Σαν κάπως αλλιώς να κυματίζει τώρα η σημαία (Φωτογραφία: Alexandros Michailidis / SOOC).

Από τα υψίπεδα του Ντυλανικού στίχου «Κι ο θάνατος δεν θα ‘χει πια εξουσία./Γυμνοί οι νεκροί θα γίνουν ένα», ο ουρανομήκης Μίκης μας στέλνει, ήδη, το νέο του χαιρετισμό που μοιάζει σαν πρόσκαιρη -αλλά ουσιαστική- παύση πριν από το επερχόμενο κρεσέντο. Με τα χέρια του απλωμένα σαν φτερά και την πάντα στεντόρεια φωνή του θα συνεχίσει να μας μιλάει με την ελπίδα πως θα εξακολουθήσουμε να τον ακούμε.

Ο θάνατος χωρίζει τους ανθρώπους. Υπάρχει ένα απαράβατο όριο από το οποίο οι ζώντες αντικρίζουν τους τεθνεώτες ωσάν εκτοπλασματικές σκιές ή ακόμη και σαν φαντασματικές μορφές. Για τους θανόντες δεν έχουμε γνώση πώς -και αν- μας βλέπουν. Κι όμως, στην περίπτωση του Μίκη Θεοδωράκη δεν υπήρξε καμία διάρρηξη στη σχέση του με τον λαό. Μπορεί το σώμα του να ακολουθεί, πλέον, τη μοιραία οδό του αυτοαφανισμού του, όμως, το πνεύμα του, λες και ελευθερώθηκε από τα δεσμά της υλικότητας, ίπταται από πάνω μας, προΐσταται των καθημερινών από έναν ολύμπιο θρόνο.

Ο θάνατος του Μίκη Θεοδωράκη ξυπνάει σε όλους μας -μέσα από τον λήθαργο της καθημερινής οκνηρίας- αιτήματα που ξεπερνούν ιδεολογίες, στρατεύσεις και δογματισμούς.

Αυτό που «πέτυχε» η τελευταία πράξη της ζωής τούτου του μέγιστου Έλληνα δεν ήταν να θρηνήσουμε για τον χαμό του (που συνέβη, φυσικά), αλλά να συναισθανθούμε την έννοια της καθολικότητας, της πάγκοινης ιστορίας που μας συνέχει. Κάπως έτσι, οι πολιτικές διαφορές -έστω για μια ημέρα- μεταβαίνουν στο πραγματικό πεδίο τους: στη γωνία. Η τύρβη της ειδησεογραφίας λες και κάηκε σαν σπίρτο. Μπρος στο «μέγεθος» όλα τα υπόλοιπα είναι ολίγιστα, μικρά.

Όταν πέθανε ο Κωστής Παλαμάς, τον Φεβρουάριο του 1943, η κηδεία του μετατράπηκε σε αντιστασιακή εκδήλωση.  Ο Άγγελος Σικελιανός έγραψε ένα ποίημα του οποίου οι υπόγειες δονήσεις μετέτρεψαν τον χαμό του ποιητή σε γιορτή της ζωής και της μάχης: «Ηχήστε οι σάλπιγγες… Καμπάνες βροντερές,/δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα…». Μπορεί στις μέρες μας να μην τελούμε υπό το καθεστώς σιδηράς υποταγής, να μην ζούμε υπό τον βουβό φόβο μιας δικτατορίας, όμως, είναι βέβαιο πως ο θάνατος του Μίκη Θεοδωράκη ξυπνάει σε όλους μας -μέσα από τον λήθαργο της καθημερινής οκνηρίας- αιτήματα που ξεπερνούν ιδεολογίες, στρατεύσεις και δογματισμούς.

Σκιαμαχούμε συχνά περί όνου σκιάς. Δεν αντιλαμβανόμαστε πως περισσότερα είναι αυτά που πρέπει να μας ενώνουν από αυτά που μας χωρίζουν.

