Το παιχνίδι στην Ελλάδα παίζεται με σημαδεμένα χαρτιά εδώ και χρόνια. Η σκηνή είναι από το κλασικό παρεοκρατικό / ευνοιοκρατικό κινηματογραφικό opus του Νίκου Περράκη, “Λούφα και Παραλλαγή”.

Έχεις μια ποδοσφαιρική ομάδα κι έχεις τους καλύτερους ποδοσφαιριστές. Αλλά δεν τους βάζεις να παίζουν. Προωθείς στον αγώνα όποιον σε κολακεύει, όποιον σε στηρίζει, όποιον σου κάνει γονυκλισίες, κι ας είναι τελείως άσχετος, παλτό στην καθομιλουμένη. Τους ικανούς τους έχεις μια ζωή στον πάγκο τιμωρία που δεν σε γλύφουν, ή ακόμα χειρότερα τους έχεις να καθαρίζουν τ’ αποδυτήρια και να περιποιούνται το γκαζόν.

Μοιραία η ομάδα διαρκώς χάνει παιχνίδια που θα έπρεπε να κερδίζει, μοιραία διαρκώς υποβιβάζεται και μοιραία οι ικανοί ποδοσφαιριστές που τους έχεις παραπεταμένους σε βοηθητικές εργασίες ο ένας μετά τον άλλο ρίχνουν δυο φάσκελα, παίρνουν των ομματιών τους και παν ν αναζητήσουν καλύτερη τύχη αλλού. Αλλάζεις κόουτς, θεωρείς ότι ο προηγούμενος πούλησε το παιχνίδι (αν έτσι έγινε, βρες αποδείξεις ντε και ρίχ’ τον φυλακή, αλλά πάντως εσύ τον διάλεξες) ή δεν ήταν αρκετά τσαμπουκάς (λες κι η άλλη ομάδα χτες γεννήθηκε να φοβηθεί) ή ψάξε βρες, φέρνεις έναν καινούργιο που όπως κι ο προηγούμενος σου χαϊδεύει τα αφτιά και σου τάζει πως θα σου δώσει τα παλιά (δανεικά) μεγαλεία και κάθε νέος κόουτς κάνει ακριβώς τα ίδια με τον προηγούμενο, βάζει τους αρεστούς να παίξουν κι ας είναι ανίκανοι και τους άξιους τους αφήνει απ έξω.

Και μοιραία έρχονται νέες ήττες και νέοι υποβιβασμοί σε όλο και πιο χαμηλές κατηγορίες. Κι εσύ εκεί, δεν θες να δεις πως μόνος σου βάζεις τα χέρια σου και βγάζεις τα μάτια σου, καθώς έχεις παραγκωνισμένους τους δικούς σου ικανούς ανθρώπους.

Σας θυμίζει κάτι; Μα προφανώς, είναι η ιστορία της Ελλάδας των τελευταίων αρκετών χρόνων, δεκαετιών, ίσως και αιώνων. Ο ικανότερος, αντί να προωθείται στις πιο υπεύθυνες θέσεις ώστε να φτιάξει πλούτο για τον εαυτό του κατ αρχήν και για όλους μας στη συνέχεια, συχνά γίνεται αποδέκτης φθόνου, θεωρείται επικίνδυνος να ξεπεράσει τις ιεραρχίες, παραγκωνίζεται, πολεμάται.

