“Πετώντας” πάνω από τα γήινα και καθημερινά

“Πετώντας” πάνω από τα γήινα και καθημερινά

Ζούμε σε πόλεις, εργαζόμαστε σε πόλεις, δημιουργούμε σε πόλεις. Αυτές είναι πόλεις με λεωφόρους και δημόσιες πλατείες, με κινηματογράφους, θέατρα, με εστιατόρια και μπιστρό, με γκαλερί, χώρους μουσικής, με καταστήματα, μπουτίκ και υπεραγορές. Είναι πόλεις του καφέ, του ποτού, των εφημερίδων και των περιοδικών, του design, της μόδας, της κατανάλωσης, των ακριβών αυτοκινήτων και των gourmet γεύσεων.

Αλλά δεν είναι πόλεις για όλες εκείνες τις διαφορετικές δραστηριότητες που έχουν άνθρωποι με διαφορετικές ταυτότητες – όμως η πόλη δεν μπορεί να ταυτίζεται a priori μόνον με «κανονικές» κοινωνικές ομάδες, αυτές των μεσοαστών, των ετεροφυλόφιλων, των λευκών, αρτιμελών κ.ο.κ. Δεν είναι λοιπόν πόλεις για αναπάντεχα καλλιτεχνικά δρώμενα, για φωνές, για αντιθέσεις και εντάσεις, για παράξενες συμπτώσεις. Ούτε είναι πόλεις για μικρά παιδιά που θα παίζουν ξέγνοιαστα στους δρόμους, για ρομαντικούς περιπάτους, για απομόνωση και περισυλλογή, για πνευματικότητα, για μελωδικά μουσικά ακούσματα.

Dancing in the streets

Dancing in the streets

Εάν συμφωνήσουμε ότι ο κόσμος στον οποίο ζούμε παράγεται πολιτισμικά και υλικά, κατά συνέπεια και η αρχιτεκτονική δεν μπορεί παρά να θεωρείται ως ένα από τα πολλά κοινωνικά κατασκευασμένα «αντικείμενα». Όπως ο υλικός πολιτισμός, έτσι και ο αντίστοιχος αρχιτεκτονικός δεν είναι φύσει υπάρχων, δεν είναι αδρανής, αλλά ένα συνεχώς μετασχηματιζόμενο μέρος της καθημερινής ζωής του ανθρώπου, στενά συνδεδεμένο με τις προσωπικές και κοινωνικές του δράσεις. Η συγκεκριμένη προσέγγιση μπορεί να οδηγήσει σε γόνιμες αναδιατυπώσεις των παλαιότερων τρόπων κατανόησης του χώρου, και μαζί σε πολύτιμες κριτικές για τους περιορισμούς που οι τρόποι αυτοί έθεταν.

Η αρχιτεκτονική και η πόλη μορφοποιούνται μέσω της δυναμικής σύντηξης των διαδικασιών της παραγωγής, της κατανάλωσης, των πεποιθήσεων και των εμπειριών. Δεν μπορούν να προσλαμβάνονται ως χάρτης που απεικονίζει απλώς τις κοινωνικές συμβάσεις.

Ο αρχιτεκτονικός και αστικός σχεδιασμός επηρεάζεται πλέον όλο και περισσότερο από άλλα επιστημονικά πεδία, όπως αυτά των πολιτισμικών σπουδών, της ανθρωπολογίας, της φιλοσοφίας, της ιστορίας της τέχνης, της ψυχανάλυσης, των πολιτικών ταυτοτήτων κ.τ.λ. Τα πεδία αυτά διαπραγματεύονται το χώρο και την αναπαράστασή του, όχι όπως αυτός έχει οριστεί «παραδοσιακά» – δηλαδή, ο χώρος που σχεδιάζεται από αρχιτέκτονες – αλλά ο χώρος όπως βρίσκεται, κατοικείται, βιώνεται και μετασχηματίζεται από την καθημερινή χρήση.