Ποτέ άλλοτε στις μέρες μας ένας θάνατος δεν κατάφερε να πετύχει αυτό που για εμάς τους Έλληνες φαντάζει ένα σισύφειο έργο δίχως ευτυχή κατάληξη: να ενώσει τους πάντες, να τους κάνει να αισθανθούν μια γροθιά, ένα στόμα, μια λύπη. Τι κι αν έχουμε τον διχασμό στο αίμα μας, τι κι αν είμαστε έτοιμοι ανά πάσα στιγμή να κατακεραυνώσουμε τον διπλανό μας. Σκιαμαχούμε συχνά περί όνου σκιάς. Δεν αντιλαμβανόμαστε πως περισσότερα είναι αυτά που πρέπει να μας ενώνουν από αυτά που μας χωρίζουν. Διαχωριστικές γραμμές πάντα θα υπάρχουν, όμως, δεν χρειάζεται να καίμε τις γέφυρες.

Έρχεται, αίφνης, αυτός ο αδόκητος χαμός (ναι, ήταν 96 ετών, αλλά είχαμε την αίσθηση πως θα είναι αιώνιος) και μας υπενθυμίζει πως υποδορίως της κοινωνίας, εκεί που οι τακτικισμοί, οι ανέξοδες κόντρες και τα γινάτια δεν έχουν δύναμη, ρέει μια δύναμη που μπορεί να μας ενώσει.

Μήπως αυτό το ρέκβιεμ του Μίκη να μην έχει θρηνητική ηχώ, αλλά να είναι ένα ακόμη σάλπισμα αγώνα που μας στέλνει από το επέκεινα;

Οχι, δεν είναι ο θάνατος που μας έφερε κοντά. Ο Μίκης Θεοδωράκης, άλλωστε, ποτέ δεν τον φοβήθηκε ακόμη και όταν τον είδε να τον ζυγώνει. Γι’ αυτό και έκανε «οίστρο της ζωής του τον φόβο του θανάτου». Αυτό που μας ενώνει στην ουσία με τον χαμό του Μίκη είναι η υπενθύμιση πως η ζωή είναι μια μακρά σκηνή διεκδίκησης, μάχης, αγώνα, αισιοδοξίας και απαντοχής. Ολο το έργο του, όλη η στοχαστική άλως του, ακόμη και όλος ο πολιτικός βίος του, ήταν η διατράνωση αυτής της αρχής. Τίποτα δεν χαρίζεται (όπως λανθασμένα έγραψε η ΠτΔ για τον Μίκη), αλλά διεκδικείται. Πώς, όμως, να διεκδικήσεις το άπιαστο όταν ρέπεις προς στο βούρκο της μόνιμης διαφωνίας;

Θα μας πάρει το ρέμα, το ξέρουμε. Θα επιστρέψουμε στα μικρά που υπαγορεύει το 24ωρο. Οι πολιτικοί μας εκ νέου θα διασταυρώσουν τα ξίφη τους. Ισως σε ένα μήνα, άντε δύο, άλλα γεγονότα θα επισκιάσουν τον χαμό του Μίκη. Μέσα μας, όμως, ξέρουμε. Δεν γίνεται να μην ξέρουμε πια. Αυτές οι μέρες του χαμού του μας ένωσαν όλους. Συνέβη, δεν το φανταστήκαμε. Μαζί με την υποστολή της σημαίας λόγω εθνικού πένθους, υπεστάλη και η άγονη δημόσια μάχη.

Μήπως, λοιπόν, να φέρνουμε αυτές τις μέρες ολοένα και περισσότερο στη μνήμη μας; Μήπως αυτό το Ρέκβιεμ του Μίκη να μην έχει θρηνητική ηχώ, αλλά να είναι ένα ακόμη ενωτικό σάλπισμα αγώνα που μας στέλνει από το επέκεινα; Μήπως;

 

Διαβάστε ακόμα: Μίκης Θεοδωράκης. Πέθανε ο τελευταίος γίγαντας της Ελλάδας.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top