Oι πιο επιδραστικοί προπονητές του φετινού πρωταθλήματος.

Η σύγκριση μεγάλων μαέστρων, όπως π.χ. ο Αρτούρο Τοσκανίνι, ο Χέρμπερτ φον Κάραγιαν ή ο Κάρλος Κλάιμπερ με μεγάλους προπονητές είναι συχνό φαινόμενο στον παγκόσμιο αθλητικό Τύπο -και στην Ελλάδα επίσης, από την εποχή που ο αείμνηστος Γιάννης Διακογιάννης, λάτρης και της κλασσικής μουσικής, έφερε τη σπάνια αισθητική του στο χώρο.

Είναι μια σύγκριση, ωστόσο, που, όσο κι αν φαίνεται περίεργο, μάλλον αδικεί τους σημερινούς σπουδαίους προπονητές. Κάποτε, όταν οι τακτικές και οι σχηματισμοί ήταν περίπου “γραμμένες σε πέτρα” και οι ομάδες δεν είχαν καν δικαίωμα για αλλαγές (ως το 1958) ή είχαν δικαίωμα για μία μόνο (ως το 1988), οι δυο δουλειές είχαν μια κάποια βάσιμη ομοιότητα.

Ο Γιοβάνοβιτς και ο Αλμέιδα ταυτίζονται με την ομάδα τους. Προηγουμένως μόνο ο Μάρτινς είχε καταφέρει κάτι αντίστοιχο στον Ολυμπιακό.

Αλλά τον 21ο αιώνα πλέον, όχι απλώς δεν υπάρχει “παρτιτούρα” για να ακολουθήσει ένας προπονητής, αλλά κάθε πτυχή της δουλειάς του έχει μια απίθανη πολυπλοκότητα κι ένα πολύ μεγάλο εύρος ευθυνών. Είναι το αντίστοιχο ενός φον Κάραγιαν που όχι μόνο διευθύνει έγχορδα, πνευστά και τύμπανα, αλλά πρέπει και να κάνει… ιδιαίτερα, που λέει ο λόγος, στο κάθε μέλος της μπάντας προκειμένου να σταθεί στο ύψος των απαιτήσεών του. Ή να πρέπει να παρουσιάσει το ίδιο υψηλό επίπεδο απόδοσης ενώ, ξαφνικά, χάνει το πρώτο του βιολί στη μέση στης παράστασης ή πρέπει να αλλάξει δυο βιόλες κι ένα όμποε επειδή δεν είναι σε καλή βραδιά. Και ούτω καθεξής…

Χάσουν-κερδίσουν, στον πάγκο τους έχουν “μαέστρο”πρωταθλητή!

Τα πλέι-οφ του πρωταθλήματος είναι σε εξέλιξη. Και κανείς δε μπορεί να προδικάσει 100% την τελική τους έκβαση. Κατά γενική ομολογία, ωστόσο, η υπόθεση τίτλος αφορά πλέον Παναθηναϊκό και ΑΕΚ. Και, ίσως ακόμη πιο σημαντικό για τις δύο ομάδες να είναι το γεγονός ότι όποια κι αν τον πάρει -ή όποια κι αν τον χάσει, αν θέλετε να το διαβάσουμε αλλιώς- το βέβαιο είναι ότι και οι δύο θα έχουν στον πάγκο τους έναν πρωταθλητή για “μαέστρο”!

Στο σύγχρονο ελληνικό ποδόσφαιρο, μόνο τα πρώτα χρόνια του Πέδρο Μαρτίνς στον Ολυμπιακό μπορούν, υπό μια αρκετά διαφορετική οπτική γωνία, ωστόσο, να σταθούν σχεδόν ισότιμα πλάι στον Ιβάν Γιοβάνοβιτς του Παναθηναϊκού και τον Ματίας Αλμέιδα της ΑΕΚ σε επίπεδο ταύτισης μιας ομάδας με τον τεχνικό της.

Πολύ σπάνια θα δει κάποιος πρακτικώς σύσσωμο το περιβάλλον γύρω από ένα μεγάλο σύλλογο (οπαδοί, Τύπος, παράγοντες, ουδέτεροι που απλώς αγαπούν το ποδόσφαιρο) να συμφωνούν ότι το μεγαλύτερο asset τους είναι ο προπονητής τους. Κι αν, για τον Ιβάν Γιοβάνοβιτς, το μεγάλο αυτό εύσημο του πιστώνεται και πάλι στη δεύτερη χρονιά του στον “πράσινο” πάγκο, για τον Ματίας Αλμέιδα, που κλείνει εννιά μήνες στη θέση του “τιμονιέρη” της ΑΕΚ, είναι ένα πραγματικό κατόρθωμα.

