The Louvre Abu Dhabi Museum", σχεδιασμένο από τον γάλλο αρχιτέκτονα Jean Nouvel.

«The Louvre Abu Dhabi Museum», σχεδιασμένο από τον Γάλλο αρχιτέκτονα Jean Nouvel.

Το ότι, ηθελημένα ή αθέλητα, ο τουρισμός είναι η (μοναδική) «βαριά βιομηχανία» της χώρας μας, με τα σημερινά τουλάχιστον δεδομένα, είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός. Γνωστές εξάλλου οι πρόσφατες δηλώσεις της Υπουργού Τουρισμού, κυρίας Όλγας Κεφαλογιάννη, σχετικά με τη συμβολή του ελληνικού τουρισμού στο ΑΕΠ, τους στόχους που θέτει το Υπουργείο, προκειμένου να πετύχουμε τη νέα χρονιά ακόμα υψηλότερες επιδόσεις, να προσελκύσουμε νέες επενδύσεις και να επιμηκύνουμε την τουριστική περίοδο, προωθώντας τον πολυθεματικό τουρισμό.

Δέχομαι ότι ο ελληνικός τουρισμός έχει ουσιαστική προοπτική – η χώρα μας είναι πανέμορφη, η ιστορική της παρακαταθήκη απαράμιλλη και το μεσογειακό της κλίμα μοναδικό. Δεν θα ήθελα, για την ώρα, να ασπαστώ την άποψη που υποστηρίζει ότι η διεθνής συγκυρία, με τις πολεμικές συγκρούσεις στην ευρύτερη περιοχή, μας ευνόησε και μας ευνοεί.

Όμως, τουριστική ανάπτυξη χωρίς υψηλού επιπέδου υποδομές και αντίστοιχες υπηρεσίες δεν είναι δυνατόν να υπάρξει. Και εδώ, ακριβώς, αρχίζουν τα προβλήματα. Δεν θα σταθώ στην περιπέτεια των υδατοδρομίων, απλώς θυμίζω ότι ήδη από το 2005 γίνονται προσπάθειες για να ξεκαθαρίσει το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας τους. Ούτε στη χρόνια ανεπάρκεια που ταλανίζει το τουριστικό εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας μας. Όλα αυτά δεν εμπίπτουν στη σφαίρα των δικών μου γνώσεων και εμπειριών.

Ας αναρωτηθούμε, όμως, ποια θα είναι αλήθεια η τύχη της περίφημης ελληνικής «τουριστικής βιομηχανίας», αν δεν καταφέρουμε κάποια στιγμή να την επανασυνδέσουμε με τον πολιτισμό; Υπάρχει άραγε ολοκληρωμένη στρατηγική προς την κατεύθυνση αυτή; Πώς προωθούμε τον πολιτισμό μας στις ξένες αγορές; Γιατί οι περισσότεροι ξένοι αγνοούν την ύπαρξη του Φεστιβάλ Αθηνών; Πόσοι τουρίστες ενδιαφέρονται πραγματικά για τα μνημεία και τα μουσεία μας; Αρκεί κάποιος να μελετήσει τα στοιχεία που δίνει η Ελληνική Στατιστική Αρχή, για να αντιληφθεί ότι στην περίπτωσή μας ο τουρισμός και ο πολιτισμός δεν λειτουργούν ως συγκοινωνούντα δοχεία, όπως θα όφειλαν.

"Barranca Museum of Modern and Contemporary Art", αρχιτέκτονες: Herzog & de Meuron.

«Barranca Museum of Modern and Contemporary Art». Αρχιτέκτονες οι Herzog & de Meuron.

Εντωμεταξύ, και ενόσω τα ερωτηματικά πληθαίνουν, αποθαρρυντικά δρα στον τομέα του πολιτιστικού τουρισμού, και γενικότερα, η απαξιωμένη εικόνα του αθηναϊκού κέντρου, συνολικά, των αστικών περιοχών και οικισμών της χώρας. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι τα τουριστικά γραφεία επινοούν διάφορα τεχνάσματα, προκειμένου να αφαιρέσουν από το «χάρτη» των επισκεπτών σημεία της πρωτεύουσας που δεν μας τιμούν, θέλοντας να προστατεύσουν την εικόνα της.

