Ο Πέτρος Τασιόπουλος με τον αγαπημένο του σκύλο, Μόμπυ. Μήπως, τελικά, αυτό που μας λείπει είναι η ξεγνοιασιά της φύσης;

Οι μεγαλύτερες επαναστάσεις γίνονται σιωπηλά. Αργά, δίχως να τις αντιλαμβανόμαστε, μετασχηματίζουν μία προς μία όλες τις παραμέτρους της καθημερινότητάς μας ώς την ημέρα που σηκώνουμε τα μάτια για να αντικρίσουμε την ύπαρξή μας και δεν την αναγνωρίζουμε πια.

Το Internet μπήκε στη ζωή μου μαζί με το νέο αιώνα. Μπροστά σε μια ψηφιακή οθόνη εμφανιζόταν ένας καινούργιος κόσμος δυνατοτήτων. Αλλά δεν μπορούσες να διανοηθείς τότε ότι ο κόσμος όπως τον γνώριζες θα άλλαζε διά παντός ούτε ότι η σχέση σου με τη φύση θα αποκτούσε νέα διάσταση.

Την ώρα που πάνω από το μισό του παγκόσμιου πληθυσμού ζει σε πόλεις, σε περιβάλλοντα που η τεχνολογία επικυριαρχεί, τη βλέπουμε μέσα από το φίλτρο της κουλτούρας μας. Την αγαπάμε περισσότερο έτσι, καθώς μοιάζει λιγότερο απειλητική, εξημερωμένη. Από την άλλη, την εποχή της ψηφιακής επανάστασης όπου περνάμε όλο και περισσότερες ώρες μπροστά στην οθόνη του κινητού ή του υπολογιστή, η επανασύνδεση με τη φύση φαντάζει να είναι μια κάποια λύση μπροστά στο μοντέρνο χάος.

Από τον Οράτιο και τον Βιργίλιο ώς τις οικοφάρμες και από το κίνημα του υπερβατισμού ως την περίοδο της αντικουλτούρας, ο άνθρωπος αποζητάει τη φύση.

Είναι μια τάση πολύ έντονη, πολύ δυναμική. Και βρίσκεται παντού. Στην αναζήτηση βιολογικών τροφίμων, στους δρομείς, στο Survivor, στη yoga, στις μετακομίσεις στα προάστια, στα φυτά εσωτερικού χώρου και στα πυκνοφυτεμένα μπαλκόνια, στα εξοχικά. Έχει κάτι το απελπισμένο αυτή η κίνηση του εκκρεμούς μεταξύ υπεραστικοποίησης και καλέσματος της φύσης. Μιας επιστροφής στη γη μπας και καταφέρεις να ριζώσεις.

Ένα αντίδοτο στα κακά του πολιτισμού. Δεν είναι καινοφανές. Τα παραδείγματα προσπάθειας επιστροφής στη φύση σε αντίδραση σε ένα αστικό ή εκβιομηχανισμένο περιβάλλον είναι άφθονα. Από τον Οράτιο και τον Βιργίλιο ώς τις οικοφάρμες και από το κίνημα του υπερβατισμού ώς την περίοδο της αντικουλτούρας.

Ο Χένρι Ντέιβιντ Θορώ τα έχει πει από τον 19ο αιώνα στο «Walden ή Η ζωή στο δάσος».

Το 19ο αι., ο Χένρι Ντέιβιντ Θορώ εξηγούσε, στο Walden ή Η ζωή στο δάσος, την απόφασή του να μείνει σε μια καλύβα μακριά από την κοινωνία των ανθρώπων: «Πήγα στο δάσος επειδή επιθυμούσα να ζήσω συνειδητά, να αντιμετωπίσω μονάχα τα ουσιώδη της ζωής και να δω αν θα μπορούσα να μάθω όσα είχε να μου διδάξει, έτσι ώστε, όταν θα ερχόταν η ώρα μου να πεθάνω, να μην ανακάλυπτα ξαφνικά ότι δεν είχα ζήσει ποτέ».

