OLYMPUS DIGITAL CAMERA

Η ελληνική πρωτεύουσα, εκτός από την Ακρόπολη και τον Παρθενώνα, δεν φιλοξενεί σημαντικούς “κοινωνικούς πυκνωτές”, δεν μπορεί να διαμορφώσει πρότυπα κοινωνικής δομής, ούτε ένα δίκτυο ελκυστικών θεματικών λειτουργικών ενοτήτων και ισχυρών σημείων αναφοράς.

Διάβαζα παλαιότερα ─εντάξει, όχι τόσο παλαιότερα, το 2014─ σε αφιέρωμα της βρετανικής Guardian με τίτλο «Διακοπές στην Αθηναϊκή Ριβιέρα», τα εξής ενδιαφέροντα: «…Λίγα μόλις χιλιόμετρα από την Αθήνα βρίσκεται μια ειδυλλιακή ακτογραμμή, όπου υπέροχες παραλίες και τοπικό άρωμα παραμένουν ακόμα ανεξερεύνητα από τους Βρετανούς επισκέπτες…».

Και συνέχιζε ο συντάκτης: «…Είναι Τετάρτη βράδυ και βρίσκομαι σε μια “μοντέρνα” ταβέρνα, από αυτές που άνοιξαν μετά την κρίση, στη Γλυφάδα, προάστιο της Αθήνας. Λίγα μόνο τραπέζια παραμένουν άδεια, τέσσερις ψηλοί φοίνικες στολίζουν το πεζοδρόμιο, ενώ άρωμα λεβάντας πλανιέται στον αέρα. Ζευγάρια και παρέες Ελλήνων καπνίζουν πίνοντας το ούζο τους. Είναι μια σκηνή γεμάτη “κέφι”, μια ελληνική λέξη που σημαίνει “ευχάριστη διάθεση”…».

Δεν αντιλέγω ότι ακόμη και σήμερα ανακαλύπτει κάποιος ειδυλλιακές γωνιές κατά μήκος της αττικής ακτής, της λεγόμενης και «Αθηναϊκής Ριβιέρας», αλλά η ποιητική γραφή του Άγγλου δημοσιογράφου παραπέμπει περισσότερο στη δεκαετία του ’60, αν όχι του ’50, παρά στο πρόσφατο 2014.

2.

Το παραλιακό μέτωπο της Αττικής δίνει την εικόνα μιας “διάσπαρτης” ζώνης με άναρχη συσσώρευση κατοικιών, ενδιάμεσες νησίδες πρασίνου ή χέρσων εκτάσεων, και αποσπασματικές υποδομές. Αυτό που προκύπτει δεν συνιστά ούτε “πόλη” ούτε όμως “φύση”.

Η Αθήνα θα μπορούσε να ήταν ένας υπέροχος τόπος. Η τοπογραφία της, το εύκρατο κλίμα και η ιστορία της το επιτρέπουν. Όμως, δεν είναι. Το φυσικό περιβάλλον του ευρύτερου πολεοδομικού σχηματισμού της ελληνικής πρωτεύουσας θυσιάστηκε στο βωμό μιας τεράστιας και επίσημα αναγνωρισμένης παρανομίας (της νομιμοποίησης αυθαιρέτων οικισμών), η οποία συντελέστηκε στον προηγούμενο αιώνα και ακόμη σήμερα συνεχίζεται. Το ίδιο ισχύει και για το παραλιακό μέτωπο της Αττικής, καθώς δίνει την εικόνα μιας «διάσπαρτης» ζώνης με άναρχη συσσώρευση κατοικιών, ενδιάμεσες νησίδες πρασίνου ή χέρσων εκτάσεων και αποσπασματικές υποδομές.

Αυτό που προκύπτει δεν συνιστά ούτε «πόλη» ούτε όμως «φύση». Πρόκειται για μια τυπολογικά αμήχανη ζώνη, μήκους πολλών χιλιομέτρων, η οποία υλοποιήθηκε με «ευρωπαϊκούς» όρους ανάπτυξης (έτσι τουλάχιστον νομίζουμε), αλλά όχι με ανάλογη οργάνωση, λειτουργικότητα και αισθητική.