Την τελευταία εικοσιπενταετία, η στρατηγική αστικής αναζωογόνησης μέσω του πολιτισμού εφαρμόζεται διεθνώς από τις πόλεις, οι οποίες επιζητούν την τουριστική, αλλά και οικονομική και κοινωνική αναβάθμισή τους.

Όπως διαβάζω σε κείμενο της ομ. καθηγήτριας του Παντείου Πανεπιστημίου κυρίας Ντόρας Κόνσολα, στη σύγχρονη στρατηγική αστικής αναζωογόνησης μέσω του πολιτισμού, και για τον πολιτισμό, πρωτεύοντα ρόλο διαδραματίζουν διεθνώς τα μουσεία, ορισμένα από τα οποία, λόγω της ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής τους, έχουν μεταβληθεί σε εμβλήματα των πόλεών τους και σε τουριστικούς μαγνήτες για τις χώρες τους. Όπως, για παράδειγμα, το εντυπωσιακό Μουσείο Guggenheim στο Bilbao, του αρχιτέκτονα Frank Gehry. Η συγκεκριμένη πόλη έχει να παρουσιάσει ένα θριαμβευτικό απολογισμό, καθώς μέσα σε λίγα χρόνια η τουριστική της κίνηση εκτοξεύτηκε, αναδεικνύοντας τη βασκική πρωτεύουσα, παγκόσμια, σε έναν από τους σημαντικότερους πολιτιστικούς προορισμούς.

Διαβάστε ακόμα: Πώς το κέντρο της Αθήνας θα ξαναγίνει όμορφο.

Η θεωρία της στρατηγικής αστικής αναζωογόνησης προβλέπει, μέσω της εφαρμογής προγραμμάτων «cultural clustering», τη δημιουργία συγκεντρώσεων, όπως ονομάζονται, μουσείων (museum clusters). Την τελευταία εικοσιπενταετία, η στρατηγική αστικής αναζωογόνησης μέσω του πολιτισμού (urban regeneration through culture) εφαρμόζεται διεθνώς από μεγάλες και μεσαίου μεγέθους πόλεις, οι οποίες επιζητούν την τουριστική, αλλά και οικονομική και κοινωνική αναβάθμισή τους.

"Tianjin Ecocity, Ecology and Planning Museum", του αρχιτέκτονα Steven Holl.

«Tianjin Ecocity, Ecology and Planning Museum» του αρχιτέκτονα Steven Holl.

Ανάμεσα στα μέσα που οι πόλεις χρησιμοποιούν, για να πετύχουν τους σκοπούς αυτούς, πρωτεύοντα ρόλο διαδραματίζουν τα παντός είδους μουσεία. Η στρατηγική των «συγκεντρώσεων ή δικτύων μουσείων», όπως αποκαλούνται, αφορά, αφενός, στις ονομαζόμενες «συνοικίες μουσείων», οι οποίες σχηματίζονται από αριθμό μουσείων σε άμεση γειτνίαση, και αφετέρου, στις «διαδρομές μουσείων», όπου η δικτύωση είναι νοητή.

Οι συγκεντρώσεις ή δίκτυα μουσείων δημιουργούνται μετά από παρεμβάσεις μεγάλης κλίμακας στο αστικό περιβάλλον, οι οποίες στοχεύουν στη δημιουργία ενός πολεοδομικού συνόλου, ο πυρήνας του οποίου συγκροτείται από συνδυασμένα μεταξύ τους «σημεία πολιτισμικής έντασης». Από τη διεθνή εμπειρία της δημιουργίας δικτύων μουσείων προκύπτει η πολυεπίπεδη επίδρασή τους στη γενικότερη αναπτυξιακή διαδικασία που συντελείται σε ένα αστικό κέντρο και στην περιαστική του περιοχή. Τα δίκτυα μουσείων αναμφισβήτητα αποτελούν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα των πόλεων και συστατικό στοιχείο της εικόνας τους, κατ’ επέκταση και της χώρας που τα φιλοξενεί.

Ενώ αλλού συμβαίνουν όλ’ αυτά, στην Ελλάδα αδυνατούμε ακόμη και να εγκαινιάσουμε έστω και ένα νέο μουσείο, όπως είναι η περίπτωση του «Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης».