Στις μέρες μας, επανακαθορίζουμε τη σχέση μας με τη φύση μέσω της επιστήμης. Όλο και περισσότεροι ερευνητές καταδεικνύουν ότι η υγεία μας είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένη μαζί της, πως μας κάνει καλό ανάλογα με το χρόνο που μένουμε κοντά της. Επιβεβαιώνουν αυτό που ο άνθρωπος ανέκαθεν συναισθανόταν ενστικτωδώς: ότι η επαφή με τη φύση είναι ζωτικής σημασίας. Ενώ κάποτε η πόλη ήταν μια υπόσχεση χειραφέτησης, ελευθερίας και μοντερνικότητας, τώρα πια είναι γενεσιουργός αιτία ανίας και τόπος ψεύτικος.

Όταν κάποιος βρίσκεται σε ένα φυσικό περιβάλλον, μειώνονται τα εγκεφαλικά κύματα Θήτα και μαζί το στρες.

Δεν «οικολογώ». Μεγάλωσα και ζω στην πόλη, περνάω όλο και περισσότερες ώρες μπροστά στον υπολογιστή. Παρά τα δεντράκια και τα παρκάκια δω και κει, νιώθω διαρκώς να φουντώνει η ανάγκη μου για βουνό και θάλασσα, για μυρωδιές και οξυγόνο. Αλήθεια σας λέω. Με αναζωογονεί, με ησυχάζει, σκέφτομαι πιο καθαρά.

Οι επιστήμονες το εξηγούν: Όταν κάποιος βρίσκεται σε ένα φυσικό περιβάλλον, μειώνονται τα εγκεφαλικά κύματα Θήτα και μαζί το στρες. Αυτό βοηθάει τη δημιουργικότητα, τη ενσυναίσθηση, ακόμα και τη διαίσθηση.

Οι Αβορίγενες της Αυστραλίας δεν βάζουν διαχωριστική γραμμή ανάμεσα σε φυσικό περιβάλλον και εστία, σπίτι. Στην κουλτούρα τους, ο δυϊσμός αυτός δεν υπάρχει. Και στους Αρχαίους Έλληνες, το περιστύλιο των ναών υποδείκνυε τη διαπερατότητα και την όσμωση φύσης και πολιτισμού. Η διάκρισή τους είναι προϊόν ενός μεταγενέστερου συστήματος δυτικών πεποιθήσεων, το οποίο αναπαράγουμε διαρκώς, συχνά υποσυνείδητα.

Θεωρούμε πως υπάρχει ένα δίπολο, μια αντίθεση, όπου η φύση είναι ένας άγριος, πρωτόγονος χώρος, ο οποίος σταματά εκεί που αρχίζει η πόλη. Ένας τόπος αφιλόξενος από τον οποίο δεν μπορούμε να είμαστε παρά περαστικοί, που πρέπει να αφήσουμε για να φτάσουμε ασφαλείς στο σπίτι. Είμαστε παρόντες εκεί που η φύση είναι απούσα.

Ολη αυτή η ιστορία με τα αγχολυτικά, τα υπνωτικά και τα αντικαταθλιπτικά θα μπορούσε κάλλιστα να οφείλεται στην έλλειψη της φύσης.

Ωστόσο, είναι κοινή η διαπίστωση της χρόνιας αγωνίας που προκαλούν οι παραμορφώσεις των φυσικών τοπίων εξαιτίας της βιομηχανικής επανάστασης. Ο καθηγητής Γκλεν Άλμπρεχτ την αποκαλεί «Solastalgia», περιγράφοντας αυτήν την αίσθηση ότι κάτι δεν πάει καλά, την εντύπωση πως κάτι δεν είναι στη θέση του, μια αποξένωση ενώ είσαι σπίτι σου, σαν ένας ομφάλιος λώρος να έχει αποκοπεί. Ο Αμερικανός δημοσιογράφος Ρίτσαρντ Λουβ μιλάει για «nature-deficit disorder». Επειδή το νιώθω, όλη αυτή η ιστορία με τα αγχολυτικά, τα υπνωτικά και τα αντικαταθλιπτικά θα μπορούσε κάλλιστα να οφείλεται στην έλλειψη της φύσης.