O Γιοβάνοβιτς θέλει παίκτες που θα τα δίνουν όλα ο ένας για τον άλλον και, πάνω απ’ όλα, για την ομάδα (φωτογραφία: Sooc).

Ο Ιβάν ανέτρεψε κάθε προγνωστικό και καθιερώνει την αίγλη του στον Παναθηναϊκό

Ο Γιοβάνοβιτς άφησε το στίγμα του και την πρώτη του σεζόν στο “τριφύλλι”. Εφέτος, ωστόσο, κατάφερε και κάνει μια τρελή πορεία πρωταθλητισμού παρουσιάζοντας στο γήπεδο μια “εφτάψυχη” ομάδα που έχει ξεπεράσει σ’ αυτό το διάστημα τραυματισμούς, απουσίες και απρόσμενα άτυχα αποτελέσματα δείχνοντας προσωπικότητα, χαρακτήρα και, πάνω απ’ όλα, ομαδικότητα και πνεύμα συνεργασίας που σπανίζουν.

Ο Γιοβάνοβιτς δεν είναι αναποφάσιστος για να φέρει έναν παίκτη στην ομάδα. Απλώς διαθέτει μια εξαιρετικά διεισδυτική ματιά στο ρόστερ του και τις δυνατότητές του.

Στην αρχή της σεζόν, με μεταγραφές ούτε 9.000.000 ευρώ συνολικά και με παίκτες όπως ο Μιγιάτ Γκατσίνοβιτς, ο Φραν Βέλεθ, ο Καρλίτος και, βέβαια, ο Σωτήρης Αλεξανδρόπουλος να αποτελούν παρελθόν για την ομάδα, ίσως κανείς δεν περίμενε ότι ο εφετινός Παναθηναϊκός θα ήταν σύνολο με βλέψεις για τίτλο. Αφότου και ο Αϊτόρ βγήκε εκτός μάχης για όλη τη σεζόν, στο τέλος Οκτωβρίου, οι περισσότεροι φίλοι της ομάδας πολύ δύσκολα θα έβαζαν στοίχημα ότι έξι μήνες μετά, ο Παναθηναϊκός “με τους 12-13 εξαιρετικούς βασικούς, αλλά χωρίς επαρκές ‘’βάθος’’ στον πάγκο” θα ήταν φαβορί για πρωταθλητής. Κι αν αυτό συμβαίνει, συμβαίνει κυρίως λόγω Γιοβάνοβιτς.

Αν κάποιοι καταλογίζουν ένα “κουσούρι” στον Σέρβο με τη σπουδαία 10ετή παρουσία ως παίκτη στον Ηρακλή (1989-1999), είναι, λένε, η “αναποφασιστικότητά του”. Ότι δίνει πολύ δύσκολα το “ΟΚ” για κάποιον παίκτη. Και ότι γι’ αυτό, επέμεναν, η ομάδα δεν ενισχύθηκε όσο έπρεπε το καλοκαίρι. Είναι, ωστόσο, “αναποφασιστικότητα” πράγματι αυτό που τον χαρακτηρίζει; Ή μια εξαιρετικά διεισδυτική ματιά στο ρόστερ του και τις δυνατότητές του;

Η μεταγραφή και του Ντανιέλ Μαντσίνι και του Λάζλο Κλαϊνχάισνερ, το Γενάρη, μάλλον συγκλίνουν προς το δεύτερο. Ο Γιοβάνοβιτς είναι, απλώς, πάρα πολύ προσεκτικός στις επιλογές του διότι θέλει κάθε παίκτης που αποκτά να υπηρετεί άψογα το σχέδιό του. Και είναι ένα σχέδιο που δεν αφορά μόνο στο χορτάρι και τις κινήσεις του καθενός ποδοσφαιριστή σ’ αυτό. Πάνω απ’ όλα είναι ένα σχέδιο που αφορά στα αποδυτήρια και την ισορροπία, την αδελφικότητα και το ομαδικό πνεύμα που θέλει να τα χαρακτηρίζουν.

Η ΑΕΚ του Αλμέιδα είναι ορισμός αυτού που λέμε ομάδα” με κάθε παίκτη της να δίνει σε κάθε ματς το 100% όσων έχει.

Μια φιλοσοφία που αποδίδει, αλλά και τον… συνδέει με τον Αλμέιδα

Πέρυσι, μετά τη νίκη επί του Ολυμπιακού, ο Σέρβος, που θα κλείσει τα 61 του στις 8 Ιουλίου, είχε πει κάτι που έκανε μεγάλη εντύπωση τότε: “Αν ήμουν προπονητής σε άλλη ομάδα”, ήταν τα λόγια του, “θα ήμουν πολύ ικανοποιημένος μ’ αυτή τη νίκη. Όμως ο Ολυμπιακός είναι τόσους πόντους μπροστά. Έχει ομάδα πρωταθλητισμού κι εμείς όχι. Ικανοποιημένος θα είμαι όταν θα έχουμε κι εμείς τέτοια ομάδα, ικανή για τον τίτλο”.