Συντροφικότητα

Συντροφικότητα

Σήμερα αμφισβητείται πια η ιδέα της κυρίαρχης αφήγησης, της μίας και μοναδικής αλήθειας για τον αστικό χώρο. Αντίθετα, διερευνάται και προωθείται η παραγωγή γνώσης από την πλευρά του «άλλου», αποκτώντας έτσι κεντρική θέση στη συζήτηση, για τα ζητήματα συγκρότησης και ερμηνείας των ατομικών και συλλογικών ταυτοτήτων. Η έμφαση δίνεται πλέον στην αναγνώριση των διαφορών που ενυπάρχουν στην έννοια “κοινωνικό φύλο” – δηλαδή, στις διαφορές φυλής, κοινωνικής τάξης, ηλικίας, σεξουαλικών προτιμήσεων κ.ο.κ. – καθώς και στις μεταξύ τους αλληλοεπιδράσεις.

Ας εξετάσουμε ορισμένα παραδείγματα. Εύλογα αναρωτιέται κάποιος, ποια η εμπειρία που βιώνει ένας ηλικιωμένος σε μια περιοχή όπως το «Γκάζι», όπου συνωθούνται το ένα μπαρ μετά το άλλο, και σε τι διαφοροποιείται αυτή από την αντίστοιχη εμπειρία άλλων «κατηγοριών» κατοίκων της Αθήνας. Ή ακόμη, με ποιο τρόπο άραγε αντιδρούν άνθρωποι που δεν επιθυμούν να ζουν και να ενεργούν σύμφωνα με «προκαθορισμένες προδιαγραφές», τις οποίες τους έχει επιβάλει μια ξένη προς αυτούς κουλτούρα.

Όπως οι Φιλιππινέζες που ιδιοποιούνται κάπου ένα μικρό τμήμα δημόσιου χώρου για το ρεπό του Σαββατοκύριακου. Ή οι σκειτμπόρντερς, οι οποίοι καταλαμβάνουν μικρούς χώρους της πόλης, ώστε να υλοποιήσουν εκεί το δικό τους εφήμερο «αρχιτεκτονικό» κόσμο. Ή οι ερασιτέχνες μουσικοί που στήνουν μέσα σε λίγα λεπτά υπαίθριες «συναυλίες» στις πλατείες;

Διαβάστε ακόμα: Η νέα πολυτέλεια των λίγων την εποχή της κρίσης των πολλών.

“Σλάλομ” υπό την απειλή λεωφορείου

“Σλάλομ” υπό την απειλή λεωφορείου

Η αρχιτεκτονική και η πόλη μορφοποιούνται ως υλικοί χώροι μέσω της δυναμικής σύντηξης των διαδικασιών της παραγωγής, της κατανάλωσης, των πεποιθήσεων και των εμπειριών, της θεωρίας και της πράξης, ακόμη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της ανάπτυξης, των σχεδιαστικών προσλήψεων και των φυσικών τους πραγματώσεων. Δεν μπορούν, επομένως, να προσλαμβάνονται ως ένας χάρτης που απεικονίζει απλώς τις κοινωνικές συμβάσεις κάθε εποχής.

Υπάρχει λοιπόν εδώ υπολογίσιμος χώρος για ποικιλία ταυτοτήτων, για μερικότητα, για διαφορετικές αντιλήψεις που συνυπάρχουν, για νέες συσχετίσεις. Σε αυτό το περίγραμμα, πώς άραγε θα μπορούσαμε να εντοπίσουμε και να καταγράψουμε τα διαφορετικά «είδη» ταυτοτήτων και εμπειριών που σχετίζονται με την αρχιτεκτονική και τον αστικό χώρο; Ποιες ιστορίες της πόλης και των κτιρίων της έχουν κάτι χρήσιμο να αφηγηθούν, ποιες είναι κατάλληλες για καταγραφή και μελέτη; Ιστορίες που επισημαίνουν ότι δεν έχουμε όλοι την ίδια αντίληψη για το χώρο, την ίδια εμπειρία, και ότι ακόμη κι αν οι εμπειρίες μας μοιάζουν, εντούτοις ποικίλλουν ανάλογα με τον χρόνο και τον τόπο.

