«Δεν είμαστε όλοι Κοραήδες, όμως. Οι περισσότεροι είμαστε λιγούρια και επαναπατριζόμενοι από την εσπερία πέφτουμε για γιούργια στον ταμπλά με τα κουλούρια» γράφει ο Σακελλάρης Σκουμπουρδής. (Φωτογραφίες: Wikipedia / YouTube)

«Με τα περιοδικά μου έκανα μόνο καλό. Ξεβλάχεψα σε μεγάλο βαθμό, ένα μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού, το οποίο εκείνη τη στιγμή έψαχνε την Ευρώπη», είπε ο γνωστός εκδότης περιοδικών και βούηξαν τα δίκτυα. Πόσο δικαιούται επί της ουσίας να λέει τέτοια πράματα; Και πόσο στοιχειοθετούνται, από την άλλη, ευθύνες που του αποδίδονται για όλα τα κακά της κοινωνίας μας; Και φυσικά, ποιος κατέχει το σωστό βλαχόμετρο, για να δώσει τον ορθό ορισμό της βλαχιάς, την οποία οικτίρουν/ειρωνεύονται όλου του κόσμου οι φυλές;

Προκαταβολικά, λοιπόν, βλάχος δεν είναι αυτός που μιλάει με χωριάτικο αξάν. Απλώς, αντίστροφα, επειδή συνήθως ένας απλοϊκός χωριάτης πιάνεται κότσος/βλάχος, λόγω αφελείας, γι’ αυτό δίνουμε έμφαση στο αξάν, που είναι έλασσον στοιχείο βλαχιάς. Μείζον είναι το να είσαι άσχετο θύμα/κορόιδο/άθυρμα, ή και «πελάτης»/κότσος/ψάρακας βολικός για κάποιους που θέλουν να σε χειραγωγούν αγόμενο/φερόμενο. Επίσης, βέβαια, όλα αυτά συμβαίνουν σε αδαείς καραγκιοζάκους, όχι στον πολυταξιδεμένο κοσμοπολίτη, ο οποίος είναι το αντίθετο του «βλάχου».

Είμαστε μια βλαχαδερή κοινωνία μπαλκάν-κομμουνίστ, που όταν μας δόθηκαν ευκαιρίες να πάμε δυνατά μπροστά, εμείς προτιμήσαμε να το κάνουμε με τον κουτοπόνηρο τρόπο μας.

Βλαχέματα και ξεβλαχέματα

Πήγε ο βλάχος στα Παρίσα, ανθρώπων είδε άστεα και νόον έγνω, φορτώθηκε ερεθίσματα, θάμπωσε το μάτι του, γύρισε οίκαδε και είπε να μας τα αφηγηθεί. Αυτή είναι μια διαχρονική, λυσιτελής για το έθνος ιστορία. Όσο πιο σοβαρός, ευαίσθητος, ευφάνταστος και δημιουργικός ήταν ο βλάχος τόσο βαθύτερα έπαθε αποβλάχευση, την οποία, επαναπατρισθείς, «μετακενώνει» και στους συμπατριώτες του, ξεβλαχεύοντάς τους.

Δεν είμαστε όλοι Κοραήδες, όμως. Οι περισσότεροι είμαστε λιγούρια και επαναπατριζόμενοι από την εσπερία πέφτουμε για γιούργια στον ταμπλά με τα κουλούρια. Οπότε δεν αποτελούμε την περίπτωση του λυσιτελούς ξεβλαχευτή «μαζών», αλλά το αντίθετο, όπως καλή ώρα ο εκδότης – σαντουιτσάς. Δεν προκαλούμε την δέουσα απομάγευση, δηλαδή, αντιθέτως φορτώνουμε τις «μάζες» με περισσότερη μάγευση.

