Στους δρόμους της Αβάνας θα πετύχεις πολλούς «Che» και «Fidel», με τα πούρα στο στόμα και το σήμα της νίκης στα χέρια. (Φωτογραφία από τον χρήστη του Flickr Terry Feuerborn)

Παρασκευή, 10 Mαρτίου 2017

Αγαπητοί φίλοι,

Άλλος ο ήχος και άλλος ο απόηχος. Με άλλους ήχους στ’ αυτιά μου πήγα στην Κούβα και με άλλους απόηχους γύρισα ακούγοντας «τι λένε δίχως λόγια» οι Κουβανοί.

Πήγα με «ήχους» λυπημένους από τις διηγήσεις των περισσότερων για τη φτώχεια και την κακομοιριά ενός λαού που (60 χρόνια τώρα) ζει κάτω από μια στρατιωτική δικτατορία, η οποία όντως ελέγχει κυριολεκτικώς τα πάντα.

Γύρισα με έναν διάχυτο θαυμασμό γι’ αυτόν τον ταλαιπωρημένο λαό, για το πώς σκέπτεται και πώς βιώνει με πολλές στερήσεις αλλά με το κεφάλι πάντα ψηλά και το χαμόγελο στα χείλη…

Σε συνέχεια λοιπόν των όσων ανέφερα την περασμένη Παρασκευή, (τώρα που κρύωσαν οι θερμές ματιές και καταλάγιασαν τα ευρήματά μου) κλείνω το ρεπορτάζ με κάποια υποκειμενικά συμπεράσματα που εμπεριέχουν και κάποια αντικειμενικά στοιχεία.

Στα περπατήματα κοιτούσα μέσα από τις πόρτες και τα παράθυρα των παλαιών και ψηλοτάβανων σε κακή κατάσταση αρχοντικών. (Φωτογραφία του Τάσου Καρατάσου-Αβέρωφ)

Αποφεύγω να γενικεύω αλλά το θέμα Κούβα δεν πρέπει, νομίζω, να το κρίνει κανείς μόνον ποσοτικώς. Για να έχω μια προσωπική άποψη, μου έφτασαν οι λίγοι που συνάντησα και είχα κάποιες κουβέντες μαζί τους στην Αβάνα και σε μια κεντρική επαρχία αυτού του τεράστιου νησιού, που σε ευθεία γραμμή από το δυτικό μέρος στο ανατολικό φτάνει τα 1200 χιλιόμετρα (Όση είναι η απόσταση που μας χωρίζει αεροπορικώς από την Πορτογαλία)!

Κουβέντες και όχι τόσο πληροφορίες για τα αξιοθέατα ή για ό,τι άλλο από εκείνα που αποζητούν για την καλοπέρασή τους οι περισσότεροι τουρίστες, είτε για εξυπηρετήσεις, είτε για ψώνια ως μια απτή απόδειξη ότι «πήγαμε κι εκεί» ενώ, οι περισσότεροι επιστρέφουν στις χώρες τους διηγώντας τα χάλια της ζωής των Κουβανών.

Είχα τα μάτια μου ανοιχτά, καθώς περνούσαμε με ένα λεωφορειάκι από τις φτωχογειτονιές. Στα περπατήματα κοιτούσα μέσα από τις πόρτες και τα παράθυρα, είτε των παλαιών και ψηλοτάβανων σε κακή κατάσταση αρχοντικών, είτε των πιο νέων πολύχρωμων χαμόσπιτων που έχουν κατασκευαστεί τα πρόσφατα χρόνια όπως-όπως και με φθηνά υλικά.

Σε όλη την Κούβα (ειδικά στις επαρχίες) υπάρχει όντως μεγάλη φτώχεια – όπως την εννοούν οι περισσότεροι με τα δικά τους μάτια, τις δικές μας συνήθειες και γενικώς με τα επικρατούντα δικά μας κριτήρια.

Μερικά αντικειμενικά στοιχεία:

Το κράτος στην Κούβα συμβάλλει στις στερήσεις φαγητού όλων των πολιτών με δελτία που παρέχουν κατ’ άτομο και κατά μήνα: 8 αυγά, ένα τέταρτο κοτόπουλο (δηλαδή πόδι ή στήθος), μικρές ποσότητες ζάχαρης, αλευριού, ρυζιού και, όπου δεν καλλιεργούνται, μικρές ποσότητες φρούτων και λαχανικών.

