Mπα, καλύτερα το Μίλαν-Ιντερ του έδειχνε την ίδια ώρα το MEGA.

Καθόσον ο Ανδρέας Παπανδρέου μνημονεύεται σ’ αυτή τη προεκλογική εκστρατεία περισσότερο από τότε που ζούσε, αξίζει να θυμηθούμε μια φράση του που έχει μείνει στην ιστορία ως παράδειγμα πολιτικού νεφελώματος. Στην κρίση του 1987 με την Τουρκία είχε αποφανθεί πως στόχος μας είναι  ο «μη πόλεμος». Ενδιαφέρον το λεκτικό σχήμα για τους φιλόλογους, αμετάφραστο, όμως, για τον μέσο πολίτη.

Κάπως έτσι, το χθεσινό debate των πολιτικών αρχηγών ήταν ό,τι πιο κοντά στην «μη ήττα». Οχι τη νίκη, την οποία ουδείς φάνηκε να διεκδικεί ή να ξέρει πώς να δρέψει τις δάφνες της, αλλά μια προσπάθεια να κρατήσει ο καθένας εξ αυτών το «χωραφάκι» του ανέπαφο από ξένες πατημασιές. Προσήλθαν σε έναν κουτσό διάλογο (εντέλει κουραστικό μονόλογο) περιχαρακωμένοι και εγκλωβισμένοι στο χαράκωμά τους. Κάτι λίγες κουμπουριές στον αέρα που έπεσαν δεν πρέπει να τρόμαξαν ούτε πουλί πετούμενο.

Η ορθότερη απόφαση θα ήταν να μην επαναληφθεί κάτι αντίστοιχο στο μέλλον ή, αν γίνει, να διεξαχθεί με άλλους όρους. Σαν να λέμε: ελεύθερα χτυπήματα κι όποιος αντέξει.

Έχει αποδειχθεί πολλάκις πως αυτές οι συζητήσεις κορυφής μέσω τηλεόρασης ελάχιστη σχέση έχουν με τον όρο «τηλεμαχία», καθώς δεν νοείται μάχη όταν έχεις εξαρχής αποφασίσει να φυλάξεις τα νώτα σου, να παίξεις άμυνα, να πιάσεις τοίχο για να γλιτώσεις τις μπουνιές. Αυτό συνέβη και χθες.

Η ορθότερη απόφαση θα ήταν να μην επαναληφθεί κάτι αντίστοιχο στο μέλλον ή, αν γίνει, να διεξαχθεί με άλλους όρους. Σαν να λέμε: ελεύθερα χτυπήματα κι όποιος αντέξει. Το να παίζεις κατενάτσιο σε ανοιχτό γήπεδο συνιστά τον ορισμό του βαρετού παιχνιδιού.

Όχι δεν γίναμε σοφότεροι από τη χθεσινή παρουσία των αρχηγών. Φευ, ακόμη και όσοι περίμεναν πως κάποια σπίθα θα ανάψει, απογοητεύτηκαν. Για να δανειστούμε την ατάκα του Κουτσούμπα που έχει γίνει, πλέον, του συρμού: «Αυτοί είστε». Επομένως, τι ακριβώς περίμενε κανείς να δει χθες; Κάποια είδηση, μια έκπληξη, κάτι που να ξεφεύγει από το προδιαγεγραμμένο σενάριο; Όταν κατεβαίνεις με τη λογική της «μη ήττας», το αποτέλεσμα θα είναι ένα σκακιστικό πατ για πρωτόβγαλτους παίκτες που δεν ξέρουν πώς να τελειώσουν την παρτίδα.

Τι μένει, τελικά; Η αδιάφορη, πλην επιμελημένη, σιωπή του Κυριάκου Μητσοτάκη στο ελαφρύ μαρκάρισμα που δέχθηκε για τις υποκλοπές και τα Τέμπη. Σφύριξε αδιάφορα, έκανε τον… γερμανό τουρίστα και ξέφυγε κρυπτόμενος.

Εμεινε η αδυναμία του Αλέξη Τσίπρα να κάνει μια στοιχειωδώς καλή επίθεση στους βασικούς του αντιπάλους (πότε θα καταλάβει επιτέλους πως δεν είναι πνευματώδης;), η χρόνια εμμονή του με τον Ανδρέα Παπανδρέου, αλλά και το βροντερό «όχι» που άρπαξε από τους Κουτσούμπα-Βαρουφάκη για την περιβόητη αριστερή κυβέρνηση.

Ο Νίκος Ανδρουλάκης έχει τη μορφή, το λόγο και την πόζα μεσαίου στελέχους περασμένων δεκαετιών που δεν έχει καταλάβει πως η γλώσσα μπορεί να γίνει νερό, αλλά και ξύλο. Όταν επιλέγεις να μιλήσεις με λέξεις δίχως χυμούς, τότε το μόνο που θα προκαλέσεις στους ακροατές σου είναι ύπνο βαθύ και ειρηνικό. Ω ναι, τα κατάφερε και χθες.