Ενώ αλλού συμβαίνουν όλ’ αυτά, στην Ελλάδα αδυνατούμε ακόμη και να εγκαινιάσουμε έστω και ένα νέο μουσείο, όπως είναι η περίπτωση του «Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης» (ΕΜΣΤ). Μέσα στον ορυμαγδό της τρόικα και των εγχώριων μικροπολιτικών «παιγνίων», κοντεύουμε να ξεχάσουμε ότι το έτοιμο από τον περασμένο Φεβρουάριο (μισό) κτίριο του πρώην εργοστασίου «ΦΙΞ» παραμένει ακόμη ακατοίκητο. Μετά από εξαγγελίες, συζητήσεις, σχέδια, μακέτες και εμπόδια 17 περίπου ετών, το ΕΜΣΤ δεν έχει καταφέρει να λειτουργήσει. Φιλοξενούμενο προσωρινά στους χώρους του Ωδείου Αθηνών, περιμένει αμήχανα τη διαρκώς αναβαλλόμενη μετακόμιση στη μόνιμη έδρα του.

Αντί, λοιπόν, για εγκαίνια, παρακολουθούμε τον κύριο Τασούλα, Υπουργό Πολιτισμού, να ζητάει την παραίτηση όλων των μελών του Διοικητικού του Συμβουλίου, να αντικαθίσταται η μία διευθύντρια μετά την άλλη, πέρα από το ότι την τελευταία στιγμή αποσοβήθηκε, με προσωπική παρέμβαση του Υπουργού, δικαστική εμπλοκή με τον εργολάβο, εξέλιξη που θα καθυστερούσε το άνοιγμα του ΕΜΣΤ για άλλα τρία έως τέσσερα χρόνια.

"Pingtan Art Museum", σχεδιασμένο από τους MAD Architects.

«Pingtan Art Museum», το σελάχι, σχεδιασμένο από τους MAD Architects.

Δεν είναι της στιγμής να σχολιάσουμε την επιλογή της Πολιτείας να γκρεμίσει το μισό κτίριο ΦΙΞ, το οποίο είχε σχεδιάσει ο αρχιτέκτονας Τάκης Ζενέτος – ένα από τα πλέον σημαντικά δείγματα σύγχρονης ελληνικής αρχιτεκτονικής, κατά την προσωπική μου άποψη – αντί να επιχειρήσει τη δημιουργία μιας αθηναϊκής «Tate Modern», αποκαθιστώντας και εκσυγχρονίζοντας, μέσω ήπιων παρεμβάσεων, το υφιστάμενο κτίριο στο σύνολό του.

Διαβάστε ακόμα: Το εγχειρίδιο πολιτικής μπαρούφας της Τζίνας Μοσχολιού.

Όμως, εκτός Ελλάδας, τα πράγματα προχωρούν, εξελίσσονται. Μπορεί, λοιπόν, η νέα επέκταση του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης να δίχασε τον κόσμο της τέχνης και να έχει γίνει αφορμή να στοχοποιηθεί ο επί 19 χρόνια διευθυντής του Glenn Lowry, ωστόσο η συζήτηση δεν γίνεται για το αν θα υπάρξει ή όχι η επέκταση, αλλά για το πώς αντιλαμβάνεται χωρικά η κάθε πλευρά την έκθεση έργων σύγχρονης τέχνης. Μετά από 17 χρόνια λειτουργίας του Μουσείου Guggenheim του Bilbao, τον διευθυντή του Juan Ignacio Vidarte δεν τον απασχολεί αν για τα εκθέματα θα βρεθεί στέγη, αλλά με ποιον τρόπο θα μπορέσει το μουσείο που διευθύνει να ανοιχτεί ακόμη περισσότερο στην κοινωνία, να γίνει εκτός από κέντρο πολιτισμού και κέντρο κοινωνικό.

Aν και ο αριθμός των μουσείων σε ελληνικές πόλεις δεν είναι μικρός, κανένα ολοκληρωμένο στρατηγικό σχέδιο δεν έχει μελετηθεί που θα επέτρεπε να δημιουργηθούν συνδυασμένα δίκτυα μουσείων στα αστικά μας κέντρα.

Παράλληλα, σε άλλες χώρες, το «ταξίδι» στο φανταστικό κόσμο των μουσείων του «μέλλοντος» καλά κρατεί. Φιλοδοξώντας να αναδειχθούν σε ορόσημα των πόλεων που θα τα φιλοξενήσουν, σε πρεσβευτές των χωρών τους, αλλά και σε διάσημα αξιοθέατα που θα προσελκύουν χιλιάδες τουρίστες κάθε χρόνο, τα σύγχρονα αυτά κτίρια διακρίνονται για την πρωτοτυπία του σχεδιασμού τους. Όπως το «Louvre Abu Dhabi Museum» του Γάλλου αρχιτέκτονα Jean Nouvel στο νησί Saadiyat. Επίσης, το «Barranca Museum of Modern and Contemporary Art», στο Μεξικό, το οποίο σχεδίασαν οι Herzog & de Meuron. Ή το «Tianjin Ecocity, Ecology and Planning Museum» του Steven Holl.