Υπάρχουν 64 Πανεπιστήμια με όλες τις ειδικότητες και ειδικά οι Κουβανοί γιατροί είναι φημισμένοι και περιζήτητοι σε νοσοκομεία του εξωτερικού. Οι 3 τελευταίες τάξεις της μέσης εκπαίδευσης (Γυμνάσιο, Λύκειο) θεωρούνται προκαταρκτικές για την εισαγωγή στα Πανεπιστήμια. Τα αγόρια στα 17-18 χρόνια τους αποφασίζουν αν θα ακολουθήσουν ανώτερες σπουδές. Εάν ΝΑΙ, πάνε στο στρατό για ένα χρόνο, εάν όχι, για δύο!

Τα κορίτσια το ίδιο, μόνο που εκείνα οφείλουν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε έναν δημόσιο ή μη φορέα, για ένα ή δύο χρόνια αντιστοίχως. Μετά τις σπουδές τους στα Πανεπιστήμια, αγόρια και κορίτσια οφείλουν να εργαστούν σε κάποιον (ανάλογο με τις σπουδές τους) φορέα για 3 χρόνια δίχως αμοιβή ως ένα αντάλλαγμα για τη δωρεάν σπουδή τους. Στους συμπληρώσαντες τα προβλεπόμενα χρόνια δουλειάς, η πολιτεία αντί συντάξεως τους παρέχει είτε ένα αυτοκίνητο (!) είτε ένα σπίτι για πολλά χρόνια.

Υστερούν σχεδόν όλοι πολύ στην κάλυψη των ζωτικών αναγκών τους, αλλά δεν αγχώνονται διότι νιώθουν ότι έχουν ένα Κράτος που τους φροντίζει όσο μπορεί.

Στα φαρμακεία-drugstores βρίσκει κανείς μόνο σαπουνάκια και κάποια καλλυντικά, διότι δεν υπάρχουν φάρμακα προς πώληση. Αυτά διατίθενται από τα εξειδικευμένα νοσοκομεία στα οποία πηγαίνουν οι ασθενείς ανάλογα με την πάθησή τους. Αφού εξεταστούν αυθημερόν (!) από τους ανάλογους με το πρόβλημά τους γιατρούς παρέχεται τελείως δωρεάν η νοσηλεία ή τα φάρμακα που χρειάζονται.

Συμπερασματικώς: Δεν έχει ο Κουβανός τις αγωνίες που έχουμε εμείς για το πώς και το πού θα σπουδάσουν τα παιδιά του και για το ποια θα είναι η νοσοκομειακή περίθαλψη ή θεραπεία για οποιαδήποτε ασθένεια μπορεί να προκύψει στην οικογένειά του ή τον ίδιο εφ’ όρου ζωής!

Οι Κουβανοί παραμένουν υπερήφανοι για τον Τσε Γκεβάρα τους. Αγωνίζονται για χάρη της κομμουνιστικής ουτοπίας, τραγουδώντας, χορεύοντας και ελπίζοντας σε μια καλύτερη ζωή ενωμένοι και με το χαμόγελο στα χείλη. (Φωτογραφία από τον χρήστη του Flickr Marco Crupi)

Υποκειμενικές απόψεις μου σε σχέση με τα παραπάνω:

1. Η μεγάλη φτώχεια κάνει τα 11 εκατομμύρια των Κουβανών που ξέμειναν στο νησί να αποζητούν ο ένας τη βοήθεια του άλλου. Αυτός ο καταλύτης καταλήγει να τους φέρνει όλους κοντά και να διέπει όπως και να χαρακτηρίζει όλες τις (προσωπικές και μη) σχέσεις τους.

2. Υστερούν σχεδόν όλοι πολύ στην κάλυψη των ζωτικών αναγκών τους, αλλά δεν αγχώνονται διότι νιώθουν ότι έχουν ένα Κράτος που τους φροντίζει όσο μπορεί (εμείς στη Δύση και ειδικά στην Ελλάδα είμαστε ταγμένοι να εξυπηρετούμε το Κράτος!).

Οι Κουβανοί κατ’ εμέ, έχουν άδειες κοιλιές αλλά ζεστές καρδιές. Μυαλό που δουλεύει. Ξέρουν να αγαπούν και να βοηθούν τον διπλανό τους.

3. Παρ’ όλα τα 60 χρόνια της αυστηρής στρατοκρατίας, σέβονται και αγαπούν ακόμη και τον Ραούλ Κάστρο διότι αφενός μεν έχουν συνηθίσει αυτό το σύστημα, και αφετέρου νιώθουν ότι αποτελεί μια συνέχεια των επαναστατών που έδιωξαν τους καπιταλιστές που τους εκμεταλλεύονταν.

