Ο Lebbeus Woods απεικονίζει στα σχέδιά του αστικά τοπία, κτίρια και χώρους που μοιάζουν να έχουν εγκαταλειφθεί κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες.

Τη δεκαετία του ’80, ο Lebbeus Woods διατύπωσε τη θέση ότι η αρχιτεκτονική πρέπει να αντιμετωπίζεται ως πολιτική πράξη. Κατά την άποψή του η αντίληψη της αρχιτεκτονικής ως πολιτικής πράξης είναι συγγενής με την έννοια της πολιτικής σημασίας που έχουν διάφορες καθοριστικές επιλογές και αποφάσεις σε όλα τα επίπεδα της ζωής, από την καθημερινότητα μέχρι το μέλλον μιας πόλης, μιας χώρας ή και συνολικά του πλανήτη μας.

Ο Woods, ως «μεταφυσικός» αρχιτέκτων, μελετούσε τις πόλεις σε κρίση και το περιβάλλον. Αυτά που απεικονίζει στα σχέδιά του είναι αστικά τοπία, κτίρια και χώροι που μοιάζουν να έχουν εγκαταλειφθεί κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες. Παρουσιάζονται ως ερείπια, εμφανίζονται έρημα ή κατοικούνται κρυφά, καθώς σε εποχές κρίσης προέχει η επιβίωση, η άμυνα και η προστασία από κινδύνους που ελλοχεύουν.

Ο Rem Koolhaas μιλώντας για την πόλη του μέλλοντος, μια πόλη που θα την χαρακτηρίζει η υπερσυγκέντρωση πληθυσμού, θεωρεί ότι δεν θα έχει καμία σχέση με τον κλασικό ορισμό της πόλης που γνωρίζουμε σήμερα, με το κέντρο της, τα όριά της και την περιφέρεια.

Σε μια άλλη προσέγγιση, ο Rem Koolhaas μιλώντας για την πόλη του μέλλοντος – μια πόλη που θα τη χαρακτηρίζει η υπερσυγκέντρωση πληθυσμού – θεωρεί ότι δεν θα έχει καμία σχέση με το κλασικό ορισμό της πόλης που γνωρίζουμε μέχρι σήμερα, με το κέντρο της, τα όριά της και την περιφέρεια. Αντίθετα, σε αυτόν το νέο τύπο πόλης η πυκνότητα του πληθυσμού θα κατανέμεται ισόμορφα, ενώ η έννοια της κεντρικότητας θα εκλείψει. Θα μιλάμε πλέον για τη διασκορπισμένη πόλη, δηλαδή το αντίθετο του πυκνού ιστορικού χαρακτήρα των ευρωπαϊκών αστικών κέντρων.

Σε μια συνέντευξή του, ο Koolhaas υποστηρίζει ότι στη σύγχρονη εποχή δεν υπάρχει ένα πλαίσιο που να επιτρέπει στον αρχιτέκτονα και αντίστοιχα στον πολεοδόμο να υλοποιεί ακριβώς αυτό που έχει οραματιστεί. Προκύπτει σχεδόν πάντοτε κάποιου είδους κοινωνική αντίδραση, καθώς η αρχιτεκτονική είναι μια διαδικασία διαπραγμάτευσης μεταξύ ενός επαγγέλματος και ενός ολόκληρου συστήματος αντίστασης.

Οι αρχιτέκτονες αντιμετωπίζονται ως ήρωες από τους οποίους οι άνθρωποι αναμένουν πολλά. Πάνω όμως από τις φαντασιώσεις του καθενός υπάρχει ένα αόρατο σύστημα δομών ή συγκυριών που υπαγορεύει τι μπορεί να γίνει και τι όχι.

Και συμπληρώνει στη συνέχεια: «Οι αρχιτέκτονες αντιμετωπίζονται ως ήρωες από τους οποίους οι άνθρωποι αναμένουν πολλά. Πάνω, όμως, από τις φαντασιώσεις του καθενός υπάρχει ένα αόρατο σύστημα δομών ή συγκυριών που υπαγορεύει τι μπορεί να γίνει και τι όχι».Το τελευταίο ας το κρατήσουμε.

