3. Ο μυθικός Δημήτρης Καρύδης με τον μυθικό Γιώργο Σιδέρη

Ο μυθικός Δημήτρης Καρύδης με τον μυθικό Γιώργο Σιδέρη.

Δημήτρης Καρύδης, λοιπόν.
Όταν έπεσα εγώ για πρώτη φορά σε αγώνες εννιάμισι-δέκα χρόνων, δεν υπήρχε άλλος κολυμβητής στην ηλικία μου. Η λέξη «Παμπαίδες» δεν υπήρχε, δεν είχε καθιερωθεί… Ξέρετε, την εποχή εκείνη υπήρχαν και οι «αλάνες» στις γειτονιές. Υπήρχε μια ελευθερία στα παιδιά, βγαίναμε και παίζαμε στο δρόμο, όπως στα χωριά. Έτσι αποκτούσαμε και μια δυναμική, ψυχική και σωματική, σαν αγριμάκια ήμασταν. Υπήρχαν ακόμα τα καταφύγια απ’ τον Πόλεμο, σκαρφαλώναμε, τσακωνόμασταν, μπαινοβγαίναμε στις οικοδομές, χτυπάγαμε.

Με μια λέξη, όχι και τόσο παλιά, «σκληραγωγούμασταν»…
Δεν υπήρχε από τα σπίτια μας όλος αυτός ο σημερινός, άγριος προγραμματισμός. Αγγλικά, Γαλλικά, πιάνα και φροντιστήρια και τα λοιπά. Πότε παίζουν τα σημερινά παιδιά; Σαν τα σκυλάκια του σαλονιού έχουν καταντήσει. Εντάξει, κάπως διαβάζαμε κι εμείς, αλλά η ζωή μας όλοι ήταν έξω. Στις κατασκηνώσεις, πιο πραγματική ζωή. Έτσι αποκτούσαμε κι αυτήν την άλλη δυναμική. Γι’ αυτό κι εμένα μού ’ρθε λίγο εύκολα η προπόνηση, το κολύμπι μετά. Ίσως είχα και μια τάση, ένα ταλέντο φυσικό, κι απ’ το κύτταρό μου, ποιος ξέρει; Γιατί και τώρα που κολυμπάω καμιά φορά, «Α, πολύ ωραία κολυμπάς», μου λένε, και με θαυμάζουν μερικοί. Κι ας μην είμαι πια… στην πρώτη μου νιότη. Η τεχνική ποτέ δεν σ’ αφήνει.

Μα και η Μπαξεβανέλη, μεγάλη πια στη Βουλιαγμένη, χρονομετρούσε τον εαυτό της στα εικοσιπεντάρια, απτόητη…
Στα σπριντ, μού ’χανε έρθει πάρα πολύ εύκολα τα πράγματα. Έλα όμως που εκείνη την εποχή πενηντάρια δεν υπήρχανε, το ’κατοστάρι ήταν η πιο σύντομη κούρσα. Αλλά ήμασταν πάρα πολύ γρήγοροι, κι εγώ, κι άλλα παιδιά. Ο Γιώργος ο Παληκάρης π.χ., πάλι του Ολυμπιακού, στα 100 μ. εντάξει, τον κέρδιζα, στα πενήντα όμως δεν τον κατάφερνα. Υπήρχε κι ένας πεταλουδίστας, που εγώ τον κοίταζα κι έμενα άγαλμα, ο Λουμίδης, που μέχρι τα 60 μέτρα δεν πιανότανε. Μετά, όμως, κόλλαγε. Αλλά ήταν φυσέκι. Τίποτα δεν είχε να ζηλέψει απ’ τους σημερινούς πεταλουδίστες.

«Το ’69, ’71 και ’72 είμαι ο μόνος Έλληνας πρωταθλητής που κερδίζω βαλκανική πρώτη θέση. Το ’70 στην Αθήνα δεν τα κατάφερα, ήρθα δεύτερος, γιατί είχα κι ένα ατύχημα».