O Λε Κορμπυζιέ στήνοντας τη φανταστική του πόλη (99percentinvisible.org).

Υπάρχει μια νοσταλγία για το χώμα, για τα φυσικά υλικά, για τα «αγνά» προϊόντα. Συν τοις άλλοις, χαρίζουν μια αίσθηση σύμπραξης, αλληλεξάρτησης, συμβίωσης στο πλαίσιο της αποκατάστασης μιας κοινότητας. Η νέα μόδα θέλει να μαγειρεύουμε σπίτι για τους φίλους ή μαζί τους, να ξεφλουδίζουμε οι ίδιοι αγυάλιστα φρούτα και λαχανικά, ακόμα και να τα καλλιεργούμε.

Χαρακτηριστική περίπτωση αυτού του νεο-λουδισμού οι vegan. Με τη μόνη διαφορά ότι εγκυμονούν ένα παράδοξο και μια αντίφαση: παρεμβάλλουν ηθικές απόψεις (άρνηση θήρας, ευαισθησία) σε μια σχέση που βασίζεται στο «νόμο της ζούγκλας». Το παράδειγμα συνοψίζει τον πόθο μας: μας λείπει η φύση, αρκεί να είναι επί μέτρω, bespoke.

Γενικώς, τα μπερδέματα που προκύπτουν από τη βίωση αυτής της απώλειας είναι πολλά. Η οικολογία, τα πάθη που προκαλεί η κλιματική αλλαγή, οι ΑΠΕ είναι, κατ’ εμέ, η πολιτική, ιδεολογικοποιημένη έκφρασή της. Δεν ικανοποιούν όμως την ανάγκη. Τη διασκεδάζουν.

H ουτοπική «Broadacre City» του Φρανκ Λόιντ Ράιτ.

Το S.O.S. που εκπέμπεται το έχουν αποκρυπτογραφήσει αρχιτέκτονες και πολεοδόμοι. Έχουν αντιληφθεί τη νέα απαίτηση για πράσινες πόλεις, για διασύνδεση αστικού ιστού και «εξοχής». Καθώς η ζήτηση μεγαλώνει εκθετικά, ξαναθυμούνται τις «πόλεις-κήπους» του Βρετανού Χάουαρντ του 1898, την «Broadacre City» του Φρανκ Λόιντ Ράιτ ή τις ουτοπικές πόλεις του Λε Κορμπυζιέ. Ξέρουν ότι αυτές οι λύσεις απέτυχαν γιατί έπρεπε να λάβουν υπ’ όψιν τους την κυκλοφορία των αυτοκινήτων και είχαν μια θεώρηση «η πόλη μέσα στη φύση».

Τώρα η προσέγγιση έχει διαφοροποιηθεί: το ζητούμενο (πιο βολικό) είναι η φύση σε αρμένικη βίζιτα στην πόλη. Το επιχειρούν με τη βοήθεια της τεχνολογίας και των ποδηλάτων. Προς το παρόν, το εγχείρημα περιορίζεται χονδρικά στις στολές παραλλαγής και τους κήπους-ρετιρέ. Πάλι καλά. Ανεβαίνω να κάνω ένα τσιγάρο.

Σύνθημα: «Tα σχολικά μαθήματα στην εξοχή». Γλιτώνεις κορωνοϊό και καταλήψεις. Άντε να το σκάσουν για να κλέψουν κάνα σύκο. Επιπλέον, πιάνεις φιλίες και με άλλα ζώα. Είσαι υγιής.

 

Διαβάστε ακόμα: Ψάχνετε αυτοπεποίθηση; Βγείτε έξω από την ήσυχη ζωούλα σας.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top