόμενα θα φτάσουμε έως τον «Χρυσό Αιώνα» του Περικλή.

Nα διαβάσουμε Εζρα Πάουντ ή απαγορεύεται; (WSJ)

Τίποτα από όλα αυτά δεν έχει λογική, καθώς υποτάσσεται στη μερικότητα της ανάλυσης. Το να προσπαθήσεις να «στεγανοποιήσεις» ένα έργο τέχνης με σκοπό να το μεταφέρεις στο σήμερα, ξεχνώντας όμως τις συνδηλώσεις του και την εποχή στην οποία αναπτύχθηκε, συνιστά λογικό βαρβαρισμό.

Τα έργα τέχνης δεν σχετικοποιούνται, δεν προσαρμόζονται, δεν μπαίνουν στην κρισάρα του politically correct.

Είναι σαν να κρίνεις ως παιδόφιλους και σεξουαλικά έκλυτους τους Αρχαίους Έλληνες επειδή στα γυμναστήρια επιδίδονταν σε λογής θωπείες μεταξύ ανδρικών σωμάτων κάθε ηλικίας. Για τα σημερινά ήθη, προφανώς, και κάτι τέτοιο είναι ανεπίτρεπτο (εν προκειμένω: η παιδοφιλία), όμως, εδώ έχουμε μια κατάφωρη επιβολή μιας ηθικής που λειτουργεί σαν λάστιχο. Τραβιέται όσο δεν παίρνει σε σημείο κάποια στιγμή να σπάσει.

«Θύμα» της εποχής και το άγαλμα του Λεοπόλδου Β’ στην Αμβέρσα (Jοnas Roosens Belga/AFP/File).

Τα έργα τέχνης κρίνονται για το συνολικό τους αποτύπωμα στον πολιτισμό. Αποτιμώνται επί τη βάσει της διάρκειάς τους και της επιρροής που άσκησαν στο ανθρώπινο πνεύμα. Δεν σχετικοποιούνται, δεν προσαρμόζονται, δεν μπαίνουν στην κρησάρα του politically correct, ούτε γίνονται όπλο για σημερινούς πολιτικούς αγώνες. Ας αναζητήσουμε αλλού πολιορκητικούς κριούς.

Στην τελική, αν αρχίσουμε να σκεφτόμαστε μ’ αυτή την κοντόθωρη λογική τότε ο άμοιρος Σάντσο Πάντσα ήταν ένας δούλος του ρομαντικού Δον Κιχότε, μόνο που εμείς είμαστε αντίθετοι με την δουλεία. Για να μην πούμε για τον Μπαρμπά Θωμά που στην καλύβα του άνθισαν τα στερεότυπα γύρω από τη μαύρη φυλή. Έχει τέλος, άραγε, αυτή η συζήτηση; Έχει νόημα;

Το να κρίνεις ένα έργο τέχνης προσπαθώντας να το ισοπεδώσεις με πολιτικές ρητορείες της σήμερον πράττεις το ίδιο που έκαναν οι πρώτοι Χριστιανοί όταν κατέστρεφαν αρχαία αγάλματα επειδή ανήκαν στον «παλαιό» ειδωλολατρικό κόσμο. Τι χειρότερο απ’ αυτό;

 

Διαβάστε ακόμα: Τζέιμς Μπόλντουιν – «Δεν είμαι ο νέγρος σου».

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top