Την προπόνηση μόνο…
Την προπόνηση. Τότε η προπόνηση ήταν ακόμα στα σπάργανα. Κι εγώ ουσιαστικά απροπόνητος πάλευα. Όταν είχα φτάσει να κολυμπάω ’κατοστάρι πεταλούδα 1.03΄ στα δεκαπέντε μου, και στα διακόσια να ’χω …2.50΄, κάτι λέει αυτό. Ή να κάνω 58΄ ελεύθερο στα δεκατέσσερά μου και στα διακόσια να κάνω 2.18΄ –που τώρα το 2.18΄ το κάνουν αθλητές που κάνουν 1.05΄ στα εκατό–, καταλαβαίνετε πόση προπόνηση μας έλειπε. Και 400 μ. δεν τολμούσαμε καν να πέσουμε. Πόσω μάλλον 1.500!

Και, και; Πώς συνεχίστηκαν τα πράγματα;
Ο Νίκος ο Παπαδάκης, που ήταν ύπτιος, είχε μια καλύτερη εξέλιξη αρχικά, από μένα. Μαζί με την Τζένη τη Σωτηρίου και τον Ηλία τον Πιλάλα που ήσαν στον Παναθηναϊκό, πήγαμε στους πρώτους Πανευρωπαϊκούς Νέων, που γίνονταν στο Παρίσι. Το ’64. Πιτσιρικάδες.

4. Ο Κώστας Πρέκας καταδύτης στο Ζάππειο, με τον συναθλητή του Κόρδα

Ο Κώστας Πρέκας καταδύτης στο Ζάππειο, με τον συναθλητή του Κόρδα.

Πιτσι… ροκάδες.
Μας στείλανε για να «βγούμε», για να δούμε. Για να καταλάβουμε πού βρισκόμασταν. Και, βέβαια, δεν κάναμε τίποτα. Χαθήκαμε κανονικά. Στο Διάστημα. Βρεθήκαμε στο Χάος. Εγώ καθόμουνα και κοίταζα σα χαζός. Βλέπαμε τους Σουηδούς και τους Ολλανδούς και τους Γάλλους σαν από άλλον πλανήτη. Αλλά, την επόμενη χρονιά, οι ίδιοι Πανευρωπαϊκοί γίνανε στη Βαρκελώνη. Και πήγαμε πάλι τρεις-τέσσερις, ο Κουτουμάνης και η Μπαξεβανέλη αυτήν τη φορά, κι εγώ ήρθα δεύτερος στα 100 μ. ελεύθερο.

Αυτό τώρα πώς έγινε; Πώς πάει κάποιος από το μηδέν στο άριστα εν μιά νυκτί;
Κατ’ αρχάς, είχε πια ανοίξει η Σχολή Ναυτικών Δοκίμων, η πρώτη κλειστή πισίνα. Τότε έκανα κι εγώ το άλμα, κάτω από λεπτό στα 100 μ. ελεύθερο. Στα δεκατέσσερά μου. Κι υπήρχανε τότε άλλοι μεγάλοι, εικοσάρηδες, που παλεύανε χρόνια να καταφέρουν κάτι τέτοιο, κι εγώ έκανα 58΄08΄ κατευθείαν. Μεγάλη υπόθεση για τότε. Κολυμπούσα και πεταλούδα, αλλά ήμουνα στα ελεύθερα καλύτερος μικρός. Με τη δεύτερη θέση στους Πανευρωπαϊκούς άρχισε ν’ αλλάζει το πράγμα.

«Αν δεν είχα πάει στην Αμερική, θά ’χα φτάσει πολύ πιο ψηλά, πιστεύω»

Για όλο το ελληνικό κολύμπι! Στη Βαρκελώνη πάλι, α λα… Πατουλίδου!
Ναι. Άρχισαν νά ’ρχονται στην πισίνα δυο-δυο πια τα μικρά παιδιά, τρία-τρία. Και γιγαντώνονται και οι μάχες της… Αποκαλύψεως Ολυμπιακού-Παναθηναϊκού στο κολύμπι. Γιατί η κόντρα υπήρχε ήδη, η ποιότητα ώς τότε έλειπε. Την επόμενη δε χρονιά, στην Κατάνια της Σικελίας, με Μπαξεβανέλη, Κουτουμάνη και Σπυροπούλου πια, κερδίζω εγώ χρυσά, και στα 100 μ. ελεύθερο και στα 100 μ. πεταλούδα, ο Κουτουμάνης στο πρόσθιο δύο αργυρά, και η Μπαξεβανέλη χάλκινο, νομίζω. Φαίνεται πια και η δουλειά του Λούτσιτς. Ο οποίος θα μείνει ως το ’69 -’70, και θα συνεχίσει να δουλεύει με τις πολύ μικρές ηλικίες. Ο Καπράλος έρχεται μωρό τότε, οι Μπεριστιάνοι, ο Θωμάς ο Λαναράς…

