Μπορούμε να ζήσουμε όπως θέλουμε; Η εμπειρία δείχνει πως ελάχιστοι το κατάφεραν και όχι με μικρό κόστος. Η ζωή καταλήγει σε μια σειρά από στρατηγικές υποχωρήσεις, συμβιβασμούς, εναντιώσεις στη βούληση του ατόμου, χαμένες και ξανακερδισμένες ευκαιρίες. Ένα πλήθος γεγονότων, τα περισσότερα από οποία δεν μας καθόρισαν, δεν τα επιλέξαμε και αν είχαμε τη δυνατότητα θα τα είχαμε αποφύγει. Γιατί, λοιπόν, την ύστατη στιγμή της ζωής μας να μην έχουμε το δικαίωμα να φύγουμε όπως θέλουμε εμείς;
Η πρόσφατη ταινία του Πέδρο Αλμοδόβαρ «Το διπλανό δωμάτιο», πέραν του ύμνου στη γυναικεία φιλία, προκαλεί μια ευθεία συζήτηση γύρω από το θέμα της ευθανασίας και της υπονοηθούμενης αυτοκτονίας. Δύο φίλες συναντιούνται έπειτα από χρόνια και η μία εξ αυτών (η Μάρθα που υποδύεται η Τίλντα Σουίντον) βρίσκεται στην τελική ευθεία για να πει «αντίο», καθώς ο καρκίνος της είναι επιθετικός.
Ζητάει από τη φίλη της, τη συγγραφέα Ίνγκριντ που υποδύεται η Τζούλιαν Μουρ, να την βοηθήσει να κόψει το νήμα μόνη της, μακριά από τον κόσμο και τους γιατρούς. Οι δύο γυναίκες, όντως, αποσύρονται σε μια νοικιασμένη έπαυλη στην εξοχή για να περάσουν τις τελευταίες μέρες της Ίνγκριντ παρέα. Σκοπός τους είναι να αποφύγουν τυχόν νομικές επιπλοκές που θα αναγκάσουν τη Μάρθα να υπομείνει το μαρτύριό της έως το τέλος.
Οι νόμοι σ’ αυτή την περίπτωση είναι σκληροί. Ορισμένες φορές απάνθρωποι. Σαφώς, υπάρχει ο αντίλογος ότι ένας άνθρωπος μπορεί να πέσει θύμα επιτήδειων και να θανατωθεί επί σκοπό (καθαρή δολοφονία) ή μπορεί να μην έχει καν επαφή με το περιβάλλον, άρα η απόφαση να μην είναι -τελικά- δική του. Τι γίνεται, όμως, με τις περιπτώσεις που ο ασθενής έχει σώας τα φρένας, γνωρίζει πως του μένει λίγος χρόνος ζωής και δεν επιθυμεί να ζήσει αυτό το χρόνο μέσα στον πόνο και την αυτολύπηση;
Ας δούμε τι ισχύει στην Ευρώπη:
Το κοινοβούλιο της Πορτογαλίας ψήφισε πέρυσι το νόμο που αποποινικοποιεί την ευθανασία, ο οποίος έχει διχάσει τη βαθιά καθολική χώρα. Το νομοσχέδιο ευθυγραμμίζει την Πορτογαλία με πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες που έχουν υιοθετήσει νόμους που επιτρέπουν στους ανίατα ασθενείς να λαμβάνουν βοήθεια για να τερματίσουν τη ζωή τους.
Τον Απρίλιο του 2002, η Ολλανδία έγινε η πρώτη χώρα στον κόσμο που νομιμοποίησε την ενεργητική ευθανασία, κατά την οποία οι γιατροί χορηγούν θανατηφόρες δόσεις φαρμάκων σε ασθενείς που πάσχουν από ανίατη πάθηση. Νομιμοποίησε επίσης την υποβοηθούμενη αυτοκτονία, όπου οι ασθενείς μπορούν να λάβουν βοήθεια για να αφαιρέσουν οικειοθελώς τη ζωή τους.
Ο ολλανδικός νόμος αναφέρει ότι ο ασθενής πρέπει να υποφέρει «αφόρητα χωρίς προοπτική βελτίωσης» και να έχει ζητήσει να πεθάνει με τρόπο που να είναι «εκούσιος, καλά μελετημένος και με πλήρη πεποίθηση».
Το 2012, οι Ολλανδία επέκτεινε τον νόμο ώστε να επιτρέπει την ευθανασία σε άτομα άνω των 12 ετών που υποφέρουν πολύ, εφόσον έχουν τη συγκατάθεση των γονέων τους, και το 2020 σε ασθενείς με σοβαρή άνοια, εφόσον ο ασθενής είχε ζητήσει τη διαδικασία ενώ ήταν ακόμη διανοητικά ικανός.
