Ποια είναι η πραγματική ταυτότητα της σημερινής Αθήνας; (Η φωτογραφία είναι έργο του Αριστείδη Αντονά).

Φαίνεται ότι αναζητείται ένα νέο αστικό αφήγημα για την Αθήνα. Πώς αλλιώς να εξηγήσει κανείς το αυξανόμενο ενδιαφέρον του κοινού που στριμώχνεται σε παρουσιάσεις βιβλίων και χώνεται σε προβολές ντοκιμαντέρ που ανατέμνουν τα δομικά στοιχεία της πρωτεύουσας;

Ο κόσμος της πόλης καίγεται να μάθει την ταυτότητα μιας πόλης που βρίθει αντιθέσεων, βρίσκεται διαρκώς σε κίνηση, εξυπηρετεί εδώ και χρόνια τα χατίρια των περαστικών, παραμένοντας στάσιμη όσον αφορά τα διαχρονικά προβλήματα των κατοίκων της. Δεν αναφέρομαι στους πιο επαναστατημένους πολίτες, εκείνους που έχουν τη δομή και τα αντανακλαστικά να διαμαρτύρονται ανά πάσα στιγμή, αλλά σε ένα αστικό ανήσυχο κοινό, το οποίο έχει βαρεθεί να προσκρούει σε αδιέξοδα.

Στην Αθήνα νομίζεις πως σε ένα κολλημένο φανάρι, μπορεί ο καθένας να απαγγείλει ένα λιμπρέτο από το μιούζικαλ του Σπιρτόκουτου.

Τα χιπ καφέ και η υψηλή γαστρονομία συνυπάρχουν με ένα κυκλοφοριακό σύστημα που θυμίζει τριτοκοσμικές καταστάσεις, τα δυσθεώρητα νοίκια παραπέμπουν σε ευημερούσα μητρόπολη, την ώρα που οι νέες θέσεις εργασίας αφορούν στην πραγματικότητα sophisticated sweatshops εταιρειών με κεντρικά στο Λονδίνο.

Δεκάδες, αν όχι εκατοντάδες νέα καλλιτεχνικά δρώμενα φυτρώνουν κάθε μήνα, από εκθέσεις διεθνούς εκτοπίσματος έως τρομερά εξειδικευμένες παραστάσεις, κι όμως ο κόσμος παραμένει εξαγριωμένος. Νομίζεις πως σε ένα κολλημένο φανάρι, μπορεί ο καθένας να απαγγείλει ένα λιμπρέτο από το μιούζικαλ του Σπιρτόκουτου.

Ο δημόσιος διάλογος έχει παραδοθεί σε ιδιωτικά ιδρύματα, ένα σωρό καλλιτέχνες -απ’ όλο τον κόσμο- βρίσκονται στην Αθήνα με καλοπληρωμένες υποτροφίες και τρώνε σε κουτούκια και μεζεδοπωλεία, την ώρα που οι ντόπιοι στρέφονται στις γαστροταβέρνες (sic). Μπέρδεμα.

Athens By Collage…

Στην παρουσίαση του βιβλίου Athens By Collage, του Fabiano Miccoli, υπήρχε ζωηράδα, ένταση, τόσο από τους ομιλητές, τους κυρίους Δραγώνα, Φιλιππίδη και Τζιρτζιλάκη, όσο και από το κοινό. Μια σχεδόν εφηβική αγωνία να αντιληφθούμε όσα συνέβησαν στην Αθήνα την τελευταία εικοσαετία, μήπως καταφέρουμε να μετακινήσουμε τον ψυχισμό μας ένα βήμα πιο πέρα.

Το κολάζ ως τεχνική είναι αρκετά διαδεδομένη στην αρχιτεκτονική, έχει άλλωστε τη δύναμη να αποτυπώνει την ουτοπία ως ρεαλισμό. Μπορεί ακόμα να αποτελέσει εργαλείο για μια ριζοσπαστική αφήγηση, μια διαμαρτυρία κατά του φαινομενικά αναπόδραστου.

Ο περισσότερος κόσμος αντιμετωπίζει την πόλη σαν ένα απέραντο κυκλαδονήσι.

Έτσι και το βιβλίο αυτό, που είναι μια συλλογή έργων ψηφιακού κολάζ, αναζητά τρόπους να παρουσιάσει τη θραυσματική σύνθεση της Αθήνας. Το περιεχόμενο πλούσιο και σχετικά αντιπροσωπευτικό, παραδίδει μια σύνθεση ιδεών από το φαντασιακό της Αθήνας, όπως απεικονίστηκε από φωτογράφους, καλλιτέχνες και αρχιτέκτονες.

