To περίφημο Nammos είναι ένα από τα δημοφιλέστερα beach clubs της Μεσογείου και προσελκύει διασημότητες από όλο τον πλανήτη.

Δεν έχω πολλά να σας πω για τη Μύκονο του 2013. Αλλά έχω υποχρέωση κάτι να σας εκμυστηρευτώ, διότι αφενός το απαιτεί το πνεύμα του Αυγούστου και αφετέρου, όπως μου υπενθύμισε ο φίλτατος διευθυντής του Αndro μέσω Facebook, «Μη με λησμόνει»! Δεν! Για προσωπικούς λόγους αυτό το καλοκαίρι το περνάω στη Μύκονο πιο ειρηνικά και φιλήσυχα και από τον πιο απομονωμένο μοναχό στον Άθω. Στους δύο μήνες που βρίσκομαι στο επίκεντρο των Μποφόρ κατέβηκα μόνο μια φορά στη Χώρα από το χωριό μου, κι αυτό για να δω στο καλοκαιρινό σινεμά το θαυμάσιο «Πριν τα μεσάνυχτα», που είναι γυρισμένο σε μια άλλη Ελλάδα πέρα από ανεμόμυλους και ασβεστωμένες φιλοδοξίες. Όσο για το μεσημέρι, πηγαίνω για κολύμπι σε παραλίες τόσο ερημικές που αμφιβάλλω αν τέτοια ερημιά βρίσκει κανείς πια ακόμα και στο Καστελόριζο ή στην Ανάφη. Αυτά για όσους επιμένουν πως η Μύκονος δεν έχει άλλο πρόσωπο πέρα από αυτό που λανσάρουν οι κίτρινες ιστοσελίδες –αλλά δεν θα σας αποκαλύψω τίποτα παραπάνω, διότι αν μου μοιάζετε, ξέρετε τα υπέροχα λημέρια μου, αν όχι δεν χρειάζεται να με ξέρετε.

Η Μύκονος, όπως είμαι σίγουρος το έχετε διαβάσει και αλλού, είναι ίσως το μόνο ελληνικό νησί, που ως Μανχάταν του Αιγαίου, εκτόπισε την κρίση ως ανεπιθύμητο τρομοκράτη. Ποια κρίση; Αν είσαι ξένος δεν έχεις ιδέα, διότι άλλα σου έλεγαν οι New York Times και άλλα σου λένε οι τηλεφωνήτριες του Sea Satin, του Νόμπου και του Καλιτά –«κράτηση; Για φέτος; Χαχαχαχαχα! Φέτος παίρνουμε κρατήσεις μόνο για του χρόνου». Βλέπετε, ο έλληνας Sea Satan δεν γονατίζει μπροστά σε Θεό ή τρομοκράτη.

Σαν χαρούμενο γατάκι νιαουρίζει μια νοσταλγία για τις πάλαι ποτέ μέρες της μεγάλης ευεξίας που ο νεόπλουτος γείτονας κατέβαινε με το ελικόπτερο στο απέναντι χωράφι με τις κότες και ο κήπος σου γέμιζε φτερά κότας και ξεραμένα γεράνια.

Όχι ότι η κρίση δεν χτύπησε το μικρόβιο του ελληνικού νεοπλουτισμού στη ρίζα. Αλλά οι υγιείς, ευτυχώς, είναι περισσότεροι από τους άφραγκους γριπιασμένους. Έτσι, δεν βλέπεις πια επώνυμα ψώνια με το τσουβάλι που έχει υπογραφή Καβάλι να συνωστίζονται στο Ματογιάννι. Οι τελευταίοι των ψώνιων και των λαϊκών έχουν στριμωχτεί στο γκέτο της Ψαρρούς, όπου ορισμένα βράδια μεταξύ σούσι και Moet αναβιώνει το γάβγισμα του σκυλάδικου έναντι όσων ευρώ χρειάζεσαι για να δεις την Σελίν Ντιόν στο Λας Βέγκας (500). Οι ξένοι που τους έφερε ο δρόμος στο σκυλάδικο με το σούσι κοιτούν με απορία: Από πού έχει ξεφύγει αυτό το αμετανόητο μελίσσι; «Από τη φυλακή!», αστειεύεται μια φίλη. Μεταξύ αστείου και σοβαρού, η Ψαρρού λένε πως είναι πλέον το καλοκαιρινό προπύργιο του Κορυδαλλού.

Πέρα από την Ψαρρού, όμως, οι Φιλιππινέζες και τα Καγιέν είναι σε απόσυρση. Από το Θεοξένια και από τα κάμπινγκ τα μυρμήγκια ξεπροβάλλουν ανώνυμα, ακίνδυνα, ζωηρά και ανηφορίζουν για κοψίδια στην Ανω Μερά προτού κατέβουν για τα υπόλοιπα στο Jackie O. Το πλήθος της Μυκόνου αρχίζει να αποκτά πάλι τις προ-bonfire-of-the-vanities διαστάσεις του. Η φυσική θεατρικότητά του, η ανωνυμία του, η απελευθέρωσή του από την δικτατορία της Πράντα, το κάνει εύπλαστο και αυθόρμητο, όπως δηλαδή προτιμούν το πλήθος οι ποιητές και όχι οι μαγαζάτορες, οι οποίοι κόβουν και δεν κόβουν τις αποδείξεις τους. Αν δεν το διαβάσατε στην Καθημερινή, η Μύκονος έπεσε στην λίστα της φοροδιαφυγής με 43% –άντε να συναγωνιστείς την Εύβοια, που έχει 100%. Τα κόκκαλα της Μαντώς τρίζουν: τόσο κορόιδα έγιναν οι Μυκονιάτες; Χμ! Δεν μπορώ να σας πω άλλα περί αυτού.

Μπορώ να σας πω όμως πως κατά τ’ άλλα, πού και πού, σαν χαρούμενο γατάκι νιαουρίζει μια νοσταλγία για τις πάλαι ποτέ μέρες της μεγάλης ευεξίας, που τηλεφωνούσες στην αστυνομία (η οποία δεν ερχόταν ποτέ) επειδή ο νεόπλουτος γείτονας κατέβαινε παράνομα με το ελικόπτερο στο απέναντι χωράφι με τις κότες και ο κήπος σου γέμιζε φτερά κότας και ξεραμένα γεράνια. Σε κινηματογραφική γλώσσα αυτό λέγεται όσα παίρνει ο άνεμος και είχαμε πολύ από αυτόν φέτος. Ο άνεμος, έχει πει κάποιος, είναι πάντα μια δύναμη που η συνειδητή θέληση δεν μπορεί ούτε να προκαλέσει ούτε να ελέγξει. Είναι η φυσική αντίδραση του νησιού, που βροντοφωνάζει με την αγριάδα του Μωυσή:  πίσω…, πίσω ορδές αχόρταγες…, πίσω Sea Satan…, πίσω κότες, φτερά και πούπουλα…, πίσω για να περνάει ανενόχλητος ο Μιχάλης προς την ερημική του παραλία. Η ατάκα της Σκάρλετ είναι το πιο αγαπημένο ρεφρέν του ανέμου: Tomorrow is another day.

 

Ο Μιχάλης Σκαφίδας είναι καθηγητής Συγκριτικής Λογοτεχνίας στο Queens College του City University της Νέας Υόρκης.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top