Κοιτώντας πάντα ψηλά (Φωτογραφία: aktuelno.me).

Ενας σοφός στη χώρα που γέννησε ουκ ολίγους σοφούς. Ένας ξένος που έγινε δικός μας. Ο Ντούσαν Ίβκοβιτς βαφτίστηκε για λάθος λόγο «σοφός», εντούτοις στην πορεία του προπονητικού του βίου απέδειξε πως δικαίως έφερε τον τίτλο. Τώρα, όμως, αυτό ήταν. Ο αγώνα έληξε, ο χρόνος μηδένισε, όλα τα σουτ είναι εκπρόθεσμα. Σε ηλικία 77 ετών, ο Ντούντα μάς είπε το μεγάλο αντίο.

Tον γνώρισα πρώτη φορά από κοντά το 1997 στη Ρώμη. Ούτε καν στην Αθήνα. Εκείνα τα χρόνια ήμουν ρεπόρτερ Παναθηναϊκού, αλλά από μια «ανάποδη» απόφαση του τότε διευθυντή μου στο Sportime πήγα στην Αιώνια Πόλη να καλύψω την προσπάθεια του Ολυμπιακού να πάρει το πρώτο του Ευρωπαϊκό.

To 2003 στη Βαρκελώνη τον πιάνω με το καλό και στο τέλος μου λέει: «Εντάξει φίλε, θα σου δώσω αυτή την κυρία συνέντευξη, μπρε…».

Αισθανόμουν παρείσακτος σε ένα αμιγώς ολυμπιακό περιβάλλον, αλλά ως νέος δεν έδωσα και μεγάλη σημασία. Την προηγούμενη του τελικού με την Μπαρτσελόνα τον πλησίασα για συνέντευξη. Πριν καν του κάνω τις απαραίτητες συστάσεις, ήξερε. «Εσύ είσαι με τους Παναθηναϊκούς, τι θέλεις εδώ πέρα;», μου είπε με νάζι. Συνέντευξη δεν μου έδωσε. Τα πράγματα μεταξύ Ολυμπιακού και Παναθηναϊκού ήταν και είναι πάντα περίεργα.

Μου έδωσε, όμως, συνέντευξη επτά χρόνια (2003) μετά στη Βαρκελώνη. Ήταν το φάιναλ φορ που πανηγύρισε η Μπαρτσελόνα και έσπασε την κατάρα που την κυνηγούσε. Ελλείψει ελληνικής ομάδας σε εκείνο το φάιναλ φορ, τα πράγματα ήταν πιο χαλαρά.

Τον πλησίασα με συστολή. Σκέφτηκα πως δεν λέει να προκαλέσεις τον Ντούντα γιατί έχει και ένα χέρι σαν φτυάρι. Τω όντι, όσοι έχουν δεχθεί μπάτσο από τα χέρια του ξέρουν πολύ καλά τι σημαίνει να σου έρθει ο ουρανός σφοντύλι. Τέλος πάντων, τον πιάνω με το καλό και στο τέλος μου λέει: «Εντάξει φίλε, θα σου δώσω αυτή την κυρία συνέντευξη, μπρε…». Οπερ και εγένετο.

Λογοτιμήτης από τους λίγους. Αυτό το ξέρει καλά ο Κόκκαλης όταν του έκανε πρώτη φορά πρόταση για τον Ολυμπιακό.

Κάτσαμε σε ένα απόμερο σημείο του γηπέδου και τα λέγαμε για μισή ώρα. Θυμάμαι ακόμη την έκπληξη που δοκίμαζα από απάντηση σε απάντηση που μου έδινε. Τη μια ήταν σοβαρός, την άλλη εκνευρισμένος, την τρίτη ολότελα χαμογελαστός. Δεν ήξερα πώς να αντιπαλέψω το δέος που αισθανόμουν για έναν άνθρωπο που κουβαλάει δέκα ζωές μέσα του.

Διότι αυτό ήταν ο Ντούντα για όλους. Ενας κομισάριος του μπάσκετ. Ενας άνθρωπος που τάχθηκε στο άθλημα. Ενας προπονητής που δεν δίστασε να τα βάλει με τους μεγάλους σταρ στις ομάδες που δούλευε, αλλά που ο κώδικας αξιών του ήταν πάντα απαράβατος για εκείνον. Λογοτιμήτης από τους λίγους. Αυτό το ξέρει καλά ο Κόκκαλης όταν του έκανε πρώτη φορά πρόταση για τον Ολυμπιακό, αλλά ο Ιβκοβιτς είχε ήδη υπογράψει στον Πανιώνιο και δεν πάτησε το λόγο του.

Το ξέρουν και οι Ντένβερ Νάγκετς όταν του είπαν πως το θέλουν να αναλάβει την ομάδα, αλλά ο Ντούντα τους απάντησε πως είχε δώσει το λόγο του στην ΤΣΚΚΑ Μόσχας. Για φαντάσου: ήταν η ευκαιρία του να πάει στο ΝΒΑ, κι όμως, δεν το έπραξε για λόγους τιμής.

Τον θυμάμαι ακόμη ένα βράδυ άνοιξης στην παραλιακή όπου στο τραπέζι ήμασταν κάμποσοι δημοσιογράφοι μαζί με τον Ζέλικο Ομπράντοβιτς και τον Δημήτρη Ιτούδη. Τρώγαμε, πίναμε και συζητούσαμε. Κάποια στιγμή ο Ντούντα παίρνει τηλέφωνο τον κουμπάρο του, τον Ζοτς, και εκείνος του λέει πού είναι και τι κάνει.