Πολλοί πήραν τότε τις δηλώσεις του κάπως “ελαφρά”. Εκείνος, ωστόσο, τα εννοούσε 100%. Ήταν και είναι απολύτως ενδεικτικά της νοοτροπίας του. Δεν πιστεύει τόσο στις σπουδαίες μονάδες, όσο στο να φτιάχνει ένα σύνολο με δυνατότητες μεγαλύτερες από το άθροισμα των μερών του. Θέλει παίκτες που θα τα δίνουν όλα ο ένας για τον άλλον και, πάνω απ’ όλα, για την ομάδα. Είναι μια φιλοσοφία που του έχει βγει, ως τώρα, “λίρα εκατό”. Και, συγχρόνως, ένα ακόμη στοιχείο που τον συνδέει με τον… Ματίας Αλμέιδα.

Ο Αργεντινός υπέγραψε και τυπικά στην ΑΕΚ (αφού είχαν προηγηθεί αρκετές συζητήσεις και πρακτική συμφωνία από τα τέλη Μαΐου) την 1η Ιουλίου πέρυσι. Ήλθε στην Ελλάδα με τις περγαμηνές ενός εξαιρετικού, ως ποδοσφαιριστή, διεθνούς αμυντικού μέσου με πολύ καλή καριέρα στην Ιταλία κι ένα Χρυσό Ολυμπιακό μετάλλιο με την Εθνική του ομάδα. Προπονητής εδώ και 11 χρόνια, ο Αλμέιδα, που έκλεισε τα 50 του τον περασμένο Δεκέμβριο, έκανε  άισθηση με την Τσίβας Γκουαδαλαχάρα, αλλά και με τους Σαν Χοσέ Ερθκουέικς. Οι οπαδοί και των δύο ομάδων αγάπησαν το επιθετικό ποδόσφαιρο που και ο ίδιος συμπαθεί, αγάπησαν και τον ίδιο ως έναν τεχνικό μεθοδικό και πολύ επαγγελματία.

Η ΑΕΚ του Αλμέιδα παίζει εξαιρετικό και σύγχρονο ποδόσφαιρο (φωτογραφία: Sooc).

Έσπειρε στα αποδυτήριά του τον σπόρο του καλού!

Φυσικά, στα “χαρτιά” πολλοί προπονητές έχουν αυτά τα χαρακτηριστικά. Αλλά ο Αλμέιδα έδειξε σχεδόν άμεσα ότι η περίπτωσή του δεν ήταν προϊόν… καλών PR, αλλά αυθεντική. Κάποια άσχημα αποτελέσματα στις αρχές της σεζόν δεν τον πτόησαν. Ακόμη έψαχνε το ρόστερ του τις ισορροπίες. Και συγχρόνως, έσπερνε στα αποδυτήριά του αυτό που τον χαρακτήριζε και ως ποδοσφαιριστή: πείσμα, πάθος, ομαδικότητα, πίστη στο καλύτερο.

Ανακάτεψε πολλές φορές την τράπουλα, άλλαξε θέση στον Λιβάι Γκαρσία, άλλαξε σχήματα και τακτικές… Αυτό που δεν άλλαξε ήταν η πεποίθησή του, όπως και του Γιοβάνοβιτς, ότι μπορεί να φτιάξει σύνολο μεγαλύτερο από το σύνολο των μερών του. Το κατάφερε. Η ΑΕΚ “του” παίζει εξαιρετικό και σύγχρονο ποδόσφαιρο. Με πίεση πολύ ψηλά, με πολλά τρεξίματα, με εναλλαγές θέσεων, με αλληλοκαλύψεις, με πολλές πάσες. Επιβάλλει το ρυθμό της, δείχνει ψυχραιμία και αντοχή στα δύσκολα, ξεπερνάει ατυχίες και κακά αποτελέσματα, δείχνει “μέταλο” και εμπιστοσύνη στις δυνατότητές της.

Είναι ορισμός αυτού που λέμε “ομάδα” με κάθε παίκτη της να δίνει σε κάθε ματς το 100% όσων έχει. Και ίσως η πιο τρανή απόδειξη γι’ αυτό να ήταν η σκηνή με τον Μιγιάτ Γκατσίνοβιτς να σκοράρει το 0-1 κατά του Ολυμπιακού στα πλέι-οφ και να τρέχει στη γραμμή να αγκαλιάσει και να φιλήσει τη φανέλα του άτυχου Σέρχιο Αραούχο, που θα μείνει δυο μήνες εκτός εξαιτίας του τραυματισμού του στο μηνίσκο.

Και οι δύο προπονητές αποφεύγουν να κάνουν δηλώσεις για διαιτησίες, παρατράγουδα και ασχήμιες.

