Η Brigitte Bardot ήταν από τις γυναίκες που με το στυλ, την άνεση και το sex appeal τους, όχι απλώς διατήρησαν αλλά εκτόξευσαν το μύθο της Παριζιάνας τη δεκαετία του ’50. (Φωτογραφία: Daniel Angeli)

Ας το παραδεχτούμε. Ενσάρκωση της θηλυκότητας, αυτή η εικόνα ράτσας του «κατιτίς» της Παριζιάνας κάνει τη βιομηχανία πολυτελείας και της υψηλής ραπτικής να εκσπερματώνει, την ώρα που το στυλ της είναι κάτι που δεν μαθαίνεται.

Πρόσφατα αναφέρθηκα στο βιβλίο της Inès de la Fressange, πρώην μανεκέν, αριστοκράτισσας και εμβληματικής φυσιογνωμίας της Παριζιάνας του σήμερα, «La Parisienne», όπου πέρα από τις συμβουλές, συνοψίζει την άποψή της ότι το είδος: «είναι ροκ και ποτέ αστή».

Αυτό ήταν το μοντέρνο look που άρμοζε στις Παριζιάνες σύμφωνα με την Coco Chanel το 1917. (Φωτογραφία: Wikipedia)

Ο οδηγός της γοητευτικής αυτής γυναίκας ανήκει σε μια περιλάλητη εκδοτική σειρά, αυτή του τρόπου του ζην και άλλων εγχειριδίων ευγενούς συμπεριφοράς. Αν τα πρώτα βιβλία αυτού του τύπου ανάγονται στον 16ο αι., κυρίως με τον Έρασμο, ο αριθμός τους πολλαπλασιάζεται το 19ο αι.

Σε ό,τι αφορά τις γυναίκες, δεν έχουμε τόσο να κάνουμε με χρήσιμες διευθύνσεις όσο με συμβάσεις και στάσεις που οφείλουν να τηρηθούν, ώστε να μην περιθωριοποιηθούν κοινωνικά ή, ακόμα χειρότερο, να κακοχαρακτηριστούν. Αυτός είναι κι ο λόγος που πρέπει να ντύνονται με τον ενδεδειγμένο για το φύλο τους τρόπο.

Στο δρόμο λόγου χάρη, μια αξιοπρεπής γυναίκα οφείλει να είναι ενδεδυμένη κατά τρόπο ορθό και κομψό, αλλά δεν πρέπει επουδενί να σηκώνει το φουστάνι της πάνω απ’ τον αστράγαλο και μάλιστα αυτό μόνο με το δεξί της χέρι.

Οι περισσότεροι οδηγοί που δημοσιεύτηκαν τότε κάνουν λόγο για την οικοδέσποινα σε ό,τι αφορά τις δεξιώσεις, τις χοροεσπερίδες ή τα δείπνα. Αντίθετα, όμως, δεν λένε λέξη για το ποια είναι η ενδεδειγμένη συμπεριφορά σε ένα καφέ, ένα εστιατόριο ή ένα χορό. Ο λόγος είναι ότι, το να συχνάζεις σε τέτοιους χώρους, μπορεί να είναι ανώδυνος για τους άντρες, αλλά για τις γυναίκες εγείρει υποψίες ανηθικότητας, μοιχείας και εκπόρνευσης.

Η «κοσμική», εν τη ευρεία έννοια του όρου, το 19ο αι. θεωρείται κατάπτυστη: τεμπέλα, επιπόλαιη, άχρηστη, ασυνείδητη.

H Παριζιάνα εκείνης της εποχής δεν μπορεί να πάει όπου της καπνίσει. Ή μάλλον υπάρχουν πολλά είδη από Παριζιάνες: αυτές τις οποίες οφείλουμε να μιμηθούμε κι εκείνες που πρέπει να αποφεύγουμε. Ήδη από τον 18ο αι., η Παριζιάνα περιγράφεται ως ένα «fashion victim», πολύ προτού καν ο όρος επινοηθεί. Για τον Ρουσώ και τους συγχρόνους του, πρόκειται για μια μανιακή της μόδας και της εμφάνισης, κατεξοχήν τρόπος όπου το φαίνεσθαι είναι δηλωτικό ταυτότητας και κοινωνικής θέσης.