"Museum of the Human Body", των δανών αρχιτεκτόνων BIG.

«Museum of the Human Body» των Δανών αρχιτεκτόνων BIG.

Στην ομώνυμη κινεζική πόλη, το «Pingtan Art Museum» των MAD Architects – θυμίζοντας πελώριο σελάχι, το μουσείο αυτό θα κατασκευαστεί στον κόλπο της πόλης, όπου μια τεράστια προβλήτα (η ουρά του σελαχιού) θα το συνδέει με την ξηρά. Ακόμη, το «Museum of the Human Body», το οποίο σχεδίασαν για το Μονπελιέ οι Δανοί αρχιτέκτονες BIG – σύνθεση που αποτελείται από οκτώ κυρτούς εκθεσιακούς χώρους σε επαλληλία – ή, επίσης, το «Museo Maya de America» των Harry Gugger Studio και Over-Under, το οποίο θα φιλοξενηθεί στη Γουατεμάλα.

Μουσεία, σαν αυτά που παρουσιάσαμε, αναμένεται να αποτελέσουν πολιτιστικούς προορισμούς, όχι μόνο για τους κατοίκους των χωρών που θα τα φιλοξενήσουν, αλλά και για επισκέπτες από όλα τα μέρη του πλανήτη. Στη δική μας περίπτωση, αν και ο αριθμός των μουσείων που βρίσκονται σε ελληνικές πόλεις δεν είναι μικρός, κανένα ολοκληρωμένο εθνικό στρατηγικό σχέδιο δεν έχει μελετηθεί που θα επέτρεπε να δημιουργηθούν συνδυασμένα δίκτυα μουσείων στα αστικά μας κέντρα, προκειμένου να συμβάλουν στην πολιτισμική, τουριστική, οικονομική και κοινωνική αναζωογόνησή τους, κατ’ επέκταση και της χώρας.

"Museo Maya de America". Αρχιτέκτονες: Harry Gugger Studio και Under-Over.

«Museo Maya de America». Αρχιτέκτονες, Harry Gugger Studio και Under-Over.

Τα περισσότερα από τα ελληνικά μουσεία εμφανίζουν σημαντικές ελλείψεις και υπολειτουργούν, μόνον ορισμένα πληρούν σε ικανοποιητικό βαθμό τις μουσειακές προδιαγραφές. Σύμφωνα με στοιχεία του Υπουργείου Πολιτισμού, σχετικά με τις παρεχόμενες υπηρεσίες, έχουν καταγραφεί δεκάδες προβλήματα και ελλείψεις σε όλα σχεδόν τα κρατικά μουσεία της χώρας, όχι μόνο στα μικρά, αλλά και στα μεγάλα που δέχονται εκατομμύρια επισκέπτες. Σε ό,τι αφορά την επισκεψιμότητά τους, τα διαθέσιμα στοιχεία καταδεικνύουν ότι παρουσιάζονται διαχρονικά σημαντικές διακυμάνσεις, μάλιστα με φθίνουσα τάση.

Ούτως έχουσι ταύτα. Επομένως, περί «συγκεντρώσεων», «δικτύων», «συνοικιών» και «διαδρομών» μουσείων ουδείς λόγος. Περί μουσειακών προτάσεων υψηλού αρχιτεκτονικού σχεδιασμού, επίσης. Θα επαναλάβω ότι, ειδικά στη χώρα μας, ο πολιτισμός και ο τουρισμός οφείλουν να λειτουργούν ως συγκοινωνούντα δοχεία – «η Ελλάδα πρέπει να πρωταγωνιστεί στον πολιτισμό» είχε πει η Μελίνα Μερκούρη, «αυτός είναι η περιουσία της και, αν το χάσουμε αυτό, δεν είμαστε κανείς”. Οψόμεθα…

 

Διαβάστε ακόμα: Πώς το «στιλό» 3Doodler βοήθησε να ξεκλειδώσει το καλλιτεχνικό ταλέντο χιλιάδων ανθρώπων.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top