Απαιτείται σοβαρότης. Παρότι γαλλοτραφής, άρα και έχοντας εντρυφήσει περισσότερο στην κομψότητα του είδους, διατηρώ επιφυλάξεις. Κι αυτό γιατί πρέπει να παραδεχτούμε ότι στο συλλογικό ασυνείδητο οι γειτόνισσες λέγονται Σοφία, Κλαούντια ή Μόνικα. Έχουν την ομορφιά της εκρηκτικής μελαχρινής των γουέστερν σπαγγέτι: έναν αισθησιασμό που σκοτώνει και τον απόλυτο έλεγχο των κωδίκων του glamour. Επιπλέον, οι Ρωμαίες, όταν μιλάνε είναι σαν να τραγουδάνε (ιδίως όταν είναι θυμωμένες).
Συν τοις άλλοις, σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις μεταξύ των bloggers, οι Ιταλίδες είναι οι πιο γοητευτικές γυναίκες της Ευρώπης (25%), με τις Γαλλίδες να έρχονται πίσω ξέπνοες μ’ ένα μόλις 12%, παρά το θρυλικό τους french touch. Ετυμηγορία: οι άντρες πέφτουν στα γόνατα για τις πιο belle ragazze έχοντας τσεκάρει αμετακλήτως το τετραγωνάκι «ομορφιά».
Τα πρότυπα των Ιταλίδων είναι, εξάλλου, terribly sexy. Ενώ οι Γαλλίδες εμπνέονται από το στιλάκι rive gauche της Κατρίν Ντενέβ, το ζευγαράκι Μπίρκιν-Γκενσμπούρ «σοφιστικά νεγκλιζέ» και τη σχολική φράντζα με το άβαφο στοματάκι της Φρανσουάζ Αρντί, οι Ιταλίδες λιγώνονται δεκαετίες τώρα μπροστά στα πόστερς μιας Λόρεν, μιας Καρντινάλε και μιας Μπελούτσι. Παντοτινές ενσαρκώσεις μιας ομορφιάς σέξι και θυελλώδους, με ντεκολτέ, γατίσιο μάτι κι ένα μαλλί μέσα στο οποίο θέλεις να χαθείς.
Βέβαια, στην Μπότα υπάρχουν προφανώς τόσα στυλ όσα και περιοχές. Λογικό. Η χώρα ενοποιήθηκε μόλις πριν από δυο αιώνες. Στο Βορρά, οι επιδράσεις έχουν έρθει απ’ την Αυστροουγγαρία, τη Γαλλία, τον Δούκα της Σαβοΐας. Εκεί, οι γυναίκες εργάζονται κι είναι πολύ ανεξάρτητες. Όσο προχωράς προς τα πάνω, οι σιλουέτες λεπταίνουν, γίνονται πιο νευρώδεις και γυμνασμένες, αφήνοντας στη Νάπολη και το Παλέρμο τις καλλίπυγες ομορφιές.
Απ’ αυτές εμπνέεται ο Αρμάνι, καθώς διακρίνονται για την κομψότητά τους κι ένα σοφιστικέ μινιμαλιστικό στυλ, κληρονομημένο ίσως από έναν κάποιο ελληνο-ρωμαϊκό κλασικισμό. Είναι η ξανθιά ομορφιά της Βίρνα Λίζι ή της Μόνικα Βίτι, αριστοκρατική και ραφινάτη. Καμία σχέση με τις ημίγυμνες τις μπερλουσκονικής τηλεόρασης. Πιο κοντά στο γαλλικό στυλ, είναι με δυο λόγια περισσότερο Κάρλα (Μπρούνι) και λιγότερο Μόνικα (Μπελούτσι).
Στο Νότο, ο ήλιος λάμπει συχνότερα κι ο αισθησιασμός ισοπεδώνει τα πάντα γύρω του. Εκεί συναντάς φιλήδονα και προκλητικά αιλουροειδή, φελινικά, μιας ασυγκράτητης θηλυκότητας, με κορμιά 8άρια. Είναι οι γυναίκες της Σικελίας που ταράζουν τους Dolce & Gabbana.
Η Ιταλίδα είναι σίγουρη για τον εαυτό της (ma non troppo). Περισσότερο χρώμα, περισσότερη λάμψη, περισσότερο γέλιο. Ένα μείγμα δύναμης και στησίματος που λέγεται «sex-appeal». Δεν ντρέπεται να είναι σέξι, μια πλανόδια φαντασίωση, δεν την ενδιαφέρει να φαίνεται λιγότερο όμορφη για να δείχνει πιο εγκεφαλική. Εξάλλου, στη χώρα της, η γυναίκα είναι θεά, ο ομφαλός της οικογένειας, αυτή που δίνει ζωή και η θηλυκότητά της ένα δώρο. Κι όταν παντρεύεται είναι πιο πιστή από τις συναγωνίστριές της. Αν και δεν θα συναντήσεις ποτέ στο δρόμο Ιταλίδα απεριποίητη.
Είναι μία από τις διαφορές τους με τις Γαλλίδες. Δίνουν στο μακιγιάζ τους πολύ μεγαλύτερη σημασία από τις αντιπάλους τους, οι οποίες το παίζουν πια πιο ντεκοντρακτέ. Δεν τη βρίσκουν με το γαλλικό ψευτο-νεγκλιζέ στυλάκι, το επί τούτου ατημέλητο μαλλί, τα smoky μάτια. Τα δε χείλια είναι το Α και το Ω.