8

Η Αθήνα θα μπορούσε να ήταν ένας υπέροχος τόπος. Η τοπογραφία της, το εύκρατο κλίμα και η ιστορία της το επιτρέπουν. Όμως, δεν είναι.

Ενώ, λοιπόν, είχαν γίνει σχετικά πρόσφατα κάποια πρώτα ανώριμα βήματα προς την κατεύθυνση αξιοποίησης του παραλιακού μετώπου της πόλης μας, η σημερινή κυβέρνηση ακύρωσε επί της ουσίας μέσω νομοθετικών ρυθμίσεων -ή επιχείρησε να ακυρώσει- τη δυνατότητα ανάπλασης και αναβάθμισής του.

Ο υπουργός Δικαιοσύνης Νίκος Παρασκευόπουλος επιμένει να υπεραμύνεται της επιλογής να δημιουργηθούν αίθουσες διεξαγωγής μεγάλων δικών καταμεσής της ακτογραμμής.

Εξάλλου, ήταν ευθύς εξαρχής αντίθετη (και) με το συγκεκριμένο project, χαρακτηρίζοντας τα έργα που χειριζόταν το ΤΑΙΠΕΔ (χωρίς να θέλω να υπερτιμήσω το ρόλο του Ταμείου, κάθε άλλο) και οι συναρμόδιοι οργανισμοί: «Ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας, πέρα από κάθε πολεοδομικό και χωροταξικό περιορισμό, με δόμηση εκατοντάδων χιλιάδων τ.μ. και αποδόμηση κάθε περιβαλλοντικής προστασίας».

5.

Η Ελλάδα που δεν υπάρχει πια. Κωνσταντίνος Βολανάκης (1837-1907), “Πλοία κοντά στην Ακτή“.

Επιλέγοντας για άλλη μια φορά, σε ένα κρεσέντο ιδεοληπτικής επίδειξης, και με τη γνωστή λογική του μαύρου-άσπρου, όχι τη χρυσή τομή μιας μελετημένης, βιώσιμης και ταυτόχρονα περιβαλλοντικά ευαίσθητης ανάπτυξης της παράκτιας ζώνης, αλλά το μπλοκάρισμα κάθε προοπτικής αξιοποίησής της. Προς τι αυτές οι ακραίες τοποθετήσεις; Μόλις την τελευταία στιγμή, λόγω των έξωθεν πιέσεων που ασκήθηκαν, αναγκάστηκε ο πρωθυπουργός να υποχωρήσει στην περίπτωση του «Ελληνικού».


Διαβάστε ακόμα: Δεν είναι ένας ακόμη βανδαλισμός. Είναι επίθεση κατά της κοινωνίας


Ως αποκορύφωμα της εξέλιξης της υπόθεσης του παραλιακού μετώπου ήρθε να προστεθεί η πρόσφατη ανακοίνωση του υπουργείου Δικαιοσύνης ότι περιέρχονται στη δικαιοδοσία του για 20 χρόνια τα Ολυμπιακά Ακίνητα που βρίσκονται στη ζώνη Α2 του Φαλήρου (δηλαδή οι εγκαταστάσεις του beach volley), προκειμένου να μετατραπούν σε αίθουσες διεξαγωγής μεγάλων δικών!

Απολύτως ακατανόητη φαντάζει η αιφνιδιαστική αυτή απόφαση των αρμοδίων να εντάξουν τέτοιου είδους χρήσεις δίπλα στη θάλασσα που ανοίγεται στο Σαρωνικό και σε γειτνίαση με το κτιριακό συγκρότημα Λυρικής Σκηνής-Εθνικής Βιβλιοθήκης, το οποίο πρόκειται να ολοκληρωθεί άμεσα. Προφανώς θεώρησαν τις δύο εκ διαμέτρου αντιθετικές λειτουργίες ─των δικαστηρίων και των χώρων πολιτισμού─ συμβατές μεταξύ τους. Τι μπορεί να πει κάποιος;

7.

