1. «Κι εγώ μικρός έβλεπα εκεί μέσα φώτα και κόσμο και ζωή, και ρωτούσα τη μητέρα μου, κι εκείνη μου απαντούσε –Εκεί μέσα κάνουνε κολύμπι»..

«Κι εγώ μικρός έβλεπα εκεί μέσα φώτα και κόσμο και ζωή, και ρωτούσα τη μητέρα μου, κι εκείνη μου απαντούσε: “Εκεί μέσα κάνουνε κολύμπι”».

Μεσουράνησε στις δεκαετίες του ’60 και του ’70: το μεγαλύτερο όνομα της πισίνας και της ελληνικής κολύμβησης, ο Καρύδης, την εποχή που δειλά-δειλά βγαίναμε στον αφρό για ν’ αντικρίσουμε επιτέλους κατάματα την παγκόσμια πραγματικότητα, κατάφερε με αξιώσεις να σταθεί στο διεθνές προσκήνιο, να μας δώσει να καταλάβουμε πως μπορούμε κι εμείς να φτάσουμε ψηλά.

Με ρεκόρ μεγάλα στο ελεύθερο, στην πεταλούδα, με επιτυχίες πολλές στους Βαλκανικούς, αλλά και στην Ευρώπη, μαζί με τη Μπαξεβανέλη, τον Κουτουμάνη, τον Παπαδάκη τότε, λίγοι αλλά εκλεκτοί, σαν τον Γκάλη κι αυτός, με τον Γιαννάκη, τον Φιλίππου και τ’ άλλα παιδιά, προχώρησε την Ιστορία μας παραπέρα, πρωτοπόρος, ατρόμητος, σίγουρος πάντα για την αξία και τις δυνατότητές του.

Έχω δει μια φωτογραφία σας με τον παλιό ποδοσφαιριστή του Ολυμπιακού και της Εθνικής, τον Κώστα Πολυχρονίου, δημοσιευμένη μια φορά κι έναν καιρό στο «Φως». Σαν παιδί-θαύμα σας παρουσίαζαν τότε Δημήτρη;
Κι αυτή η φωτογραφία έχει τη μικρή της ιστορία: ο πατέρας μου, την εποχή εκείνη, ήταν Γενικός Γραμματέας στον Ολυμπιακό. Κι ήταν Γενικός Γραμματέας και στην ΕΠΟ από το 1964 μέχρι τη Χούντα, επιφανές δηλαδή μέλος του Ολυμπιακού και όχι μόνο. Θεώρησαν, λοιπόν, καλό στο «Φως» να μου πάρουν κι εμένα την πρώτη μου συνέντευξη, ως ταλέντο, ας πούμε, τότε ανερχόμενο. Αυτό άρα έγινε με «μέσο».

Τι μέσο;
Ε, θεώρησαν καλό τότε οι Νικολαΐδηδες, ο Θόδωρος και η Ειρήνη, που ήσαν πολύ στενοί φίλοι με τους γονείς μου, να προβάλουν το γιο του Γενικού Γραμματέα του Ολυμπιακού και… φίλου τους. Ο οποίος γιoς, εγώ δηλαδή, ήμουνα καλός, αλλά δεν δικαιολογείτο ακόμα τέτοια προβολή της αφεντιάς μου.

Υπήρχε όμως… κατόπιν εορτής δικαιολογία, όταν το παιδάκι αυτό σε λίγα χρόνια έγινε ο μεγαλύτερος Έλληνας κολυμβητής της εποχής εκείνης, και όχι μόνο!
Αν το πάρουμε έτσι, πέσανε μέσα κι οι εκδότες, κι ο Νίκος ο Καρελλάς, κι ο Άρης ο Μελισσηνός, που «πατρονάρανε» όλη αυτήν την υπόθεση. Αυτοί ήσαν, πάντως, κι οι πρώτοι δημοσιογράφοι που ασχολήθηκαν με την πισίνα στην Ελλάδα.

2. «Γιατί και τώρα που κολυμπάω καμιά φορά, «Α, πολύ ωραία κολυμπάς», μου λένε, και με θαυμάζουν μερικοί»

«Γιατί και τώρα που κολυμπάω καμιά φορά, «Α, πολύ ωραία κολυμπάς», μου λένε, «και με θαυμάζουν μερικοί».