Η ολλανδική κυβέρνηση τον Απρίλιο του 2023 ενέκρινε επίσης την ευθανασία για παιδιά κάτω των 12 ετών μετά από χρόνια συζήτησης, επιτρέποντας τον θάνατο από έλεος για μικρούς ανήλικους που υποφέρουν «αφόρητα και χωρίς ελπίδα».
Πρόπερσι, περίπου 8.700 άνθρωποι στην Ολλανδία επέλεξαν την ευθανασία, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία. Οι περισσότεροι έπασχαν από καρκίνο σε τελικό στάδιο.
Το Βέλγιο ήταν η δεύτερη χώρα που υιοθέτησε την ευθανασία και την υποβοηθούμενη αυτοκτονία τον Μάιο του 2002, και με παρόμοιες επιφυλάξεις με τις ολλανδικές. Το 2014 προχώρησε περισσότερο από την Ολλανδία, επιτρέποντας σε ανίατα άρρωστα παιδιά όλων των ηλικιών να ζητούν επίσης τη διαδικασία, με τη συγκατάθεση των γονέων τους.
Η συγγενής χώρα, το Λουξεμβούργο, αποποινικοποίησε την ευθανασία και την υποβοηθούμενη θανάτωση το 2009, ενώ τον Ιούνιο του 2021 ακολούθησε η Ισπανία, η οποία νομιμοποίησε και τις δύο πρακτικές.
Η Ελβετία, η οποία απαγορεύει την ευθανασία, επιτρέπει εδώ και δεκαετίες την υποβοηθούμενη αυτοκτονία, καθιστώντας την τον πρώτο προορισμό για ασθενείς από όλη την Ευρώπη που αναζητούν βοήθεια για να τερματίσουν τον πόνο τους. Η ανάπτυξη του λεγόμενου «τουρισμού αυτοκτονίας» προκάλεσε μεγάλη κοινωνική ταραχή στην Ελβετία, αλλά οι αρχές αποφάσισαν το 2011 να μην περιορίσουν την πρακτική αυτή.
Η γειτονική Αυστρία, ένα σταθερά καθολικό έθνος, νομιμοποίησε επίσης την υποβοηθούμενη αυτοκτονία το 2022, αφού το συνταγματικό της δικαστήριο έκρινε ότι η χώρα παραβιάζει τα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών καθιστώντας την παράνομη.
Αντίθετα, το συνταγματικό δικαστήριο της Ιταλίας απέρριψε την αίτηση για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος σχετικά με την αποποινικοποίηση του υποβοηθούμενου θανάτου, κρίνοντας ότι μια τέτοια ψηφοφορία δεν θα μπορούσε να προστατεύσει τους πιο αδύναμους. Ωστόσο, το δικαστήριο έκρινε ότι δεν θα πρέπει πάντα να είναι τιμωρητέο το να βοηθά κανείς κάποιον με «αφόρητα» σωματικά ή ψυχολογικά βάσανα να αυτοκτονήσει.
Αυτές τις μέρες με το θέμα ασχολείται το βρετανικό κοινοβούλιο. Οι Βρετανοί βουλευτές ψήφισαν με 330 έναντι 275 υπέρ της αλλαγής του νόμου για την ευθανασία. Ο προτεινόμενος νόμος περί ευθανασίας θα καθιστά νόμιμη την παροχή ιατρικής βοήθειας σε άτομα άνω των 18 ετών που είναι ανιάτως άρρωστα, για να τερματίσουν τη ζωή τους στην Αγγλία και την Ουαλία. Το νομοσχέδιο – που ονομάζεται «Νομοσχέδιο για Ενήλικες Ασθενείς σε Τελικό Στάδιο (Τέλος ζωής)» – καθορίζει λεπτομερείς απαιτήσεις για να μπορεί κάποιος να εγκριθεί ως κατάλληλος για λήψη βοήθειας για ευθανασία.
Ασφαλής πρόβλεψη: στη χώρα μας μια τέτοια συζήτηση δύσκολα θα περάσει από την κοινοβουλευτική βάσανο, ακόμη και υπό μορφή συζήτησης ή πρότασης νόμου. Οι λόγοι, πάνω κάτω, είναι προφανείς: η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν δέχεται καν την έννοια της αυτοκτονίας θεωρώντας πως αντίκειται στο δώρο της ζωής που έχει προσφέρει ο θεός. Πώς, λοιπόν, θα επιτρέψει, με δύναμη που εξακολουθεί να έχει στην ελληνική κοινωνία, μια τέτοια πράξη; Στο μεταξύ εκατοντάδες συνάνθρωποί μας παλεύουν καθημερινά με τον πόνο και την οδύνη ενός τέλους που έρχεται κατά πάνω τους δίχως να έχουν κάποια λύση να τον αποδιώξουν.
//Με πληροφορίες από το πρακτορείο AFP.
Διαβάστε ακόμα: Οι ποιητές μας για τον θάνατο του πατέρα τους.