Ο Ανδρέας χόρεψε για ‘μας και μας… χόρεψε καλά (Nikos Libertas / SOOC).

Ο Ρόναλντ Ρέιγκαν δεν ήταν ο σημαντικότερος πρόεδρος που πέρασε από τον Λευκό Οίκο. Ούτε, φυσικά, ο Ντόναλντ Τραμπ θα κεντήσει με χρυσό υφάδι την παρουσία του στον ανώτερο αμερικανικό θώκο. Είναι, όμως, αποτέλεσμα μιας συγκυρίας όπου το προσωπικό συμφέρον του ψηφοφόρου έρχεται να συναντήσει την τάση του συνόλου, δημιουργώντας έτσι μια ψευδαίσθηση αναγκών.

Ούτε ο Τζον Μέιτζορ ήταν το πλέον εξέχων μέλος της Ντάουνινγκ Στριτ. Από τη στιγμή που έχει προϋπάρξει ο Τσέρτσιλ και η Θάτσερ, οποιοσδήποτε άλλος θα φαινόταν (και θα ήταν) λιποβαρής. Ελάχιστες είναι οι περιπτώσεις που η περιώνυμη ιστορική αναγκαιότητα ανέδειξε πολιτικούς που κατάφεραν να συγκεράσουν στο πρόσωπό τους το μεγάλο αίτημα της εποχής, να καλύψουν το κοινό φαντασιακό, να διαμορφώσουν κατάσταση, να αλλάξουν τη ροή της Ιστορίας και να μην φαίνονται κακέκτυπα του παρελθόντος.

Εμείς είχαμε Καποδίστρια, Ελευθέριο Βενιζέλο, Γεώργιο Παπανδρέου, Κωνσταντίνο Καραμανλή. Πολιτικούς που παρά τις όποιες αντιφάσεις του χαρακτήρα και των αποφάσεών τους, καθόρισαν μια μεγάλη εποχή, άφησαν ένα καταγεγραμμένο στίγμα στη μεγάλη αφήγηση της χώρας. Φαίνεται, όμως, ότι το συνολικό επιστέγασμα, την κρυφή καρδιά του μέσου Έλληνα, μόνο ο Ανδρέας Παπανδρέου μπόρεσε να την κατανοήσει εις βάθος, να την εξηγήσει μέσα του, να την αναλύσει σε πολιτική πρακτική και να μας την επιστρέψει ως καθολικό και αναπόδραστο σύστημα αξιών.

Κανένας άλλος θυρωρός της πολυκατοικίας (κατά τον Κατσιφάρα) δεν θα γινόταν διαχειριστής. Μόνο ο Ανδρέας ήταν ικανός να το καταφέρει.

Για να γίνει κατανοητό: ναι, μπορεί ο Ανδρέας Παπανδρέου να είναι τέκνο της Μεταπολιτευτικής συγκυρίας (το μέγιστο αίτημα να ανέβει ο λαός στην εξουσία και ιδιαιτέρως οι για δεκαετίες αποκλεισμένοι από τη Δεξιά), αλλά, επειδή ακριβώς ήταν ένας πολιτικός bigger than life, θα μπορούσε άνετα να τη διαμορφώσει και μόνος του. Εν πολλοίς το έκανε. Ο ίδιος έγινε η ατμομηχανή της νεοελληνικής Ιστορίας. Ώθησε τα πράγματα προς την κατεύθυνση που εκείνος όρισε εξαρχής. Ο Ανδρέας είναι γέννημα της ανάγκης του ελληνικού λαού στις αρχές του ’80, αλλά και ο δημιουργός αυτής της ανάγκης. Ακούγεται ως σοφιστεία, αλλά δεν είναι.