Κυανή Ακτή.

Ωστόσο, μετά τη γενική κατακραυγή, η κυβέρνηση αναγκάστηκε άρον-άρον να αποσύρει τη σχετική τροπολογία, ως όφειλε εξάλλου. Παρ’ όλο που ο υπουργός Δικαιοσύνης Νίκος Παρασκευόπουλος επιμένει να υπεραμύνεται της επιλογής να δημιουργηθούν αίθουσες διεξαγωγής μεγάλων δικών καταμεσής της ακτογραμμής, μάλιστα, πολύ κοντά στη θέση του περίφημου, πάλαι ποτέ, ξενοδοχείου «Ακταίον».

Ας μην κρυβόμαστε πια, η αλήθεια είναι ότι ακατάλληλοι αρμόδιοι ανέθεσαν σε ακατάλληλους ανθρώπους να ετοιμάσουν ακατάλληλα σχέδια που υλοποιήθηκαν με ακατάλληλο τρόπο.

Η σημερινή Αθήνα είναι ένα ερμητικά κλειστό σύστημα, ένα αντιπροσωπευτικό παράδειγμα του πώς η ποιότητα του χώρου, τόσο στη μεγάλη κλίμακα της πόλης όσο και στη μικρή του κτιρίου, επιδρά στην ανθρώπινη ζωή, στη συλλογική νοοτροπία, αλλά και αντίστροφα.

Το έχουμε ξαναπεί: η ελληνική πρωτεύουσα, εκτός από την Ακρόπολη και τον Παρθενώνα, δεν φιλοξενεί σημαντικούς «κοινωνικούς πυκνωτές», δεν μπορεί να διαμορφώσει πρότυπα κοινωνικής δομής. Ούτε επίσης ένα δίκτυο ελκυστικών θεματικών λειτουργικών ενοτήτων και ισχυρών σημείων αναφοράς ─«τόπων» που θα μας επέτρεπαν να «ονειρευόμαστε», για να το πάω ακόμη πάρα πέρα. Πόσω μάλλον προοπτικές ανάπτυξης, με την ουσιαστική και βαθύτερη έννοια του όρου. Και ανάπτυξη δεν είναι μόνο τα «λογιστικά» δις ευρώ και τα εικονικά ή μη πλεονάσματα.

4.

Ξενοδοχείο “Ακταίον”, Φάληρο, 1903.


Διαβάστε ακόμα: Οδός Ηρώδου Αττικού, οδηγίες χρήσεως


Όλα αυτά συμβαίνουν, ωστόσο, σε μια πόλη με σχεδόν ιδανικές κλιματικές συνθήκες, όπου παραδοσιακά ο τρόπος ζωής ήταν και είναι εξωστρεφής. Το πρόταγμα ενός αναβαθμισμένου παράκτιου μετώπου δεν αφορά μόνο στον τουρισμό ─όπου πρόδηλη είναι η θετική επίπτωση ενός εγχειρήματος αυτής της κλίμακας στην εικόνα της πόλης, και κατ’ επέκταση στο τουριστικό προϊόν που αυτή προσφέρει─ αλλά και στην ποιότητα διαβίωσης των κατοίκων της. Κυρίως το δεύτερο. Θα ήταν πραγματικά λύτρωση για την Αθήνα αν μπορούσε να ανοιχτεί στην κοντινή της θάλασσα και στα πανέμορφα τοπία που τη συνοδεύουν, να δεθεί οργανικά μαζί της.

Είναι ξεκάθαρο πλέον ότι το ελληνικό Δημόσιο αγνοεί επιδεικτικά, ή είναι ανίκανο να κατανοήσει, τη σκοπιμότητα τέτοιου είδους παρεμβάσεων, αλλά και συνολικά τη σημασία ενός συγκροτημένου χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού σε εθνικό επίπεδο, και αντίστοιχα μιας ποιοτικής, σύγχρονης δημόσιας αρχιτεκτονικής.

3.