Γυρίζω λοιπόν θετικώς εντυπωσιασμένος με τους απόηχους που αποκόμισα και έχω να σας μεταφέρω τα εξής:

Μην επισκεφθείτε την Κούβα όσοι έχετε συνηθίσει και αγαπήσει το δικό μας σύστημα και το θεωρείτε καλύτερο! Θα απογοητευτείτε! Μακρύ ταξίδι, ακριβό και κουραστικό.

Τα μαγαζιά (μάρκετς) για τους τουρίστες (τα περισσότερα κρατικά) γραφικά μεν αλλά με προϊόντα (ως επί το πλείστον) κιτς και χαμηλής ποιότητας (εκτός από το ρούμι και τα πούρα τους).

Σε όλη την Κούβα (ειδικά στις επαρχίες) υπάρχει όντως μεγάλη φτώχεια – όπως την εννοούν οι περισσότεροι με τα δικά τους μάτια, τις δικές μας συνήθειες και γενικώς με τα επικρατούντα δικά μας κριτήρια. (Φωτογραφία του Τάσου Καρατάσου-Αβέρωφ)

Μη δοκιμάσουν οι εξυπνάκηδες να παζαρέψουν. Οι τιμές παντού είναι ίδιες διότι καθορίζονται και ελέγχονται αυστηρώς από το κράτος. Και 100 πούρα να πάρετε (αν είστε μεγάλη παρέα μέχρι 25 τεμάχια ανά άτομο επιτρέπονται για εξαγωγή) το πολύ να σας κάνουν δώρο ένα! Εκπτώσεις ποτέ και σε τίποτα…

Προσωπικώς καταχάρηκα που διαψεύστηκαν τα όσα είχα ακούσει για την Κούβα. Με στενοχώρησαν οι ζωτικές ελλείψεις των Κουβανών που αγωνίζονται για να καλύψουν όλες τις ανάγκες τους (ειδικώς όταν έχουν ανήμπορους για δουλειά στην οικογένεια), γνώρισα όμως λίγους αλλά ωραίους ανθρώπους.

Οι Κουβανοί κατ’ εμέ, έχουν άδειες κοιλιές αλλά ζεστές καρδιές. Μυαλό που δουλεύει. Ξέρουν να αγαπούν και να βοηθούν τον διπλανό τους, διατηρώντας ζωντανές τις ελπίδες τους για ένα καλύτερο μέλλον.

Εμείς με τις υπερχορτάτες κοιλιές έχουμε μυαλό απενεργοποιημένο, μια καρδιά άτολμη και φοβούμενη να εκφράσει αυτά που νιώθει και ένα μυαλό σε αποβλάκωση. Δεν εμπιστευόμαστε ούτε ο ένας τον άλλον, ούτε και όσους «δημοκρατικώς» μας κυβερνούν με υπεροψία, στόμφο, φόρους, ύβρεις και συχνές ατασθαλίες…

Επαναλαμβάνω: μην κάνετε τα έξοδα να πάτε στην Κούβα με αρνητική προδιάθεση και μόνο για να λέτε ότι πήγατε και εκεί.

Θεωρώ ύστερα από αυτό το σύντομο ταξίδι μου ότι εμείς (και να με συγχωρείτε) είμαστε (λίγο ή πολύ) για λύπηση. Ταπεινωμένοι, διχασμένοι, αγχωμένοι, περιμένουμε εις μάτην τα θαύματα που δεν έρχονται διότι όλοι οι θεοί μας εγκατέλειψαν!

Οι Κουβανοί παραμένουν υπερήφανοι για τον Τσε Γκεβάρα τους. Αγωνίζονται για χάρη της κομμουνιστικής ουτοπίας, τραγουδώντας, χορεύοντας και ελπίζοντας σε μια καλύτερη ζωή ενωμένοι και με το χαμόγελο στα χείλη. Νομίζω θα την αποκτήσουν πιο γρήγορα από εμάς όταν γίνουν με το αζημίωτο οι σημαντικές επενδύσεις για τις υποδομές που δεν έχουν και σίγουρα θα γίνουν από τους εισβολείς σωτήρες.

Σημείωση: Ο Τάσος Καρατάσος – Αβέρωφ είναι από το 1990 πρόεδρος του Ιδρύματος Μιχάηλ Τοσίτσα. Τον Ιούνιο του 2000 παραιτήθηκε ως τελευταίος πρόεδρος από την οικογένεια της ΠΑΠΑΣΤΡΑΤΟΣ ΑΒΕΣ.

 

Διαβάστε ακόμα: Στο Μιλάνο η κουλτούρα είναι τρόπος ζωής

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top