Το ΠΑΣΟΚ ποτέ δεν θα ανέβαινε στην εξουσία, όσο μεγάλη κι αν ήταν η ανάγκη των παραγκωνισμένων αριστερών να δουν στον ήλιο μοίρα, αν ο «βασιλεύς του επί της ελληνικής γης» ήταν κάποιος άλλος. Κανένας θυρωρός της πολυκατοικίας (κατά τον Κατσιφάρα) δεν θα γινόταν διαχειριστής. Μόνο ο Ανδρέας ήταν ικανός να το καταφέρει. Διότι δεν γεννήθηκε θυρωρός.

Έχουμε, άραγε, αναλογιστεί τι ήταν ο Ανδρέας; Δεν προέκυψε από το πουθενά. Δεν ήταν ένας νέος σωτήρας με την έννοια ότι δεν ήταν άφθαρτος. Προϋπήρξε στην πολιτική σκηνή και πριν τη Χούντα. Ήταν μέτοχος των ταραγμένων χρόνων που οδήγησαν στη Δικτατορία. Κατάφερε, όμως, να βγει αναβαπτισμένος και δίχως αμυχές στο σώμα, σε αντίθεση με τους πολιτικούς του αντιπάλους που κατατρύχονταν από ενοχές και γκρίζα σημεία.

Από χαρακτήρα, ήταν ένας εστέτ που αγαπούσε τους λαϊκούς ανθρώπους. Ή ένας λαϊκός εστέτ, αν προτιμάτε, που ήξερε να μεταβαίνει από τον έναν κόσμο στον άλλο με την ευκολία επαγγελματία ισορροπιστή. Ένας αστός που δεν είχε συνειδησιακό πρόβλημα να συγχρωτιστεί με απλούς ανθρώπους. Περισσότερο από όλα να τους εμπνεύσει. Η μεσαία τάξη τον λάτρεψε. Τουτέστιν: η ραχοκοκαλιά της ελληνικής κοινωνίας. Αυτή που διαμορφώνει το φαντασιακό, που θέτει τις βάσεις της κουλτούρας, που μαζικοποιεί τα αιτήματα και τις προσδοκίες.

H ειδωλοποίηση του Ανδρέα συνέβη αμέσως. Ήταν η στιγμή που ο λαός τον ζητούσε όσο τίποτα άλλο (Photo by Keystone/Getty Images).

Ο Ανδρέας είναι πρώτος και ο μόνος που κατάλαβε τι ακριβώς είναι ο Έλληνας και ωσάν να ήταν ο ψυχοθεραπευτής του στο ντιβάνι, του πρόσφερε λύσεις σε αδιέξοδα που τον ταλάνιζαν για χρόνια. Όχι, ο Ανδρέας δεν είναι ο αντίστοιχος Ρέιγκαν ή Μέιτζορ της Ελλάδας. Δεν προέκυψε από τη μήτρα της τυχαιότητας. Ήταν ένας πολιτικός υψηλού μεγέθους, το οποίο το όρισε μόνος του, το επιβεβαίωσε εν τοις πράγμασι και όλοι εμείς το αποδεχθήκαμε ως τέτοιο άκριτα (επί πολλά χρόνια).

Θέλετε πατερούλη; Θα τον έχετε. Θέλετε κάποιον τσαμπουκά που δεν μασάει με τους Αμερικανούς, τους Τούρκους και όποιον άλλον επιβουλεύεται την εθνική κυριαρχία μας; Θα τον έχετε. Θέλετε κάποιον γλεντζέ που θέλει να χαίρεται τη ζωή του και να μην είναι μίζερος; Αυτόν κι αν θα τον έχετε. Θέλετε οι Ευρωπαίοι της τότε ΕΟΚ να τον βλέπουν ως γκουρού και να δέχονται όλα τα παραστατήματά του; Φυσικά και τον θέλετε και θα τον έχετε. Θέλετε εύκολη ανέλιξη, θέλετε δουλειά στο Δημόσιο, θέλετε ξεκούραση δίχως πολλές σκοτούρες, θέλετε δάνεια και εύκολη χρηματοδότηση για αεριτζίδικες δουλειές; Όλα αυτά θα τα έχετε. Συνακόλουθα, όμως, θα έχετε και κάποια άλλα πράγματα που ως εκείνη τη στιγμή στοίχειωναν την ελληνική κοινωνία.

