Υπάρχει μια λέξη στα Αγγλικά που δύσκολα μεταφράζεται/μεταφέρεται/ μεταφυτεύεται στα Ελληνικά. Πρόκειται για μια λέξη πολύτιμη όταν αναφέρεται κανείς στην πολιτική σκηνή και τους συντελεστές της. ακόμη περισσότερο όταν κοιτάζει προς την διεθνή σκηνή.
Πρόκειται για την έννοια του relevant, λέξη που έχει κάτι από «σχετικός», κάτι από «άξιος λόγου», ακόμη κι από «ουσιαστικός». Όμως ακόμη πιο βαριά είναι η έννοια του irrelevant: αυτήν, άμα την αποδώσεις ως «άσχετος» δεν λέει κάτι χρήσιμο. πρέπει να φθάσεις στο «εκτός ενδιαφέροντος/θέματος», αλλά και πάλι δεν τοχεις. μάλλον ένα «άσε καλύτερα !» πιάνει περισσότερο την ουσία.
Λοιπόν: άμα κληθεί κανείς να πει από τι κινδυνεύουν τα βασικά κόμματα της σημερινής αντιπολίτευσης στην Ελλάδα, σε μιαν Ελλάδα όπου η Κυβέρνηση κατρακυλάει (από το «41τακατό» που έγινε ιαχή των οπαδών της και ξεφτίλισε την έννοια της διακυβέρνησης, στο 28% της κάλπης και το 25+/-% των δημοσκοπήσεων) αλλ’ από αληθινή αντιπολιτευτικότητα τίποτε στον ορίζοντα, είναι αρκετά εύκολο να πει ότι κινδυνεύουν από το γελοίο.
Την αυτογελοιοποίηση, βαρύ πράγμα. Δεν θέλει πολλές επεξηγήσεις αυτό όσον αφορά τον ΣΥΡΙΖΑ, την Κασσελακιάδα του πάντως: και είναι δηλητηριώδες πράγμα το σκώμμα, ο σαρκασμός υπό ελληνικές συνθήκες όταν η ελαφρότητα περάσει ένα κάποιο επίπεδο. (Και, χαρωπά, το επίπεδο αυτό ξεπερνιέται. και ξεπερνιέται).
Στο πάλαι ποτέ διαλάμψαν και ήδη σιγά-σιγά επανερχόμενο ΠΑΣΟΚ – όπου τα χαμόγελα άνθισαν όταν βρέθηκε μετρούμενο σε θέση Αξιωματικής Αντιπολίτευσης (δημοσκοπικά, όχι σε κάλπη. και γύρω στο 15% σε ποσοστό), – είχε καταβληθεί μια προσπάθεια η ελαφρότητα να αποφευχθεί. Πλην όμως, ώρες μετά το ντιμπέιτ των «6» που αρκετοί χειροκρότησαν ως δείγμα πολιτικού πολιτισμού (χαρακτηρισμός εκ περισσείας καρδίας, αλλά έστω!), η κατάσταση και εκεί ξέφυγε.
Ξέφυγε με γρατζουνίσματα και με απρέπειες του ιντερνετικού όχλου – συγγνώμην για τον χαρακτηρισμό, αλλά δεν έχουμε άλλον – πράγματα τα οποία, ακριβώς, πάνε να γείρουν την πλάστιγγα κι εδώ προς το ασόβαρο. Δεν θέλουμε να ερμηνεύσουμε αυθεντικά την Άννα Διαμαντοπούλου, αλλά μάλλον αυτό πήγε να εκφράσει με το «Πρέπει να μην κολλήσουμε… ΣΥΡΙΖΑ».
Γελοίο, πάντως ασόβαρο από την μια! Ένταση, εχθροπάθεια από την άλλη. Και όμως. Θα παρακαλέσουμε τον αναγνώστη να το αναλογιστεί: φοβόμαστε ότι και τα δυο αυτά κόμματα, που σε στιγμές καμπής της Μεταπολίτευσης – 1981,2015 – εξέφρασαν στην επιρρεπή προς αυτό Ελλάδα τον ριζοσπαστισμό και ύστερα έδωσαν την δική τους το καθένα εκδοχή διακυβέρνησης προσγειωνόμενα, τώρα πλέον κινδυνεύουν από το να γίνουν irrelevant.
Εκτός θέματος.
«Άσε καλύτερα!».
Άμα κάτι τέτοιο αισθανθούν οι ψηφοφόροι, οι μεταναστεύσαντες και παλιννοστούντες και κοψοχέρηδες και σοκαρισμένοι – ο ψηφοφόρος έχει πάντα δίκιο. αυτό το «δίκιο» το πληρώνει εν συνεχεία… – τότε κάτι κακό θα έχει γίνει για το πολιτικό μας σύστημα, γενικότερα. Ιδίως άμα ταυτόχρονα η Ν.Δ. μπει στην δική της εσωστρέφεια, πχ. αναζητώντας 50 αποχρώσεις του εθνικού /πατριωτικού.
Και ας μην λησμονούν οι ηγέτες, οι επίδοξοι ηγέτες (και ηγετίσκοι) την διδαχή του Τέρρι Πράτσετ: «Το φως νομίζει ότι κινείται πιο γρήγορα απ’ ο,τιδήποτε – αλλά κάνει λάθος. Όσο γρήγορα κι αν ταξιδεύει το φως, πάντα βρίσκει το σκοτάδι να έχει προπορευθεί και να το περιμένει».
Θάταν κρίμα να βρεθεί δικαιωμένη στα δικά μας αυτή η αφοριστική τοποθέτηση.
Διαβάστε ακόμα: ΣΥΡΙΖΑ. Κράτα το σόου να γελάσει το χειλάκι μας.