Δυο προπονητές που πάνω απ’ όλα θέλουν ομάδες-οικογένειες

Ίσως καθόλου τυχαία, παρόμοια κίνηση, τον “κλασικό” πανηγυρισμό του Αϊτόρ έκανε, προς τιμήν του Ισπανού και ο Φώτης Ιωαννίδης, μετά το πέναλτι-νίκη του Παναθηναϊκού στην Τούμπα επί του ΠΑΟΚ. “Κανείς δεν ξεχνάει το μεγάλο αφεντικό”, ήταν το σχόλιο του Παναθηναϊκού στο Instagram. Το ίδιο θα μπορούσε να σχολιάσει και η ΑΕΚ, για την κίνηση του Γκατσίνοβιτς.

Σε ελεύθερη μετάφραση, ωστόσο, αυτό θα σήμαινε -και σημαίνει – ότι κανείς (δηλαδή ο προπονητής…) στα αποδυτήρια και των δύο ομάδων δεν αφήνει στην τύχη του τη σπουδαία υπόθεση που λέγεται για κάθε σύλλογο το λεγόμενο “οικογενειακό κλίμα”.

Γιοβάνοβιτς και Αλμέιδα μοιράζονται και αυτό το σημαντικό χαρακτηριστικό. Όπως, τέλος, έχουν και ένα ακόμη κοινό σημείο, από τα πολύ πολύ σπάνια κι αυτό στο τοξικό ελληνικό ποδόσφαιρο. Σπανιότατα -έως ποτέ – θα κάνουν δηλώσεις για διαιτησίες, παρατράγουδα, ασχήμιες. Μόνο με τις ομάδες τους και την απόδοσή τους θα ασχοληθούν, χωρίς, συχνά πυκνά, να αρνηθούν να παραδεχθούν ξεκάθαρα και με θάρρος και δικά τους λάθη ή παραλείψεις.

Μια “όαση” που ελπίζουμε να απολαμβάνουμε για καιρό ακόμη…

Με σοβαρότητα, νηφαλιότητα και επαγγελματισμό και οι δύο μοιάζουν με όαση στην έρημο όποτε κληθούν να μιλήσουν, ακόμη κι αν οι στιγμές είναι δύσκολες, μετά από μια οδυνηρή ήττα ή ακόμη κι αν απροκάλυπτα προκληθούν να ανεβάσουν τόνους. Είναι, με άλλα λόγια, δυο άνθρωποι που δε διδάσκουν απλώς ποδόσφαιρο, αλλά και ποδοσφαιρικό ήθος απ’ αυτό που θα ήταν ευχής έργο να αποτελεί τον κανόνα και όχι την εξαίρεση στη χώρα, εδώ, όπου ανθεί φαιδρά πορτοκαλέα…

Η ΑΕΚ, ήδη φρόντισε και “έκλεισε” τον Αργεντινό ως το 2028 (!), δείχνοντας στο πρόσωπό του έμπρακτη εμπιστοσύνη.

Η ΑΕΚ, ήδη φρόντισε και “έκλεισε” τον Αργεντινό ως το 2028 (!), δείχνοντας στο πρόσωπό του έμπρακτη εμπιστοσύνη και αναγνώριση του έργου που ήδη έχει επιτελέσει -και άσχετα με την έκβαση των πλέι-οφ. Το να μην προβεί σε πρόωρη ανανέωση του συμβολαίου και του Γιοβάνοβιτς ο Παναθηναϊκός (λήγει κανονικά του χρόνου το καλοκαίρι), επίσης θα είναι έκπληξη, είτε πάρει είτε όχι το πρωτάθλημα η ομάδα.

Εμείς, πάλι, τι να πούμε; Να απολαύσουμε για χρόνια ακόμη τη συνύπαρξη δυο τόσο επιδραστικών, αλλά και τόσο “φωτεινών” ποδοσφαιρικών προσωπικοτήτων στο ελληνικό ποδόσφαιρο, θα είναι από τα καλύτερα πράγματα που μπορούν να μας συμβούν. Και, σε βάθος χρόνου, γιατί όχι; Να μας διδάξουν κιόλας, ως ζωντανά παραδείγματα, για τις πραγματικές διαστάσεις που μπορεί και πρέπει να έχει το παιχνίδι ως ψυχαγωγία και αφορμή για ωραίες, παρεΐστικες, ποδοσφαιρικές κουβέντες και όχι ως δηλητήριο για μισαλλόδοξες μάχες -εντός και εκτός εισαγωγικών – που μόνο με τη μπάλα δεν έχουν, κατά βάθος, να κάνουν…

 

Διαβάστε ακόμα: Παρί Σεν Ζερμέν. Το πιο ακριβό ανέκδοτο του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου.

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top