Το ζητούμενο είναι μια «άγνωστη» και όχι «δεδομένη» πόλη, πολυσυλλεκτική και δημοκρατική. Μια πόλη των αφηγηματικών και σωματικών απολαύσεων.

Η μελέτη κάποιων αμερικανικών πόλεων, λόγου χάρη, θα μπορούσε να εντοπίσει και να αποκαλύψει ξεχασμένες ιστορίες Αφρο-αμερικανών κατοίκων τους, οι οποίες «σβήστηκαν» σχεδόν από το δημόσιο χώρο των πόλεων αυτών, και σήμερα τις επαναφέρουμε ξανά στη μνήμη μας. Τέτοιες μνήμες είναι εξαιρετικά σημαντικές, καθώς συμβάλλουν στην ανάκληση κατεστραμμένων αστικών δομών και κρυμμένων γεγονότων, στο πλαίσιο μιας διαδικασίας αντίστασης σε απλοποιημένες ιστορικές ή και άλλου είδους αναφορές.

Το ακριβό δώρο της φιλίας

Το ακριβό δώρο της φιλίας

Είναι θεμελιώδες να εξετάσουμε τις διαδικασίες που διαχωρίζουν τα πεδία της θεωρίας από εκείνα της υλικότητας των διαφορετικών κοινωνικών και πολιτισμικών ταυτοτήτων, ούτως ώστε οι μηχανισμοί της μετάφρασης από το ένα στο άλλο να μπορούν να διερευνηθούν. Μόνον τότε θα ήταν δυνατό να γνωρίσουμε με ποια μορφή και για λογαριασμό τίνος αυτοί οι μηχανισμοί συντηρούνται και πώς θα ήταν εφικτό να μετασχηματιστούν. Η μελέτη αυτή των «διαφορετικών θέσεων», των «άλλων» οπτικών, θα επέτρεπε την ανάπτυξη μιας νέας πολιτικής για τον αστικό σχεδιασμό.

Οι πόλεις έχουν την ανάγκη χώρων, τους οποίους άνθρωποι διαφορετικών πολιτισμικών και κοινωνικών ταυτοτήτων θα μπορούν να ιδιοποιούνται. Χρειαζόμαστε χώρους στους οποίους θα ερχόμαστε αντιμέτωποι με το όμοιο και το διαφορετικό, χώρους πολυσυλλεκτικούς όπου θα τέμνονται διαφορετικές ανθρώπινες ιστορίες, χώρους που θα ικανοποιούν αρχέγονες ανάγκες του ανθρώπου που «ξεχάστηκαν» στο πέρασμα του χρόνου.

Μελωδικά μουσικά ακούσματα στο θόρυβο της πόλης

Μελωδικά μουσικά ακούσματα στο θόρυβο της πόλης

Συνεπώς, συζητάμε εδώ για ένα είδος «άγνωστης» και όχι «δεδομένης» πόλης, μιας «δημοκρατικής» πόλης στην οποία άνθρωποι διαφορετικής προέλευσης, φυλής, τάξης, ηλικίας, φύλου, σεξουαλικότητας και ενδιαφερόντων θα μπορούν να δημιουργούν τους δικούς τους τόπους, όπου θα καλλιεργούν τις ταυτότητές τους ως άτομα και ως ομάδες.

«Αυτοί» και «εμείς», ηθοποιοί και μαζί θεατές ενός κινηματογραφικού σεναρίου που θα μας ταξιδεύει σε “παράξενους προορισμούς” – όπως στην ταινία «London» του Patrick Keiller – στο «αλλόκοτο», στο «άγνωστο» και «κρυφό», στα «μυστικά δίκτυα της πόλης», κατά τη θεώρηση του Steve Pile. Εντέλει, σε έναν κόσμο που θα απευθύνεται σε όλους. Αυτόν του Nigel Coates, των αφηγηματικών και σωματικών απολαύσεων.

 

Διαβάστε ακόμα: Αρχιτεκτονική και Πολιτική – Το παράδειγμα της Σκανδιναβίας.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top