Είμαστε μια βλαχαδερή κοινωνία μπαλκάν-κομμουνίστ, που εύκολα μπλεχτήκαμε στο πακέτο «Ύβρις-Νέμεσις-Άτη-Τίσις», γιατί όταν μας δόθηκαν ευκαιρίες να πάμε δυνατά μπροστά, εμείς προτιμήσαμε να το κάνουμε με τον κουτοπόνηρο τρόπο μας. Όταν δηλαδή πραγματικοί εκσυγχρονιστές/ξεβλαχευτές μάς έσπρωχναν προς την πρόοδο, εμείς κουτοπόνηρα ακολουθήσαμε κάποιους άλλους λαϊκιστές/βλαχευτές. Και το πρόσωπο της ημέρας δεν ήταν από τους πρώτους, αλλά από τους δεύτερους.

Έτσι κάπως ήρθε η παρακμή, η χρεωκοπία και η σήψη. Γιατί, ξεβλάχεμα δεν είναι να εγκαταλείψεις τα γουρνοτσάρουχα και τα ταγάρια και να αρχίσεις να παίρνεις κουστούμια Αρμάνι και κοκκινόσολες λουμπουτινιές. Το να προωθείς υψηλά καταναλωτικά πρότυπα δεν συνιστά εκσυγχρονισμό από μόνο του: πρέπει ταυτόχρονα να διεγείρεις και τα αξιακά κριτήρια των θαυμαστών σου, έτσι ώστε να αποκτούν το δικό τους στυλ και να γίνονται Πολίτες. Χωρίς αυτό παραμένουν βλαχαδεροί τυφλίτες, οπαδοί ενός συρμού που τους άγει δώθε-κείθε, χωρίς δηλαδή να είναι υποκείμενα της ζωής τους. Άρα, έτσι, ξεβλάχεμα γιοκ.

Το Δόγμα του γκρηκ ντρημ και των ομόδοξων του βλαχαδερών λαϊφ-σταϋλάδων «Είναι χάι, να είσαι φάσιον βίκτιμ, είναι χάι, να είσαι πρώτη μούρη» αποτελεί βασικό συστατικό της πρυτανεύουσας βλακείας, όλες αυτές τις δεκαετίες της συβαριτισμένης παρακμής, που ολοκληρώθηκε σε σήψη. Και κυριάρχησε όχι μόνο στην καταναλωτική, αλλά και στην πολιτική, οικονομική, κοινωνική συμπεριφορά μας. Αν το καλοσκεφτούμε, αυτό το δόγμα αποτελεί μέρος της Άτης, αυτής της τιμωρητικής αποβλακωτικής θολούρας, την οποία μας επιδαψίλευσαν οι καλοί Θεοί μας, στο πλαίσιο του πακέτου «Ύβρις-Νέμεσις-Άτη-Τίσις».

Το λαϊφστάϋλ ήταν αυτό που ήταν, ήμασταν αυτοί που ήμασταν, οπότε συνέβη το μοιραίο: κάποιος ξεχωριστός τύπος έπιασε τον παλμό της κατάστασης των πραγμάτων και πήρε πρωτοβουλίες.

Μα για όλα φταίει το λαϊφσταϋλ;

Δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία ότι όσοι διακατέχονται από παρόμοια με του εκδότη αξιακά πρότυπα και κριτήρια, πιθανότατα τον ζηλεύουν. Και δικαίως. Όχι τόσο γιατί στη ζωή του έβγαλε λεφτά, πήρε όμορφα κορίτσια και έκανε όσα κιμπαριλίκια κατέβαιναν στης κεφαλής του το χαβά. Απλώς γιατί υπήρξε ένας πολυμήχανος μίνι Οδυσσέας, που πάλεψε, όχι με Κύκλωπες και Λαιστρυγόνες, αλλά με τις χίμαιρές του. Και ακόμα φαίνεται ότι ψάχνει την Ιθάκη του.

Γι’ αυτό, άλλωστε, τώρα που είναι στα κάτω του, ουδόλως θέλουμε να ξυλευτούμε δρυός καταπεσούσης, αλλά δεν μας διαφεύγει η αφόρητη αλαζονεία του. Ίσως να τον εκτιμούσαμε περισσότερο, εάν παραδέχονταν πρώτος τη «βλαχιά» του με ωραίο αυτοσαρκασμό.