Για τον Ντούντα μόνο ένα ουίσκι υπήρχε στην υφήλιο: το Chivas.

Μέσα σε δέκα λεπτά εμφανίζεται ο Ντούντα με λευκό λινό πουκάμισο, σορτσάκι και μια δερμάτινη τσάντα περασμένη στον ώμο. Μας λέει εξαρχής πως είναι κουρασμένος και δεν θα κάτσει πολλή ώρα. «Έτσι πέρασα να δω τι φτιάχνετε εδώ, μπρε…», μας είπε (πάλι με το ίδιο νάζι).

Να μην τα πολυλογώ, ούτε που θυμάμαι τι ώρα φύγαμε εκείνο το βράδυ. Ξημερώματα μάλλον. Ο Ντούντα όλο έλεγε πως θα φύγει και όλο καθόταν. Και όταν ο Ομπράντοβιτς έκανε τη μαγική κίνηση να ζητήσει από τον μετρ να φέρει ένα μπουκάλι Chivas Regal, τότε όλοι καταλάβαμε πως ο Ιβκοβιτς δεν υπήρχε περίπτωση να σηκωθεί να φύγει από το τραπέζι. Διότι για τον Ντούντα μόνο ένα ουίσκι υπήρχε στην υφήλιο: το Chivas (Τσίβας, όπως το έλεγε).

Σοφός, λοιπόν, κι ας ήταν νονός του παρωνυμίου ο Παναγιώτης Φασούλας που στο Πο, έπετα από αγώνα του ΠΑΟΚ με την Ορτέζ ρωτήθηκε από τους δημοσιογράφους γιατί δεν παίζει πολύ και ο ψηλός τους απάντησε με δηκτικό τρόπο: «Πού να ξέρω; Ρωτήστε τον σοφό μέσα».

Σοφός γιατί οι κούπες και τα μετάλλια που έχει κατακτήσει μπορούν να γεμίσουν όλο το σπίτι του. Οχι το σπίτι του στο Βελιγράδι, αλλά αυτό που είχε στο Φάληρο με εντυπωσιακή θέα στη θάλασσα και από πάνω τον περιστερώνα με τα εκατοντάδες περιστέρια του (η μεγάλη του αγάπη).

Σοφός γιατί άνθρωποι σαν τον Ιβκοβιτς δεν βγαίνουν κάθε μέρα. Του σαλονιού και του λιμανιού. Να γιατί αγάπησε τόσο πολύ τον Ολυμπιακό και καταπάτησε για χάρη του έναν από τους βασικούς του κανόνες να μην επιστρέφει ποτέ σε ομάδα που έχει προπονήσει στο παρελθόν. Για χάρη του θρύλου το έκανε.

Ωραίος τύπος, αυθεντικός, με τα καλά του και τα άσχημά του, όπως όλοι μας, μόνο εκείνος είχε ένα μέγα προσόν: υπήρξε πρωτοπόρος του αθλήματος.

Ωραίος τύπος, αυθεντικός, με τα καλά του και τα άσχημά του, όπως όλοι μας, μόνο εκείνος είχε ένα μέγα προσόν: υπήρξε πρωτοπόρος του αθλήματος. Το όνομά του είναι γραμμένο με χρυσά γράμματα στο χρυσό κατάστιχο του ευρωπαϊκού μπάσκετ.

Σέρβος μεν, γεννημένος στο Τσβέρνι Κριστ (σ.σ. Ερυθρός Σταυρός στα ελληνικά) την πόλη που «βγάζει τους μεγαλύτερους μάγκες του Βελιγραδίου» όπως είχε πει ο ίδιος «έπρεπε να δείχνω τον τσαμπουκά μου για να μην με καβαλήσουν οι ποδοσφαιρικοί». Αρχικά ασχολήθηκε με την πυγμαχία, αλλά το μπάσκετ έμελλε να είναι το άθλημα της ζωής του. Σέρβος; Εκείνος έλεγε σε κάθε συνέντευξή του (ειδικά τα τελευταία χρόνια) πως ήταν Έλληνας. Λες και δεν το ξέραμε!

Με θείο το μέγα Νίκολα Τέσλα και πνευματικό τέκνο του Ζλάτο Ζεράβιτσα (ένας από τους σημαντικότερους προπονητές της τότε Γιουγκοσλαβίας), ο Ίβκοβιτς δεν θα μπορούσε παρά να συνδυάσει την τεχνική με τον ευφάνταστο χαρακτήρα του. Για να δελεάσει τους παίκτες του Ολυμπιακού στο ημίχρονο του τελικού της Ρώμης με την Μπαρτσελόνα τους ζήτησε να δουν το αντίπαλο καλάθι σαν… σοκολατίνα που θα ήθελαν να φάνε.

Ατακαδόρος από τους λίγους (είναι παροιμειώδεις οι νεολογισμοί του), εύστροφος και μεγάλη καρδιά. Θα μας λείψει. Πολύ, μπρε…

 

Διαβάστε ακόμα: Τζορτζ Κόρκος. Ο πρώτος Έλληνας των Μιλγουόκι Μπακς.

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top