Η Παριζιάνα της δεκαετίας του ’50. (Φωτογραφία: Nico Jesse)

Με τη Γαλλική Επανάσταση, τα πάντα ανατρέπονται. Στον αιώνα αυτόν του εκδημοκρατισμού της μόδας, οι ενδυματολογικές και συμπεριφορικές υπερβολές των ελίτ του Παλαιού Καθεστώτος, ιδιαιτέρως οι γυναικείες, ομοφώνως θεωρούνται καταδικαστέες, Όπερ σημαίνει το άκρως αντίθετο της Μαρίας-Αντουανέτας, θεωρούμενης σύμβολο κακής βασίλισσας, κοκέτας, πολυέξοδης και «άσωτης».


Διαβάστε ακόμα: Οι κυρίες το προτιμούν (ακόμα) άτριχο. Εμείς;


Επιστροφή σ’ έναν «επαναστατικό» πουριτανισμό. Η «κοσμική», εν τη ευρεία έννοια του όρου, το 19ο αι. θεωρείται κατάπτυστη: τεμπέλα, επιπόλαιη, άχρηστη, ασυνείδητη. Είναι μαζί με την πόρνη, το παράδειγμα προς αποφυγή.

Ωστόσο, οι κοινωνικοί κανόνες σπάνια αλλάζουν εξίσου γρήγορα με τα ήθη. Οι αστικές νόρμες θέλουν τη γυναίκα έναν φύλακα-άγγελο του σπιτιού αφοσιωμένο στην οικογένεια και τα οικιακά του καθήκοντα.

Από την άλλη, οι εντάσεις αυτές μεταξύ αριστοκρατικού και αστικού προτύπου ευνοούν την ανάδυση, από τη δεκαετία του 1840 και μετά, αυτού που ο Αλέξανδρος Δουμάς υιός αποκαλεί «demi-monde», έναν ενδιάμεσο κόσμο αποτελούμενο από πόρνες πολυτελείας και μετρέσες που συντηρούνται πλουσιοπάροχα, όπου οι γυναίκες οφείλουν να ενσαρκώνουν την καυτή και επιπόλαιη φαντασίωση της Παριζιάνας της καλής κοινωνίας, παραμένοντας ταυτόχρονα στο περιθώριο της αστικής τάξης.

Οι μεγάλες Παριζιάνες εταίρες της Belle Époque είναι ταυτόχρονα ενσαρκώσεις της μοιραίας γυναίκας, εμβληματικές φυσιογνωμίες της παρισινής ζωής, λανσάρουν μόδες και καθιερώνουν κανόνες ομορφιάς.

Η φιγούρα της ημι-κοσμικής στην πραγματικότητα είναι κάτι παραπάνω από την εικόνα της Παριζιάνας. Είναι η προσωποποίηση του ίδιου του Παρισιού ως πρωτεύουσας των ηδονών και της αστικής ζωής, πηγή σαρκικών και ερωτικών συνευρέσεων.

Ερωτισμός, φινέτσα, sex appeal: όλη η ουσία της Παριζιάνας μέσα σε μια εικόνα. (Φωτογραφία: Cedric Buchet / ELLE France)

Σε σημείο ο ενδιάμεσος αυτός κόσμος, του οποίου οι εικόνες διαδόθηκαν ευρέως χάρη στη λογοτεχνία και το γαλλικό θεατρικό ρεπερτόριο, να γίνει το τελευταίο τέταρτο του 19ου αι. υπαίτιος ενός σημαντικού ρεύματος σεξουαλικού τουρισμού.

Οι μεγάλες Παριζιάνες εταίρες της Belle Époque είναι ταυτόχρονα ενσαρκώσεις της μοιραίας γυναίκας, εμβληματικές φυσιογνωμίες της παρισινής ζωής, λανσάρουν μόδες και καθιερώνουν κανόνες ομορφιάς.


Διαβάστε ακόμα: Γαλλίδες Vs Ιταλίδες. Ποιο έθνος έχει τις αξεπέραστες γυναίκες;


Μόνον τον 20ο αι., και σε συνδυασμό με τις εξελίξεις στα ερωτικά αισθήματα και τις σεξουαλικές πρακτικές, η φιγούρα της demi-mondaine και της Παριζιάνας γίνονται διακριτές. Όπως το παρελθόν του Παρισιού ως του μεγαλύτερου πορνείου της Ευρώπης χάνεται σήμερα πίσω από το όνειρο της ρομαντικής πρωτεύουσας και των επισκέψεων στα μουσεία.

