Η είδηση: «Οι πολίτες όταν δεν θα έχουν άλλο τρόπο να εξοφλήσουν τα πάσης φύσεως χρέη τους θα προσφεύγουν στην εκχώρηση των ακινήτων προς το Ελληνικό Δημόσιο και θα γίνεται συμψηφισμός των οφειλών με την αξία του ακινήτου που θα αποτιμάται κατά περίπτωση βάσει ειδικής μεθοδολογίας. Με αυτόν τον τρόπο οι οφειλέτες θα αποφεύγουν τις ποινικές διώξεις και τη φυλακή».
Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος, η αξία των ακινήτων την τελευταία τετραετία έχει πέσει στο μισό. Σε ό,τι αφορά πραγματικές πράξεις, αγοραπωλησίες, είναι σχεδόν ανύπαρκτες δεδομένης της διαρκώς κλιμακούμενης φορολογικής επίθεσης στην ακίνητη περιουσία, το πάγωμα νέων στεγαστικών δανείων από τις τράπεζες και της γενικευμένης οικονομικής κρίσης.
Όλοι ξέρουμε περιπτώσεις ιδιωτών και εταιρειών που, παρά την ύπαρξη ακίνητης περιουσίας, αδυνατούν σε αυτό το περιβάλλον να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους προς το δημόσιο· ενδεχομένως και στην κάλυψη των καθημερινών τους αναγκών. Η πιο γνωστή περίπτωση ήταν αυτή του Λάκη Γαβαλά, που βρέθηκε στον Κορυδαλλό γιατί το κράτος δεν είχε το μηχανισμό να δεχτεί την πληρωμή των υποχρεώσεών του μέσω κατάσχεσης της ακίνητης περιουσίας του.
Η ρύθμιση, από μόνη της, είναι καλό νέο. Αν μη τι άλλο, μερικοί θα βρουν διέξοδο από την ενδεχόμενη προσωποκράτησή τους. Το πρόβλημα είναι αλλού. Φέτος, το ποσοστό αδυναμίας ανταπόκρισης στη νέα φορολογική επιδρομή στα ακίνητα εκτιμάται γύρω στο 30%, και είναι ένα από τα σημεία διαφωνίας Τρόικας και υπουργείου Οικονομικών. Με άλλα λόγια, θα επιβληθεί μια φορολογία που ένας στους τρεις ιδιοκτήτες δεν θα μπορέσουν να πληρώσουν, και θα κληθούν, σύμφωνα με τη νέα ρύθμιση, να παραχωρήσουν το ακίνητό τους στο δημόσιο για να αποφύγουν τη φυλακή.
Η φορολογία αυτή θα επιβληθεί από μια Βουλή που αρνείται σύσσωμη να προχωρήσει στον εκσυγχρονισμό του κράτους για να μειωθεί η δαπάνη και η ταλαιπωρία της γραφειοκρατίας και των παρωχημένων στόχων της. Μιας γραφειοκρατίας που έχει μοναδικό σκοπό την αναπαραγωγή και τη διόγκωσή της, προκειμένου να συνεχιστεί η «προστασία» των ημετέρων αυτής, είτε ανήκουν στον ιδιωτικό είτε στο δημόσιο τομέα. Μιας γραφειοκρατίας που αποκλείει κάθε επενδυτική σκέψη στη χώρα και θάβει κάθε ελπίδα ανάσχεσης της κρίσης. Μιας γραφειοκρατίας που τρώει πλέον κυριολεκτικά τις σάρκες και, εσχάτως, την εναπομείνασα ακίνητη περιουσία των πολιτών για να χρηματοδοτηθεί ένα βαρέλι χωρίς πάτο.
Όποιος αναρωτηθεί ξανά γιατί ανεβαίνει η οργή στην κοινωνία, και ό,τι αυτή φέρνει, θα πρέπει να καταδικαστεί ή για ανοησία, ή για εσχάτη προδοσία ως μέρος του προβλήματος. Γιατί έχει δίκιο ο κ. Πουλικάκος, δεν εξηγείται τόση «αθωότητα» στις μέρες μας.