Ο Δημήτρης Κουτσούμπας εσχάτως έχει ανακαλύψει πως είναι να γίνεσαι pop, ενώ το μόνο που ξέρεις να τραγουδάς είναι τα τραγούδια της τάβλας. Ξαφνικά γίνεται ατακαδόρος, φτιάχνει ένα ψευδό-cool ύφος θεωρώντας πως έτσι θα δείξει ότι το ΚΚΕ δεν είναι ένα παλαιολιθικό κόμμα. Κι όμως, αν τον άφηναν χθες θα ήταν ικανός να μιλήσει ακόμη και για την απολογία του Μπελογιάννη στο έκτακτο στρατοδικείο. Τόσο πίσω έχει μείνει που πιστεύεις πως όταν σηκώνει τα χέρια του κρέμονται από τα μανίκια του ιστοί αράχνης.

Το κακό με την τηλεοπτική δημοσιογραφία είναι ότι έχει αποκτήσει το σύνδρομο της Στοκχόλμης.

Ο Κυριάκος Βελόπουλος είναι συνηθισμένος στο γυαλί. Με τόσες τηλεπωλήσεις που έχει κάνει στη ζωή του (μόνο ο Αδωνις Γεωργιάδης πρέπει να τον κοντράρει στα ίσια), χθες το μόνο που δεν έκανε ήταν να βγάλει τις κηραλοιφές από την τσέπη του και να τις δειγματίζει. Κρίμα, διότι τον παρακολουθούσε ένα «δυναμικό» κοινό αγοραστών. Όσο για τις γκέισες Παναγίες και τα λοιπά χριστεπώνυμα φληναφήματά του, ε κάπως πρέπει να κλείσει το μάτι και στους ψηφοφόρους του Κασιδιάρη.

Ο Γιάνης Βαρουφάκης, θεωρητικά, ήταν ο μόνος που θα μπορούσε να ξεφύγει από τη στενή φόρμα ενός debate και να κάνει, έστω για λίγο, την επικοινωνιακή διαφορά. Τα μπουρδούκλωσε με το πόσα αυτοκίνητα και μηχανές έχει, αλλά τι τα θέλετε, όλα μια ιδέα είναι. Και ο Γιάνης εκτός από το ένα «ν» που έχει αφαιρέσει από το όνομά του, έχει πετάξει εδώ και καιρό την ψίχα των ιδεών κρατώντας μόνο ένα καθηγητικό περίβλημα. Οσο για το μαύρο πουκάμισο που επέλεξε, ήταν μια λάθος επιλογή. Ή, μάλλον, μια ακόμη λάθος επιλογή του.

Σαν άδειο γήπεδο.

Οσο για τους δημοσιογράφους, επίσης καμία έκπληξη. Άντε να πεις ότι ο Σρόιτερ και η Τζίμα ήταν κάπως περισσότεροι διαβασμένοι και νευρώδεις, αλλά ως εκεί. Όταν βλέπεις τον Γιώργο Παπαδάκη να μην μπορεί καν να διαβάσει τις ερωτήσεις που έχει μπροστά του, τότε απλώς λες μέσα σου «άστο, δεν πειράζει, και πάλι φίλοι θα είμαστε».

Κερδισμένοι της βραδιάς ήταν εκείνοι που προτίμησαν να δουν το κλασικό ντέρμπι του Μιλάνου στο MEGA για το Τσάμπιονς Λιγκ.

Το κακό με την τηλεοπτική δημοσιογραφία είναι ότι έχει αποκτήσει το σύνδρομο της Στοκχόλμης. Όλοι οι πολιτικοί συντάκτες είναι εγκλωβισμένοι από τους πολιτικούς κι ενώ πιστεύουν πως θέλουν να ξεφύγουν, εντέλει τους αρέσει εκεί που είναι και αγαπούν τους δεσμώτες τους. Μόνο που ένας δημοσιογράφος δεν πρέπει να «αγαπάει» τους πολιτικούς.

Υπάρχουν, άραγε, κερδισμένοι από τη χθεσινή τηλεοπτική βραδιά; Αναμφίβολα ναι. Εκείνοι που προτίμησαν να δουν το κλασικό ντέρμπι του Μιλάνου (Μίλαν-Ίντερ) στο MEGA για το Τσάμπιονς Λιγκ. Μπορεί οι Ιταλοί να εφηύραν το κατενάτσιο, αλλά ακόμη κι αυτοί κατάλαβαν πως στις μέρες μας πως αν δεν βάλεις την μπάλα στο πλεχτό, δουλειά δεν γίνεται. Μήπως ήρθε καιρός να το καταλάβουν και οι έλληνες πολιτικοί;

 

Διαβάστε ακόμα: Ο εθνικός μας Μιθριδατισμός είναι το θέμα, όχι ο κάθε Μιθριδάτης.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top