Αναρωτιόμαστε πώς θα μοιάζει η πόλη του αύριο; Αν η εντεινόμενη εξάπλωση του ισλαμικού φονταμενταλισμού μπορεί να οδηγήσει σε μια «δυστοπική» κοινωνία, η οποία με τη σειρά της θα παραγάγει μια «δυστοπική» αρχιτεκτονική, και αυτή τη «δυστοπική» πόλη;

Πέρα από τις απόψεις των Woods και Koolhaas για την πόλη του μέλλοντος, ο ακραίος μουσουλμανικός φονταμενταλισμός του ISIS, ο οποίος, όπως ξέρουμε, στρέφεται με βίαιο τρόπο εναντίον της εκκοσμίκευσης και της εισβολής της δυτικής παράδοσης και ηθικής, καθώς και σε οτιδήποτε άλλο είναι ξένο προς την πίστη του, αποτελεί μια νέα απειλή για τα αστικά κέντρα της Δύσης και όχι μόνον.

Κανείς και πουθενά δεν μπορεί πλέον να υποτιμά τον κίνδυνο της τρομοκρατίας. Με τα αλλεπάλληλα τρομοκρατικά χτυπήματα το Ισλαμικό Κράτος επιδιώκει και τελικά καταφέρνει να δημιουργηθεί ένα γενικευμένο κλίμα τρόμου. Η προβολή της ασύμμετρης αυτής απειλής στο μέλλον μπορεί εύκολα να μας κάνει να υποθέσουμε, σε ένα αρνητικό σενάριο, ότι για λόγους ασφάλειας πιθανόν να περιοριστούν οι ελευθερίες, ότι η μια απειλούμενη χώρα μετά την άλλη ίσως θα εξαναγκαστούν κάποια στιγμή να κηρυχθούν σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης.

Κανείς και πουθενά δεν μπορεί πλέον να υποτιμά τον κίνδυνο της τρομοκρατίας.

Αναρωτιόμαστε πώς θα μοιάζει η πόλη του αύριο; Θα είναι απλώς μια εξέλιξη της πόλης που γνωρίζουμε σήμερα ή θα επικρατήσουν απρόβλεπτα σενάρια; Το ερώτημα αυτό εγγράφεται σε ένα υπαρκτό πλαίσιο προβληματισμού που αφορά στη σχέση της πόλης και της αρχιτεκτονικής με την ιδεολογία, την ηθική και την πολιτική, όπως αυτές θα διαμορφωθούν στο απώτερο μέλλον. Αναρωτιόμαστε επίσης αν εγκυμονεί ο κίνδυνος τα τυφλά τρομοκρατικά χτυπήματα, και κατ’ επέκταση ο συλλογικός φόβος που αυτά προκαλούν, να μετατρέψουν το σημερινό κόσμο σε εφιαλτική κόλαση βίας κα τρόμου; Αν η εντεινόμενη εξάπλωση του ισλαμικού φονταμενταλισμού μπορεί να οδηγήσει στην κατακλυσμική πτώση της κοινωνίας, σε μια «δυστοπική» κοινωνία, η οποία με τη σειρά της θα παραγάγει μια «δυστοπική» αρχιτεκτονική, και αυτή τη «δυστοπική» πόλη;

Ο σύγχρονος αρχιτέκτων και αντίστοιχα ο πολεοδόμος δεν είναι σε θέση να προβλέψει πώς θα εξελιχθεί η πόλη του μέλλοντος. Στη δυναμική εποχή που ζούμε εκ των πραγμάτων η πρόβλεψη είναι μια προσέγγιση στην οποία δεν μπορεί πλέον να βασιστεί κανείς. Διάχυτη είναι εξάλλου η αίσθηση μιας γεωπολιτικής ρευστότητας όπου κανένας δεν γνωρίζει πώς και πού θα καταλήξει.

Φαίνεται ότι έχουν ωριμάσει πια οι συνθήκες για μια επιστροφή, με έναν οξύμωρο τρόπο, στην ουσιαστική πολιτική σκέψη και πράξη, τη στιγμή ακριβώς που η πολιτική απαξιώνεται διεθνώς.