Ο Ανδρέας διάλυσε τους φόβους για νέο πραξικόπημα. Καθάρισε τα Σώματα Ασφαλείας από τα χουντικά σταγονίδια. Προώθησε την ισότητα των δύο φύλων. Αναγνώρισε την Εθνική Αντίσταση και έκλεισε τις πληγές του Εμφυλίου. Έδωσε ευκαιρίες σε ανθρώπους που ως εκείνη τη στιγμή έπρεπε να γίνουν δηλωσίες ή να τρέχουν στα ξερονήσια. Έγινε η φωνή των κατατρεγμένων.

Ο Ανδρέας μάς θώπευσε. Σε ποιον δεν αρέσει κάτι τέτοιο; Ο μέσος Έλληνας είναι σαν το μικρό παιδί που δεν θέλει να του χαλάς το χατίρι.

Όλο αυτό δημιούργησε ένα παράξενο μείγμα: από τη μια ο σωτηριολόγος Ανδρέας κι από την άλλη ο υπονομευτής Ανδρέας. Το ένα, εντέλει, δεν αναιρούσε το άλλο. Συνέθετε το όλον του ανδρός. Όμως, αυτό ακριβώς δεν είμαστε κι εμείς ως λαός; Έτοιμοι για το καλύτερο και το χειρότερο την ίδια στιγμή. Ο Ανδρέας ήταν το πρότυπο, ο αστέρας, η πατρική φιγούρα που κοιτούσαμε στον καθρέφτη. Το καλύτερο εγώ μας, το πιο εξελιγμένο. Ένα υπερεγώ που δεν δυνάστευε, αλλά θώπευε.

Αυτή είναι ενδεχόμενα η «μαγική» λέξη: ο Ανδρέας μάς θώπευσε. Σε ποιον δεν αρέσει κάτι τέτοιο; Ο μέσος Έλληνας είναι σαν το μικρό παιδί που δεν θέλει να του χαλάς το χατίρι. Κι αν του τάξεις ένα πράγμα θα σου ζητήσει δύο και χωρίς διάθεση -απαραίτητα- να στο ανταποδώσει. Υπήρξε μια συμφωνία αρχών ανάμεσα στον λαό και τον Ανδρέα: εγώ σου δίνω αυτά που θέλεις κι εσύ μου δίνεις την εξουσία. Τώρα, αν σε αυτή τη συμφωνία διεισδύσουν καινά δαιμόνια, ε, τι να κάνουμε, δεν μπορείς να τα έχεις όλα.

Το γεγονός ότι ακόμη αναζητούμε το παπανδρεϊκό ανάλογο (να είναι ο Τσίπρας ή θα γεννηθεί κάποιος άλλος στην πορεία;) δείχνει πως ακόμη δεν έχουμε απογαλακτιστεί από την πατρική φιγούρα – από το ιδεατό μέγεθος, από το ιδανικό που δεν είναι τόσο ιδανικό.  Μεταξύ σοβαρού και αστείου κυκλοφορεί εδώ και χρόνια στα social media η σύγκριση (Εγώ επί ΠΑΣΟΚ/ εγώ επί ΣΥΡΙΖΑ). Χλευάζοντας ή κοροϊδεύοντας ή, έστω, χαριτολογώντας, άλλο δεν κάνουμε από το εξωραΐζουμε το παρελθόν. Να του προσδίδουμε αρετές ακόμη κι εκεί που δημιούργησε κακοδαιμονίες.

Ο Ανδρέας ήταν αυτό ακριβώς που έδειχνε: θεόρατος, γητευτής, αμφίπλευρος, λαϊκιστής και γαλαντόμος. Είναι αυτό που ζητάει κάθε Έλληνας.