Η παράκτια ζώνη της Αθήνας υλοποιήθηκε με “ευρωπαϊκούς” όρους ανάπτυξης –έτσι τουλάχιστον νομίζουμε–, αλλά όχι με ανάλογη πρόβλεψη, οργάνωση, λειτουργικότητα και αισθητική.

Είναι εκατοντάδες, αν όχι χιλιάδες, οι περιπτώσεις δημόσιων κτιρίων και διαμορφώσεων υπαίθριων αστικών και μη χώρων που προβάλλουν ως ισοπεδωτικά μονότονα και άχρωμα παραδείγματα μηδενικού αισθητικού και αμφίβολου λειτουργικού αποτελέσματος. Έργα έως και παντελώς άχρηστα για το κοινωνικό σύνολο πολυδιαφημίστηκαν, παίρνοντας άνευ λόγου «μυθιστορηματικές» διαστάσεις. Ας μην κρυβόμαστε πια, η αλήθεια είναι ότι ακατάλληλοι αρμόδιοι ανέθεσαν σε ακατάλληλους ανθρώπους να ετοιμάσουν ακατάλληλα σχέδια που υλοποιήθηκαν με ακατάλληλο τρόπο.

«Αθηναϊκή Ριβιέρα» φοβάμαι ότι δεν πρόκειται να υπάρξει. Φιλόδοξοι στόχοι αυτού του επιπέδου μας υπερβαίνουν.

Σε ένα τόσο αρνητικό πλαίσιο, κάθε προσπάθεια δημιουργικού σημαντικού έργου αποδυναμώνεται και τελικά ακυρώνεται κάτω από το αδυσώπητο βάρος των ποικίλων συμφερόντων και της ανικανότητας επίτευξης αποτελεσμάτων εκ μέρους του Δημοσίου.

Ομολογώ ότι με μεγάλη ανησυχία παρακολουθώ την «τύχη» των επιμέρους έργων που σχετίζονται, άμεσα ή έμμεσα, με την ανάπλαση του παράκτιου αττικού μετώπου, όπως είναι για παράδειγμα η αξιοποίηση των πρώην ολυμπιακών εγκαταστάσεων και αντίστοιχα του «Ελληνικού». Ή ακόμη, το συγκρότημα της Λυρικής Σκηνής-Εθνικής Βιβλιοθήκης, καθώς τρέμω και μόνο στην ιδέα, του πώς θα λειτουργήσει και συντηρηθεί όταν θα περιέλθει στην ευθύνη της Πολιτείας;

6.

Ιταλική Ριβιέρα.

«Αθηναϊκή Ριβιέρα» φοβάμαι ότι δεν πρόκειται να υπάρξει. Φιλόδοξοι στόχοι αυτού του επιπέδου μας υπερβαίνουν. Αναρωτιέμαι, όμως, ποιο είναι άραγε το διακύβευμα για την κυβέρνηση (τη συγκεκριμένη, και κάθε κυβέρνηση), ποιο το όραμά της, με ποιο τρόπο σκοπεύει να χειριστεί στρατηγικά την πολυπαραμετρική και ευαίσθητη σχέση πόλης-φύσης; Σε όλη την επικράτεια, και ειδικότερα στην ελληνική πρωτεύουσα των 4.000.000 κατοίκων, με την περιβάλλουσα θάλασσα του Αργοσαρωνικού και τα ειδυλλιακά νησιά της σε απόσταση αναπνοής;

Αντιλαμβάνονται οι πολιτικοί μας ότι η συγκεκριμένη γεωγραφική ενότητα θα μπορούσε υπό προϋποθέσεις να εξελιχθεί σε επίγειο παράδεισο, σε ένα μοναδικό στο είδος του οικιστικό-τουριστικό οικοσύστημα; «Το μέλλον ανήκει σε αυτούς που πιστεύουν στα όνειρά τους», είχε πει κάποιος κάποτε, και αυτό πρέπει να είναι στο τέλος της ημέρας για μας το ζητούμενο: Να αρχίσουμε οι Έλληνες να ονειρευόμαστε πάλι.

 

Διαβάστε ακόμα: Γιατί το ΦΙΞ δεν έγινε Tate Modern

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top