Αναρωτιέται κάποιος, πως θα μοιάζει η πόλη του μέλλοντος; Θα είναι απλώς μια εξέλιξη της πόλης που γνωρίζουμε σήμερα ή θα επικρατήσουν απρόβλεπτα σενάρια;

Όλη αυτή η αρνητική κινητικότητα που βιώνουμε σήμερα διεθνώς – σε σχέση με το τι μπορεί αυτή να σημαίνει για τη μελλοντική αρχιτεκτονική και πόλη – μοιάζει να επαληθεύει τη θεώρηση του Lebbeus Woods ότι η αρχιτεκτονική, και πόσο μάλλον η πολεοδομία, οφείλουν σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό να αντιμετωπίζονται ως πολιτική πράξη. Ήδη εξελίσσεται στο χώρο της αρχιτεκτονικής μια συζήτηση προς την κατεύθυνση αυτή.

Θυμίζουμε τον Alejandro Aravena, βραβευμένο με Pritzker Preis και επιμελητή της 15ης Biennale Αρχιτεκτονικής της Βενετίας, και την κατεξοχήν πολιτική άποψή του για μια αρχιτεκτονική που θα απευθύνεται σε ανθρώπους χαμηλού εισοδήματος. Άποψη, που πολλοί προσυπογράφουν τη στιγμή που όλο και μεγαλύτερα πληθυσμιακά τμήματα των δυτικών κοινωνιών απειλούνται με φτωχοποίηση, για να μην ανοίξουμε το κεφάλαιο των χωρών του λεγόμενου Τρίτου Κόσμου όπου τα πράγματα είναι τραγικά.

Μπορούν άραγε τα τυφλά τρομοκρατικά χτυπήματα και ο συλλογικός φόβος που αυτά προκαλούν να οδηγήσουν σε μια «δυστοπική» κοινωνία, η οποία με την σειρά της θα παραγάγει μια «δυστοπική» αρχιτεκτονική, και αυτή την «δυστοπική» πόλη;

Φαίνεται ότι έχουν ωριμάσει πια οι συνθήκες για μια επιστροφή, με έναν οξύμωρο τρόπο, στην ουσιαστική πολιτική σκέψη και πράξη, τη στιγμή ακριβώς που η πολιτική απαξιώνεται διεθνώς. Είχε πει ο Γάλλος συγγραφέας Jules Renard: «Το να λες δεν με απασχολεί η πολιτική είναι σαν να λες δεν με απασχολεί η ζωή», και είχε δίκιο.

Όλα αυτά τα ζοφερά ερωτήματα που τέθηκαν στο κείμενο αυτό δεν προβάλλουν βέβαια κάτι το οριστικό και τελεσίδικο για τη μελλοντική αρχιτεκτονική και πόλη, ίσως ούτε καν το πιθανό, προσφέρουν όμως ερεθίσματα για σκέψη, ενόσω αφήνουν τα ζητήματα που θίγουν σε εκκρεμότητα, παραμένοντας ανοιχτά και επιδεχόμενα και άλλες ερμηνείες.

Η προβολή της ασύμμετρης απειλής των τρομοκρατικών χτυπημάτων στο μέλλον μπορεί εύκολα να μας κάνει να υποθέσουμε, σε ένα αρνητικό σενάριο, ότι για λόγους ασφάλειας πιθανόν να περιοριστούν οι ελευθερίες.

Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση, οι σύνθετες πολιτικές, κοινωνικές, οικονομικές και περιβαλλοντικές προκλήσεις που δυνάμει θα μπορούσαν να συνθέσουν το δυστοπικό τοπίο των μελλοντικών πόλεων, μέσα από την αποσύνθεση του ίδιου του κοινωνικού ιστού, οφείλουν, προτού να είναι αργά, να εντοπιστούν και να αποτελέσουν βασικό αντικείμενο προβληματισμού. Πρώτα απ’ όλα για την ίδια την κοινωνία.

 

Διαβάστε ακόμα: Η αρχιτεκτονική ως δημόσιο αγαθό

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top