Όπως δεν πρέπει να ξεχνάμε το αίσθημα ελευθερίας που γιγαντώθηκε επί ΠΑΣΟΚ έτσι δεν πρέπει να ξεχνάμε και τον Αυριανισμό. Όπως δεν γίνεται να παραγνωρίζουμε πως η μεσαία τάξη ανδρώθηκε επί των ημερών του, έτσι δεν πρέπει να λησμονούμε και την λούμπεν λαϊκοκουλτούρα που διαπέρασε όλη την κοινωνία και την εξέτρεψε από την πορεία ανάπτυξής και σύγκλησής της στο ευρωπαϊκό πρότυπο. Όπως επί Ανδρέα αρκετά νοικοκυριά βολεύτηκαν καλύτερα, έκαναν όνειρα για το μέλλον, έτσι δεν πρέπει να ξεχνάμε πως αυτό το όνειρο πάτησε σε πήλινα πόδια. Απλώσαμε ένα πάπλωμα μεγαλύτερο από το μπόι μας. Γιατί; Επειδή ο Ανδρέας ήξερε να μας κάνει να πιστεύουμε πως είμαστε θεόρατοι σε δορά νάνου. Ύστερα ήρθαν τα σκάνδαλα, ο περίγυρός του, το Ειδικό Δικαστήριο, η ασθένειά του και όλα τα πήρε η σκόνη κι ο αέρας.

Από το «Βυθίσατε το Χόρα» στο «Αυτός ο άνθρωπος, αυτός» της Ρίτας Σακελλαρίου. Δεν είναι ένα τσιγάρο δρόμος, είναι πολλά πακέτα.

Ο Ανδρέας ήταν αυτό ακριβώς που έδειχνε: θεόρατος, γητευτής, αμφίπλευρος, λαϊκιστής και γαλαντόμος. Είναι αυτό που ζητάει κάθε Έλληνας. Του σαλονιού και του αλωνιού. Έτοιμος να κάνει το μεγαλύτερο ανδραγάθημα, αλλά και να χύσει το γάλα από την καρδάρα. Από το «Βυθίσατε το Χόρα» στο «Αυτός ο άνθρωπος, αυτός» της Ρίτας Σακελλαρίου. Δεν είναι ένα τσιγάρο δρόμος, είναι πολλά πακέτα που τα καπνίσαμε και σε βάθος χρόνου μας χάλασαν, αν και καθώς τα καπνίζαμε μας άρεσε το άρωμα που ανέδιδαν.

Ο γιος, όμως, κάποια στιγμή πρέπει να προχωρήσει. Να σκοτώσει τον πατέρα που κουβαλάει. Να πάει μπροστά. Να κάνει τα δικά του λάθη και τα δικά του σωστά. Να μην περιμένει πάντα την άνωθεν επιβράβευση. Να μην αποζητάει το προστατευτικό χάδι. Να μην παραχωρεί την υποχρέωση που έχει ως πολίτης μιας δημοκρατικής χώρας σε εκείνος που θα τον δελεάσει περισσότερο.  Ο Ανδρέας έχει καταγραφεί στην Ιστορία. Αυτό δεν αλλάζει. Έχει τη θέση που του αρμόζει και του αξίζει. Όσο, όμως, μένει ενεργός μέσα μας για όλα τα υπόλοιπα, στην παρούσα ελληνική κοινωνία που ομολογουμένως έχει αλλάξει και τα ζητούμενά της είναι διαφορετικά, τόσο το παρελθόν, αντί να νοηματοδοτεί το παρόν, θα το πνίγει σε θολά νερά.

Ανδρέα, ζεις εσύ μας οδηγείς. Ναι, αλλά μήπως μας οδηγείς στο γκρεμό εν τη απουσία σου;

 

Διαβάστε ακόμα: Μακεδονικό, ο κίνδυνος ενός νέου διχασμού, ανώτερος του ονόματος.

 

 

 

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top