Όπως ο Τισιανός επιδείκνυε ένα ανυπέρβλητο ταλέντο στο χρώμα, οι Ιταλίδες διαθέτουν μια έμφυτη ικανότητα να διαλέγουν την ιδανική απόχρωση του κοκκιναδιού που θα τις αναδείξει. Τα δε ατίθασα πυρόξανθα μαλλιά τους (ένα από τα φετίχ μου) μπορεί να τα ανταγωνιστεί μόνο το βαρύτιμο μελανό μετάξι των Γιαπωνέζων.
Το ίδιο ισχύει για το άρωμά τους. «Όταν η Αικατερίνη των Μεδίκων από τη Φλωρεντία επιβάλλει στη γαλλική Αυλή τη μόδα των αρωματισμένων γαντιών, ευνοεί την τρομερή ανάπτυξη της Γκρας και όλης της βιομηχανίας του αρώματος», εξηγεί η Annick Le Guérer, ιστορικός και ανθρωπολόγος. Οι Ιταλίδες δεν ξέχασαν το μάθημα, φροντίζοντας να το σχετίσουν με τα λιμπρέτα από τις αγαπημένες τους όπερες.
Φυσικά, όλα αυτά δεν σημαίνουν ότι συμφωνούν όλοι. Αυτό που σε φτιάχνει είναι η προϋπάρχουσα εικόνα (κι εμπειρία). Κι όπως και να το κάνουμε, η ομορφιά made in France προκαλεί τη ζήλια. Δεν μπορείς να αρνηθείς τη (δικαιολογημένη) φήμη μιας φυσικής κομψότητας, της αμίμητης φινέτσας ή τις γλυπτές γάμπες, ούτε το σαγηνευτικό ανεπιτήδευτο στυλάκι τους. Πλάκα-πλάκα, η Γαλλίδα είναι μια ανεξάντλητη πηγή έμπνευσης για κάθε ξένο κυνηγό ομορφιάς. Οι δε Αγγλοσάξονες τρελαίνονται.
Αυτό το στυλ “I woke up like this” τους εξιτάρει. Είναι το φυσικό και ανεπιτήδευτο της Γαλλίδας που της χαρίζει δύναμη και τους φτιάχνει. Οι μικρές ατέλειες που επιτρέπει να φανούν. Τα ελάχιστα καλλυντικά στις τεράστιες τσάντες της. Ότι η καθεμιά έχει το δικό της στυλ και από τις τάσεις της μόδας υιοθετεί μόνον ότι θεωρεί ότι της πάει. «Είναι ροκ και ποτέ αστή», όπως το συνοψίζει το πρώην μανεκέν Inès de la Fressange, μία από τις ενσαρκώσεις της σημερινής Παριζιάνας.
Αν κάτι φροντίζουν φανατικά οι Γαλάτισσες, δεν είναι τα μαλλιά τους, αλλά το δέρμα τους. Κι αυτό από μικρές. Η εξήγηση που δίνει η Daily Mail για την τόσο λαμπερή επιδερμίδα τους: «Τα κορίτσια ξέρουν τι πρέπει να κάνουν απ’ τις μαμάδες τους. Από τα 12, μαθαίνουν το τελετουργικό του βαθύ καθαρισμού και ότι πρέπει να χρησιμοποιούν αντιγηραντική κρέμα μετά τα 30». Δεν είναι, όμως, μόνον αυτό. Για γονιδιακούς φαντάζομαι λόγους, η επιδερμίδα τους παραμένει ελαστική ακόμα και σε προχωρημένη ηλικία και τα όμορφα στήθη τους εφηβικά.
Ένα άλλο πλεονέκτημα απέναντι στις συναρπαστικές αγαπημένες μου: Είναι η ενοχλητική (ενίοτε) αυτοπεποίθηση. Στερείσαι της χαράς της πειθούς. Είναι αδύνατες, σφριγηλές, νεανικές. Τους αρέσει ο εαυτός τους. Και κάνουν αυτό που θά ‘πρεπε όλοι μας: Τρώνε καλά, αλλά με μέτρο. Γι’ αυτό και δεν υπάρχουν φωτογραφίες τους που να χαίρονται τρώγοντας σπαγγέτι.
Τέλος, κάτι ανεκτίμητο: οι Γαλλίδες δεν γερνάνε. Ένας σοφός λόγος είναι ότι δεν καταλαβαίνουν γιατί πρέπει να πηγαίνουν για γυμναστική, ενώ αρκεί να περπατούν. Δεύτερον, για κείνες οι ρυτίδες είναι η ιστορία της ομορφιάς τους. Τρίτον, και κυριότερο, αγαπούν τον έρωτα. Κάθε μορφής και είδους.
Στα λεγόμενά μου, υπάρχουν φυσικά προτιμήσεις, υπερβολές και γενικεύσεις. Έπρεπε, όμως, ν’αναζητήσω παρονομαστές. Όποιος έχει αντιρρήσεις δεδικαίωται. Εννοείται πως θα με ρωτούσατε με ποιες θα προτιμούσες να κάνεις έρωτα. Η απάντηση είναι απλή: Με όλες.
Διαβάστε ακόμα: Οι κυρίες το προτιμούν (ακόμα) άτριχο. Εμείς;