Πώς μπορεί αυτή η χώρα να μην είναι η πιο πλούσια στον κόσμο, αλλά αντίθετα να ζητιανεύει;

Η Ελλάδα θα έπρεπε να είναι η πιο πλούσια χώρα στον κόσμο. Συνδυάζει μοναδική φυσική ομορφιά με κορυφαία πολιτιστική παράδοση, την πλουσιότερη βιοποικιλότητα της Ευρώπης με το πλούσιο υπέδαφος, το εξαιρετικό κλίμα με τις κορυφαίες δυνατότητες παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας κι επιπλέον βρίσκεται στην πιο στρατηγική θέση, στο σταυροδρόμι τριών ηπείρων, Ευρώπης, Ασίας και Αφρικής, και έχει πολύ υψηλού επιπέδου ανθρώπινο δυναμικό. Πώς μπορεί αυτή η χώρα να μην είναι η πιο πλούσια στον κόσμο, αλλά αντίθετα να ζητιανεύει;

Η απάντηση είναι μονολεκτική: Αναξιοκρατία. Την Ελλάδα δεν την έχουν προδώσει οι άλλες χώρες, οι άλλες κοινωνίες. Αυτές κοιτάν το δικό τους συμφέρον και καλά κάνουν. Αντιθέτως, η ελληνική κοινωνία προδίδει τους ικανούς Έλληνες για χάρη των εκάστοτε αρεστών. Ο μεγάλος φυσικός Δημήτρης Νανόπουλος είναι από τους αξιότερους Έλληνες που κατέφυγαν στο εξωτερικό. «Ο φθόνος είναι συντετριμμένος θαυμασμός», μας θυμίζει το ρητό του Κίρκεγκορ, «κι ο Έλληνας έχει πολύ φθόνο», συμπληρώνει. Να θυμίσουμε απλά ότι το 1963 τον Γιώργο Σεφέρη που επέστρεφε από την Στοκχόλμη με το Νόμπελ Λογοτεχνίας στο αεροδρόμιο τον περίμενε ένας μόνο άνθρωπος, η αδερφή του.

Πού πάμε από εδώ; Έχουμε δύο επιλογές. Η μία λέγεται αξιοκρατία. Επιλογή των αξιότερων ανάμεσά μας για τις πιο υπεύθυνες θέσεις. Όχι βέβαια μέσα από κομματικά διορισμένες επιτροπές, που μοιραία βαθαίνουν τη διαπλοκή, τη διαφθορά και μας υποβιβάζουν μια κατηγορία ακόμα. Αλλά μέσα από αντικειμενικά κριτήρια, τι έχεις κάνει ως εδώ, ποιες οι περγαμηνές σου, ποιες οι επιτυχίες σου σε ανεξάρτητες αρχές τύπου ΑΣΕΠ, ποια τα σκορ σου σε ψυχομετρικά τεστ έγκυρων ανεξάρτητων οργανισμών, ποια η ανιδιοτελής προσφορά σου στους άλλους μέσα από την αποδεδειγμένη εθελοντική σου δράση σε σημαντικούς σκοπούς; Αυτό το τελευταίο δεν είναι απαραίτητο αλλά αποτελεί ένδειξη πως έχεις να κάνεις με τίμιο άνθρωπο. Φτιάχνεις έτσι ένα εξαιρετικό κράτος που δημιουργεί τις προϋποθέσεις για σοβαρές επενδύσεις, που ενθαρρύνει την παραγωγή πλούτου χωρίς υποβάθμιση του περιβάλλοντος (τόσες άλλες χώρες το έκαναν, Σκανδιναβία, Καναδάς, Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία) που τελικά φέρνει τη χώρα στις πρώτες του κόσμου.

Ή, η άλλη επιλογή, βάζουμε τον ιπτάμενο γάιδαρο στο θυρεό μας και συνεχίζουμε όπως πάμε. Σε αυτή την περίπτωση, μια θέση στον 3ο κόσμο είναι εξασφαλισμένη στο όχι πολύ μακρινό μέλλον.

 

//Ο Βασίλης Γούσιας είναι MSc του Πολυτεχνείου Πατρών και Υποψήφιος Διδάκτορας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Έχει επίσης ένα από τα υψηλότερα IQ που έχουν μετρηθεί και είναι μέλος και εξεταστής της Mensa.

 

Διαβάστε ακόμα: Πώς να ξεκλειδωθούν τα μανταλωμένα μας μυαλά;

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top