Δυστυχώς, όμως, το λαϊφσταϋλ των περιοδικών ΔΕΝ ξεβλάχεψε το καθ’-ημάς-εθνικό-ισλάμ, το ζούμπηξε πιο βαθειά στον Βάλτο, μια που απετέλεσε κάτι σαν άλλο κίνημα (παράλληλο με το πανελλήνιο, το σοσιαλιστικό). Ως κορυφαίο ηθικό/αισθητικό σημείο αναφοράς της μετάβασης από την ψωροκώσταινα στην καταναλωτική εσπερία.

Βέβαια, δεν τίθεται θέμα λαϊκού δικαστηρίου, όπου αγωνιστές της ορθότητας θα δικάσουν/καταδικάσουν τους λαϊφσταϋλάδες σε ισόβια κάθειρξη για αντικοινωνικό αποπροσανατολισμό της υπανάπτυκτης πλέμπας που ξερογλειφόταν με τα συνοικιακά μοντέλα. Ουδεμία ευθύνη ποινική, υλική, ηθική, αισθητική και άλλη έχουν οι ιλουστρασιόν σελίδες για την κατρακύλα, την κατάρρευση του πλάστικ κόσμου και την σήψη μας.

Το λαϊφστάϋλ ήταν αυτό που ήταν, ήμασταν αυτοί που ήμασταν, οπότε συνέβη το μοιραίο: κάποιος ξεχωριστός τύπος με χαρακτηριστικά ηγετικά έπιασε τον παλμό της κατάστασης των πραγμάτων και πήρε πρωτοβουλίες. Έκπαλαι συμβαίνει αυτό το φαινόμενο και ρυθμίζει τις ζωές των ανθρώπων. Άμα κάποιες κοινωνίες είναι τυχερές, τότε τους εμφανίζονται λαμπροί ξεβλαχευτές ηγέτες, αν όχι, τότε τους βγαίνουν στο «τιμόνι» κάποιοι βλαχευτές. Δεν ποινικοποιούνται τέτοια «φυσικά» φαινόμενα.

Άλλως ειπείν, άμα μια κοινωνία μπαλκάν-κομμουνίστ είναι τροπισμένη να θαυμάζει την ευκολία, εύκολους ηγέτες γυρεύει να την καθοδηγούν. Μαζί με τους πολιτικούς ομολόγους του, ως κοινωνικός προφήτης αυτής της βλαχιάς, ο γνωστός εκδότης είχε την τιμή και την χαρά αβίαστα να επιλεγεί από την κοινωνία μας ως ο εκλεκτός που θα χαλκεύσει και θα σπείρει το εθνικό όνειρο. Το δε σπέρμα εβλάστησε μέγα και έτσι χτίστηκε το καρακατσουλιό που ζήσαμε, φούσκωσε, έσκασε και κατέρρευσε.

 

Βρείτε παρακάτω περισσότερο υλικό περί βλαχιάς κοινωνικής και πολιτικής και περί του προαναφερθέντος εθνικού προτύπου-ονείρου:
Πολιτική Βλαχιά και καθ’ ημάς Δημοκρατία»
Τι δεν καταλ(ο)αβαίνεις;»
Μύκονος, όπως πλέον λέμε Τσιφτετέλληνες»

Αν βρείτε χρόνο, σχετική με το θέμα είναι και η ανάλυση της περσινής τετραλογίας μας περί στυλ και μόδας:
Στυλ ή γοητευτική διακριτότητα»
Πολιτικό στυλ, κίνητρο, όραμα, ηγετικότητα»
Μόδα (φονέας του στυλ), αυτή η μάστιγα»
Η Πολιτική ως μόδα και οι κορρεκτίλες της».

 

Διαβάστε ακόμα: Το ελληνικό στερεότυπο

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top