“Το ‘ξερα σου λέω, το ‘χα δει το έργο…”.

Συμβαίνει καθημερινά. Με το έγκλημα στα Γλυκά Νερά, την εισβολή στην Ουκρανία, την απόλυση του Πρίφτη, τη μάζα των μποζονίων, τη συνεργασία Βίσσης-Βανδή ή τα κοιτάσματα φυσικού αερίου στην Κολοπετινίτσα.

Κάποιοι συγκινήθηκαν, άλλοι εξεπλάγησαν και, φυσικά, υπήρξαν εκείνοι που-το-ήξεραν-πως-θα-συμβεί. Εκείνοι που δεν έπεσαν από τα σύννεφα όπως οι υπόλοιποι, δεν ταράχτηκαν από το γεγονός. Γιατί αυτοί «τόξεραν».

Πρόκειται για όλους εκείνους  που πιστεύουν πως βρίσκονται πάντα ένα βήμα μπροστά, πως διαθέτουν μεγαλύτερη διαύγεια, τους υποψιασμένους, τους ταξιτζήδες του γίγνεσθαι. Είναι σπαστικοί, αλλά όχι πάντα οι ίδιοι. Όλοι έχουμε τα πάνω και τα κάτω μας, ακόμα κι αν πρόκειται για τους «Το ήξερα» και τους «Τα έλεγα εγώ».

Εννοείται πως ορισμένοι απ’ αυτούς το κάνουν συνέχεια. Ξέρουν τα πάντα, πάντα. Και όταν ακόμα αμφιβάλλουν είναι γιατί έχουν δίκιο, όταν όλοι εμείς οι υπόλοιποι, βλακωδώς, απλώς είμαστε πεπεισμένοι.

Μονίμως θέλουν να μας προκαλέσουν ένα αίσθημα κατωτερότητας. Το μόνο που κάνουν είναι να μας εκνευρίζουν.

Θα μπορούσαμε να τους σιχαινόμαστε. Δικαίως, αφού μονίμως θέλουν να μας προκαλέσουν ένα αίσθημα κατωτερότητας. Αλλά, αν ήταν μόνο θέμα επιβολής, όλα θα ήταν πιο απλά. Οπότε, προς τι όλοι αυτοί οι παντογνώστες;

Ξαναλέω πως σ’ όλους συμβαίνει πότε-πότε. Είναι ζήτημα χαρακτήρα, αλλά κυρίως περίστασης. Μην ξεχνάμε ότι η σχέση μας με τον Άλλον βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην αντιπαλότητα ή, τουλάχιστον, στη σύγκριση. Το «Εγώ το ήξερα» είναι λοιπόν μια γκαγκάν διατύπωση για όποιον θέλει να ξεχωρίσει, να διαλάμψει και να συνθλίψει τους άλλους με τη διορατικότητά του.

Ωστόσο, η φόρμουλα αρκεί από μόνη της; Γιατί, ας είμαστε ειλικρινείς, οιοσδήποτε την εκστόμισε ή την άκουσε εντυπωσιάζεται από το θράσος της εκφοράς της. Ουδείς ανέχεται τέτοιου είδους μόστρες και ο χρήστης της κινδυνεύει μονίμως να τον πάρουν στο ψιλό γαζί. Ιδίως, μάλιστα, όταν πρόκειται για πληροφορίες παγκοίνως γνωστές.

Διότι, κι αυτό είναι το παράδοξο: Όχι μόνον αυτός που ήξερε δεν το είχε δηλώσει εκ των προτέρων, ήταν σίγουρος αλλά δεν το είχε πει ποτέ, αλλά επιπλέον νομίζει πως κάνει τον καμπόσο κατόπιν εορτής, όταν είναι ήδη πλέον αργά…

Άραγε πρόκειται για πρόβλημα timing; Δεν είμαι απολύτως βέβαιος. Διότι τι σημασία έχει να βγεις από πάνω βάσει μιας πληροφορίας που δεν ενδιαφέρει κανέναν και την αμολάει ο άλφα ή ο δείνα;

Από μια άποψη, υπάρχει κάτι το συναρπαστικό στο να θέλεις να αποδείξεις ότι γνώριζες, ότι είσαι ένα βήμα μπροστά  απ’ όλους τους άλλους και, ταυτόχρονα, να ομολογείς πως έχεις καθυστερήσει: πως δεν πρόλαβες να μοιραστείς το προαίσθημά σου, τη διαίσθησή σου, την κατάλληλη στιγμή, τότε που ουδείς γνώριζε.

Προκειμένου να περιαυτολογήσεις, να παραστήσεις τον έξυπνο, σου βγαίνει ένα πρόβλημα χρονικότητας, και την πατάς.

Υπάρχει κάτι το παθέτικ σ’ όλο αυτό. Γιατί, προκειμένου να περιαυτολογήσεις, να παραστήσεις τον έξυπνο, σου βγαίνει ένα πρόβλημα χρονικότητας και την πατάς. Ο Σαρτρ έλεγε: «Το προσωρινό δεν είναι ένας παγκόσμιος χρόνος. Ούτε ένας αναπτυξιακός νόμος που επιβάλλεται απ’ έξω. Είναι η ενδο-δομή της ύπαρξης».

Κατά βάθος, εκείνος που γνώριζε αλλά ποτέ δεν το είπε, και που ωστόσο το λέει πολύ αργά, δεν κάνει άλλο από το να ακολουθεί τη σύντομη διαδρομή της ύπαρξής του. Εγωτισμός της ανεπάρκειας. Έχει χάσει το τρένο του παγκόσμιου χρόνου, οπότε πώς να επιδιώξει να βρει μια θέση στον ήλιο; Το εκ των υστέρων είναι μια κάποια λύση.

 

Διαβάστε ακόμα: Η σημασία του να λες «Σκασίλα μου».

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top