Μιλάμε για το ’66 περίπου;
Όχι! Το ’66 ήμουνα ήδη πρωταθλητής Ευρώπης εγώ, στους νέους. Μιλάμε για το 1961-62, τότε που μόλις είχα ξεκινήσει να κολυμπάω, κι ήμουνα δέκα-έντεκα χρόνων. Την επόμενη χρονιά, το ’63, ήρθα τρίτος στα 100 μ. ελεύθερο Ανδρών.

Με πρώτον και δεύτερο;
Με πρώτον και δεύτερο τον Μπούμπη τον Χατζηκυριακάκη και τον Τάκη Μαθιουδάκη. Ήταν πολύ μεγαλύτεροι από μένα κι οι δύο. Εγώ είχα κάνει τότε 1.02.80΄, που για τα δεκατρία μου χρόνια τότε ήταν χρόνος σοβαρός.

«Στα δεκατέσσερά μου έκανα το άλμα, κάτω από λεπτό στα 100 μ. ελεύθερο. Υπήρχανε τότε εικοσάρηδες που παλεύανε χρόνια να καταφέρουν κάτι τέτοιο, κι εγώ έκανα 58΄08΄ κατευθείαν».

Πώς βρισκόταν στην πισίνα ένα παιδί την εποχή εκείνη; Ξεκινούσε από τη θάλασσα κι από τα… Βοτσαλάκια αναγκαστικά;
Όχι. Το 1960 που λέμε, υπήρχε ήδη το Ζάππειο, αλλά όχι και η Σχολή Ναυτικών Δοκίμων, το πρώτο κλειστό στον Πειραιά. Εμένα, ο αδερφός του πατέρα μου είχε ένα εξοχικό στα Βριλήσσια, κι ανεβαίναμε με τη μητέρα μου εκεί τα καλοκαίρια, να τους επισκεφτούμε. Και το λεωφορείο περνούσε απ’ το Παναθηναϊκό Στάδιο και το Ζάππειο. Κι εγώ μικρός έβλεπα εκεί μέσα φώτα και κόσμο και ζωή, και ρωτούσα τη μητέρα μου, κι εκείνη μου απαντούσε: «Εκεί μέσα κάνουνε κολύμπι»…


Διαβάστε ακόμα: Στο Ζάππειο μια νύχτα


Μήπως φαινόταν κι ο Πρέκας ιπτάμενος, με φόντο την Ακρόπολη και τους στύλους του Ολυμπίου Διός, να καταδύεται στα γλυκά νερά, ως μύθος κι αυτός της εποχής εκείνης;
Όχι, τον Πρέκα εκεί δεν τον είδα. Αλλά τον έβλεπα στα βράχια της Πειραϊκής να κάνει βουτιές, κι ήμασταν και γείτονες, απέναντι ήσαν τα σπίτια μας, στην Πηγάδα κοντά, Αριστοτέλους. Και πήδαγε κι αυτός και κάποιοι άλλοι από την εξέδρα της «Τερψιχόρης»…

Έλβις Πρίσλεϋ στο «Fun in Acapulco»;
Ακριβώς. Ακριβώς! Η ίδια εικόνα. Μιλάμε για πράγματα επικίνδυνα. Αυτοί πηδάγανε πάνω κι από… σπίτια, δεν υπήρχαν μόνο βράχια από κάτω. Αλλά εμένα το άλλο νερό με είχε ξαφνικά εντυπωσιάσει, το ’58-’59. Και τότε δεν υπήρχε ούτε ενημέρωση ούτε τίποτα. Κάποια στιγμή, όμως, ίσως και λόγω του πατέρα μου που από τότε επέμενε στα ερασιτεχνικά τμήματα, στο στίβο και στο κολύμπι, και δεν ήθελε πολλά-πολλά με το ποδόσφαιρο, ο Ολυμπιακός αποφάσισε να κάνει ένα καινούργιο ξεκίνημα στο πόλο και στην κολύμβηση.