Και οι Κοσκινάδες, βέβαια. Ο Κώστας, κατ’ αρχάς.
Τον Κώστα τον Κοσκινά στην αρχή τον κρατήσαμε γιατί θέλαμε τον… Βαγγέλη. Αλλά να που κι αυτός έφτασε εκεί που έφτασε. Γέμιζε το Ζάππειο ώς απάνω, περίμενε ο κόσμος σαν και τι τους συναγωνισμούς και τα πανελλήνια ρεκόρ, θυμάστε. Βγαίναμε γι’ αγώνες έξι η ώρα, ας πούμε. Κι όπως ανεβαίναμε για να βγούμε για ζέσταμα από τ’ αποδυτήρια στα υπόγεια, με το που διακρίνονταν τα κεφάλια μας λίγο, από δεξιά οι Ολυμπιακοί, από την άλλοι οι Παναθηναϊκοί, ξεσπούσε ο κόσμος σε… ουρανομήκεις ζητωκραυγές, πώς κάνανε και στα γήπεδα, για τους ποδοσφαιριστές; Χειρότερα! Τρομερότερα!

Θα ενυπήρχε κι εκεί, από τότε, και η… υστερία των γονέων, που τρελαίνονται με τα σπλάχνα τους από καταβολής ίσως του… νέου Ελληνισμού.
Μπα. Δεν πολυ-υπήρχαν γονείς τότε στην πισίνα, μετά άρχισε το κακό. Εγώ πήγαινα με το τρόλεϊ στους αγώνες, ο πατέρας μου ερχόταν μετά, όταν άδειαζε, με ταξί. Αλλά γέμιζε η πισίνα ακόμα και στις ημερίδες μια-δυο ώρες νωρίτερα. Χαμός γινότανε.


Διαβάστε ακόμα: Με τη μαμά μου στην πισίνα!


Πού πήγαν όλ’ αυτά; Πού χαθήκανε;
Πρώτα-πρώτα, σταμάτησε ο συναγωνισμός των μεγάλων, των δημοφιλών ομάδων. Γιατί η Γλυφάδα και η Βουλιαγμένη, ας πούμε, που ακολούθησαν και στο κολύμπι και στο πόλο, αν δεν πάνε οι συγγενείς κι οι φίλοι, πού να τον βρούνε τον κόσμο να τις τρέχει από κοντά;

Πείτε το ψέματα…
Αν δεν υπήρχε ο Γιαννουρής, ποιος θα την ήξερε τη Βουλιαγμένη; Υπάρχουν φίλαθλοι που λένε «Εγώ είμαι Βουλιαγμένη»;

Υπάρχουν. Λίγοι και καλοί! Στον τελικό του ’97 το Ο.Α.Κ.Α. γέμισε με φιλάθλους της προκοπής, όχι από οπαδούς αρρωστημένους.
Ναι. Αλλά άλλο ακόμα και το Πανιώνιος-Ολυμπιακός στο πόλο κι άλλο το Βουλιαγμένη-Ολυμπιακός, δεν συμφωνείτε;

Συμφωνώ, αλλά και… διαφωνώ. Ας είναι. Ας μείνουμε λίγο ακόμα στα ωραία τα παλιά.
Την πρώτη εποχή, τη δική μας, δεν υπήρχαν ακόμα οι Βαλκανικοί. Εγώ πια είχα λίγο μεγαλώσει, αλλά σε χρόνους μάλλον παρέμενα στάσιμος. Μέχρι το ’69, τότε που έφερε ο Ολυμπιακός έναν άλλο προπονητή, τον Αμερικανό τον Λάρσον. Τον Λανς Λάρσον, τον μεγάλο κολυμβητή, που στους Ολυμπιακούς της Ρώμης είχε γίνει εκείνη η ιστορία με τα χρονόμετρα χειρός, και τον είχανε βγάλει δεύτερο, μετά τον Αυστραλό. Αυτός πια μας άλλαξε όλη τη φιλοσοφία της προπόνησης. Και γίνονται και οι πρώτοι Βαλκανικοί, στην Κωνσταντινούπολη.

Στην επόμενη σελίδα: Οι πρωτιές στους Βαλκανικούς Αγώνες και το ταξίδι στην Αμερική

1 2 3

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top