Ωστόσο, οι ίδιες οι Παριζιάνες εξακολουθούν να είναι πιο απελευθερωμένες σεξουαλικά. Είναι η ατμόσφαιρα της πόλης που παρασέρνει στην ασωτεία και είναι ανοιχτή σε πρακτικές λιγότερο κονφορμιστικές ή το είδος που κατοικοεδρεύει πλέον εκεί; Στην πραγματικότητα, ισχύουν και τα δύο.

Οι «μειοψηφικές σεξουαλικότητες» είναι συνηθέστερες πρακτικές στο Παρίσι από αλλού, τρεις φορές περισσότεροι αρέσκονται στην ανταλλαγή συντρόφων.

Σύμφωνα με την περυσινή δημοσκόπηση της γνωστής εταιρείας Ifop, οι Παριζιάνες είναι πολύ πιο δραστήριες σεξουαλικά από την υπόλοιπη χώρα: έχουν περισσότερους σεξουαλικούς συντρόφους, πιο συχνά επαφές της μιας βραδιάς, είναι σπανιότερα ζευγάρι με κάποιον και απατούν συχνότερα τον σύντροφό τους. Επίσης χρησιμοποιούν περισσότερο τα sextoys.

Άνεση, ερωτισμός, κομψότητα: η Jeanne Damas μοιάζει να συγκεντρώνει όλα τα στοιχεία της Παριζιάνας του 21ου αιώνα. (Φωτογραφίες: Jeanne Damas)

Οι «μειοψηφικές σεξουαλικότητες» είναι συνηθέστερες πρακτικές στο Παρίσι από αλλού. Δυο φορές περισσότερος κόσμος δηλώνει ομοφυλόφιλος ή bisexual, τρεις φορές περισσότεροι αρέσκονται στην ανταλλαγή συντρόφων ή στο τρίο και ο σοδομισμός είναι τρέχον νόμισμα για το μισό γυναικείο πληθυσμό.

Δεν είναι περίεργο. Με περισσότερους νέους μεταξύ 18 και 30 ετών, περισσότερους φοιτητές και εργένηδες, λιγότερους ηλικιωμένους και οικογένειες με παιδιά, η εντονότερη και πιο διαφοροποιημένη σεξουαλική δραστηριότητα της Παριζιάνας είναι κατά ένα μέρος φυσικό παρεπόμενο της δημογραφίας της πρωτεύουσας.

Μια άλλη αιτία οφείλεται στην εξαιρετικά υψηλή αναλογία ανθρώπων υψηλού οικονομικού και πολιτιστικού επιπέδου, γεγονός που είθισται να καταλήγει στην αναζήτηση πιο «προχωρημένου» ηδονισμού.

Σύμφωνα με δημοσκόπηση, οι Παριζιάνες είναι πολύ πιο δραστήριες σεξουαλικά από την υπόλοιπη χώρα. (Φωτογραφία: Sonia Sieff για το φωτογραφικό project με τίτλο «Les Françaises»)

Εντάξει όλ’ αυτά, μήπως όμως και κάθε άνθρωπος που κολυμπάει στην κοινωνικοπολιτιστική πισίνα του Παρισιού μαθαίνει να απολαμβάνει το bisexual οργιαστικό ανακάτωμα, μεταξύ άλλων; Φαίνεται πως η μητρόπολη και η παράδοσή της παίζει ένα ρόλο σ’ αυτό. Γιατί οι μεγαλουπόλεις προσφέρουν άπειρες δυνατότητες γνωριμιών, εγγυώμενες ταυτόχρονα μια κάποια ανωνυμία και μεγαλύτερη ελευθερία δράσης.

Έτσι, το Παρίσι εμφανίζεται ως ένας μέρος όπου ξεδιπλώνονται σήμερα οι σεξουαλικοί και ερωτικοί κώδικες του αύριο. Συνιστά πρόσφορο έδαφος για την εξέλιξη ενός μοντέλου «ψυχαγωγικής σεξουαλικότητας», στο πλαίσιο της οποίας ερωτισμός και έρωτας δεν συνδυάζονται απαραιτήτως.

 

Διαβάστε ακόμα: H ανταλλαγή συντρόφων είναι lifestyle του συρμού ή μια πραγματική σχολή ηδονής;

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top