Και;
Και φέρανε έναν Γιουγκοσλάβο προπονητή, τον Μίλο Λούτσιτς. Στον οποίο παραχωρήσανε και το πόλο και το κολύμπι. Κι ήρθε ο Λούτσιτς, κι είδε όλους τους κολυμβητές πάνω από δεκατεσσάρων-δεκαπέντε χρόνων. Και λέει, «Κάνα μωρό; Κάνα μικρό παιδάκι, βρε παιδιά;». Και του λέει ο πατέρας μου: «Εγώ έχω τρία. Να σου φέρω τα δύο, ο άλλος είναι πολύ μικρός ακόμα»… «Πόσο είναι, δηλαδή»; «Εννιά». «Αυτόν θέλω!» γυρνάει και του λέει ο Λούτσιτς. «Φέρ’ τους και τους άλλους, αλλά εγώ σαν τον μικρό θέλω παιδιά».

Πρώτη είδηση από το… εξωτερικό, για το πώς γίνεται η καλή δουλειά!
Βέβαια. Εμείς εδώ ήμασταν ακόμα στο Μεσαίωνα. Δεν ξέραμε πράγματα ακόμα.

Πρώτη μέρα στο νερό; Ο Μάκης ο Χαρίτος υπήρχε στον ορίζοντα, ο καλός ο άνθρωπος, ο δάσκαλος–προπονητής;
Ο Χαρίτος ήταν ακόμα αθλητής. Πολίστας στον Ολυμπιακό, αλλά κολυμπούσε κιόλας, τετρακόσια ελεύθερο, χίλια πεντακόσια, για κάνα βαθμό. Στα Πανελλήνια Πρωταθλήματα τότε κολυμπάγανε όλοι: πρώτα κολυμπάγανε, μετά παίζανε πόλο, μετά… ξανα-κολυμπάγανε. Αχταρμάς καταστάσεων και… συνθηκών.

Ρολόι, σύστημα, όπως στο βόλεϊ μετέπειτα, δηλαδή!
Ναι, ναι. Και μετά το πόλο, γινόντουσαν και οι καταδύσεις, όλα σ’ ένα, σε πακέτο… οικονομικό. Τρέχαν για τους βαθμούς στ’ αγωνίσματα της κολύμβησης, παίζανε και κάνα δυο αγώνες πόλο οι ίδιοι άνθρωποι καπάκι μετά. Μόνο οι καταδύτες δεν ανακατεύονταν και τόσο με το κολύμπι και το πόλο. Μόνον ένας απ’ το Καλαμάκι, αν θυμάμαι καλά, είχε το… ρεκόρ, κι έκανε την ίδια μέρα κολύμβηση, πόλο και καταδύσεις.

«Τότε η προπόνηση ήταν ακόμα στα σπάργανα. Κι εγώ ουσιαστικά απροπόνητος πάλευα»

Ε, υπήρχαν τότε προσωπικότητες, δεν τά ’χανε σαρώσει όλα οι ειδικότητες…
Πάντως, έτσι ξεκινήσαμε κι εμείς: φεύγαμε από τον Πειραιά, μ’ ένα φορτηγάκι από τον Άγιο Κωνσταντίνο που έβαζε ο Ολυμπιακός να μας φέρει Αθήνα. Κι αυτή η φωτογραφία που λέγατε στην αρχή, όσο κι αν σας φαίνεται παράξενο, έφερε κάποιον κόσμο στο κολύμπι. Γιατί, είπανε κάποιοι γονείς: «Α, εννιά χρόνων, δέκα, πάνε στην πισίνα τα παιδιά; Να πάμε κι εμείς το δικό μας». Κι έτσι, μετά από κάνα δυο χρόνια, νά ’σου και η Μπαξεβανέλη η Καιτούλα, κι ο Τέρης ο Κουτουμάνης, κι ο Νίκος ο Παπαδάκης. Και να και το ’64 η Κούλα η Ηλιοπούλου, κι απ’ το ’65 και μετά η άλλη μεγάλη φουρνιά. Είχε έρθει και η Ντίνα η Σπυροπούλου, κι άλλα παιδιά. Κι είχε και ο Παναθηναϊκός Λομβάρδου και Σωτηρίου, κι άρχισαν οι κόντρες οι μεγάλες, οι γνωστές. Για φανταστείτε, όμως, πως όλα μπορεί και να ξεκίνησαν από ’κείνη τη φωτογραφία στο «Φως»!

Στην επόμενη σελίδα: Οι προπονήσεις, η 2η θέση στη Βαρκελώνη και οι κόντρες Ολυμπιακού-Παναθηναϊκού

1 2 3

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top