Όποιος το ξεφυλλίσει θα παρατηρήσει τις μητροπολιτικές υποσχέσεις της προολυμπιακής Αθήνα με ουρανοξύστες και τεράστια πάρκα, όπως και τις παρεμβάσεις που ακολούθησαν μετά την κρίση σαν αποτέλεσμα της παύσης της οικοδομής, η οποία έδωσε χρονική ελευθερία στους αρχιτέκτονες να προτείνουν κάτι καινούριο, για να καταλήξουμε στην απεικόνιση της πόλης σαν ένα απέραντο κυκλαδονήσι, όπως δηλαδή την αντιμετωπίζει σήμερα ο περισσότερος κόσμος.

Η μεταπολεμική εποχή της Αθήνας…

Λίγες μέρες αργότερα, βρέθηκα στη Στέγη για το ντοκιμαντέρ Χτίστες, νοικοκυρές και η ανοικοδόμηση της σύγχρονης Αθήνας, οι δημιουργοί του οποίου Τάσος Λάγγης και Γιάννης Γαϊτανίδης πήραν το βιβλίο της Ιωάννας Θεοχαροπούλου και παρέδωσαν ένα διασκεδαστικό και συγκινητικό θέαμα, με γρήγορο ρυθμό και φοβερούς χαρακτήρες.

Η μεταπολεμική εποχή της Αθήνας χαρακτηρίζεται έντονα από δύο θεσμούς, την πολυκατοικία και την αντιπαροχή, που έχουν πια αποκτήσει εννοιολογικό χαρακτήρα.

Η μεταπολεμική εποχή της Αθήνας χαρακτηρίζεται έντονα από δύο θεσμούς, την πολυκατοικία και την αντιπαροχή, που έχουν πια αποκτήσει εννοιολογικό χαρακτήρα. Αν κι έχουμε αποδώσει πολλά αστικά κακώς κείμενα στα παραπάνω, αντιλαμβάνεται κανείς πώς έβγαλαν πολλούς ανθρώπους από τις παραγκουπόλεις, και σίγουρα μοιάζει θαύμα πώς κατόρθωσε να ανεγερθεί μια ολόκληρη πόλη, σχεδόν χωρίς κεφάλαιο. Η εμπιστοσύνη ως συναλλακτικό μέσο στα καλύτερα της. Αντιρρήσεις γίνονται δεκτές.

Εργολάβοι θυμούνται πώς πήραν τις πρώτες τους δουλειές, ανακαλούν με λεπτομέρεια κάθε κτίριο που ανήγειραν και σε ποιους δρόμους, τα μπουλούκια των εργατών που διάλεγαν με βάση την καταγωγή τους (κάθε νησί και μαστοριά), πώς τελικά αυτού του είδους η συντροφικότητα επέτρεψε στους ανθρώπους της επαρχίας να ενταχθούν στη μεγαλούπολη.

Αλλά και οι γυναίκες αυτών, οι νοικοκυρές μιλούν με περηφάνια και μια κρυφή λύπη, για τη μετάβαση από την δύσκολη ζωή στα χωράφια στην άνετη και στενεμένη ζωή του διαμερίσματος, για το προσωπικό τους βασίλειο (την κουζίνα), για τις θυσίες που έκαναν μα τελικά κατάφεραν να ζήσουν καλύτερα απ’ αυτό που προοριζόταν.

Κι ίσως εκεί να βρίσκεται η απάντηση σήμερα, νομίζω πως είναι εκείνο που μας ταλαιπωρεί περισσότερο πνευματικά, πώς θα ζήσουμε σήμερα καλύτερα στην πόλη. Και στην πραγματικότητα, τι σημαίνει αυτό; Δεν μπορεί να συνεχίσουμε να μετράμε με υλικούς όρους την επιτυχία, δεν υπάρχει καν χώρος για να χτίσεις παραπάνω, η αγορά ενός αυτοκινήτου μοιάζει αναχρονιστική, ίσως ο ελεύθερος χρόνος και η δημιουργική του αξιοποίηση να προσφέρει μια αίσθηση ποιοτικής αναβάθμισης. Όχι, γράψτε λάθος, προτιμώ να μην το περιορίσω.

Τα δρώμενα συνεχίζουν, η αναζήτηση επιμένει. Το Σάββατο, πάλι στη Στέγη, διεξάγεται μια νέα συζήτηση γύρω από την ορατότητα της πληροφορίας και τη νέα αθηναϊκή κοινότητα του Δοξιάδη, παράλληλα με την έκθεση που τρέχει στο υπόγειο.

Στην πόλη των αντιθέσεων, ο κόσμος βρίσκεται σε σύγχυση και αναζητά νέο αφήγημα. Το ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί πριν απ’ όλα, είναι: Υπάρχει αστική συνείδηση;

 

Διαβάστε ακόμα: Ποιος ήταν ο Σατωβριάνδος και ποιος ο Σανταρόζα;

 

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top