
Ο θάνατος του Ντιόγκο Ζότα και του αδερφού του, Άντρε, ανέδειξε ότι ο άνθρωπος της σύγχρονης κοινωνίας είναι ένα κίβδηλο ον που αγνοεί τι θα πει «συναίσθημα». (Φωτογραφία: Chatgpt)
Οι άνθρωποι είμαστε όντα που ξεχνάμε και γρήγορα. Δεν το θεωρώ κακό. Με αυτό το στοιχείο έχουμε φτάσει στο σήμερα. Θα μπορούσαμε, αν δεν ξεχνούσαμε, να ήμασταν κάπου καλύτερα σε επίπεδο ηθικής και τεχνολογίας, για παράδειγμα; Ποιος μπορεί να το πει με το χέρι στη φωτιά καταφατικά; Η λήθη είναι αναγκαία συνθήκη για να προχωράμε. Χρειαζόμαστε όμως, ενίοτε, και υπενθυμίσεις. Όχι ρηξικέλευθες, μα προφανείς. Αλλά κάθε φορά, θα μας ακουστούν διαφορετικές, πιο καινοφανείς. Ο θάνατος του Ντιόγκο Ζότα, ποδοσφαιριστή της Λίβερπουλ, έδωσε ώθηση σε αυτές τις υπενθυμίσεις.
Είναι πάντα θλιβερό να πεθαίνει ένας νέος άνθρωπος. Διάολε, είναι θλιβερός ο θάνατος εν γένει. Νέος ή γέρος, υγιής ή άρρωστος, πάντα ένας θάνατος πονάει. Είτε γνώριζες προσωπικά κάποιον είτε τον έβλεπες εξ αποστάσεως διότι ήταν πρόσωπο με μεγάλη προβολή.
Ο Ντιόγκο Ζότα είχε προβολή τα τελευταία 10 χρόνια της ζωής του, παίζοντας ποδόσφαιρο στην Πορτογαλία, στην Πόρτο, και μετά στη Βρετανία, στη Γουλβς και στη Λίβερπουλ την τελευταία 5ετία. Είναι, επομένως, πολύ λογικό να προκάλεσε σοκ και θλίψη ο θάνατός του, περισσότερο από του αδερφού του. Το αναφέρω αυτό, διότι αρκετοί έχουν μπει σε μια διαδικασία συμψηφισμών ή σύγκρισης, σε μια προσπάθεια προσδιορισμού του συναισθήματος. Δεν ορίζουμε το πώς αισθανόμαστε και τι μας πονάει περισσότερο. Ειδικά, όταν μιλάμε για τον θάνατο. Να γυρίσουμε να πούμε τι σε κάποιον; Να λογοδοτήσει επειδή συγκινήθηκε στο άκουσμα του θανάτου του Ζότα, αλλά μπορεί να μην έχει συγκινηθεί εξίσου με τους θανάτους παιδιών στην Παλαιστίνη; Δεν είναι πράγματα για να τα βάλουμε σε σύγκριση.
Ναι, εγώ που δεν είμαι φίλαθλος της Λίβερπουλ και δεν ασχολούμαι με το βρετανικό ποδόσφαιρο, δε θα στενοχωρηθώ κραυγαλέα για τον Ζότα. Αλλά δε θα μπω και στη διαδικασία να εγκαλέσω αυτόν που του άφησε μια ρωγμή, στιγμιαία ή μη. Θα κατανοήσω, θα σεβαστώ και θα αφήσω τον καθένα να επεξεργαστεί το συναίσθημά του όπως κρίνει.
Αυτό είναι ένα από τα θλιβερά στοιχεία στον ανθρώπινο χαρακτήρα. Ότι επιχειρούμε να θέσουμε ηθικούς φραγμούς σε κάτι που δεν το ορίζουμε για τους ίδιους μας τους εαυτούς, αλλά θέλουμε να το ορίσουμε για τους άλλους. Αν μπορείς εσύ να πεις στον άλλον «κλαις για τον Ζότα, αλλά δεν κλαις για τη Γάζα», μπορεί κι αυτός να βρει να σου πει «κλαις για τη Γάζα, αλλά δεν κλαις για τα τόσα παιδιά που έχει αρπάξει η Μπόκο Χαράμ ή για τις τόσες κοπέλες που έχουν βιαστεί». Δεν έχει τελειωμό μια τέτοια συζητήση. Είναι ατελέσφορη, ακριβώς επειδή το συναίσθημα λειτουργεί μόνο του.
Ο άνθρωπος που κλαίει σήμερα για τον Ντιόγκο Ζότα, δεν κλαίει μόνο για τον Ζότα. Κλαίει γιατί υποσυνείδητα σκέφτεται ότι θα μπορούσε να έχει πεθάνει ο ίδιος, ότι ο θάνατος είναι μια τυχαιότητα που δεν ξέρεις ποια στιγμή και πώς θα σου έρθει. Κλαίει γιατί τον συνέδεσε με μια όμορφη στιγμή όπως το φετινό πρωτάθλημα της ομάδας του. Κλαίει για λόγους που δεν χρειάζεται να τους αντιλαμβανόμαστε όλοι. Απαιτείται όμως να τους σεβαστούμε.
Είναι στη φύση του ανθρώπου να πονάει περισσότερο για τον έναν που ξέρει, παρά για τους 500 που δεν ξέρει. Δε χρειάζεται να το κακολογούμε. Σε όλους μας έχει συμβεί, κανείς δεν είναι, σε αυτό το κομμάτι, ο ανώτερος ηθικά.
Εκτός από το ζήτημα της ανάγκης κάποιων να πουν το «ναι, αλλά εκεί γιατί δεν ένιωσες έτσι;», ο θάνατος του Ντιόγκο Ζότα λειτουργεί ως μια υπενθύμιση για το ότι οι ζωές των ανθρώπων, είτε έχουν πολλά λεφτά είτε όχι, δεν είναι απαραίτητα οι τέλειες ή δεν εξελίσσονται όπως φανταζόμαστε. Θα προτιμούσατε να έχετε τα λεφτά του Ντιόγκο Ζότα και να πεθάνετε στα 28 σας ή να ζήσετε μέχρι τα 80 σας με το 1/20 των χρημάτων που έβγαλε; Ο καθείς ας απαντήσει στον εαυτό του.
Και, τέλος, μια τρίτη θλιβερή συνειδητοποίηση για αυτό που είμαστε ως άνθρωποι – ίσως να μην ήμασταν πάντα έτσι, αλλά να γίναμε τις τελευταίες δεκαετίες – είναι πως δεν έχουμε όριο όταν καλούμαστε να σεβαστούμε την απώλεια. Παρακολουθώ ιστοσελίδες που για τις ανάγκες των clicks, δημοσιεύουν διαρκώς ειδήσεις για το πώς έγινε το τροχαίο που σκότωσε τους αδερφούς Ζότα, για το πώς οδηγούσαν, φωτογραφίες με το διαλυμένο όχημα και αναρωτιέμαι: τι ακριβώς εξυπηρετούν; Σίγουρα όχι το αγνό, ανθρώπινο ενδιαφέρον.
Όσο κι αν θέλω να είμαι καλοπροαίρετος, δε μπορώ να πιστέψω πως τόση υπερφόρτωση με λεπτομέρειες, γίνεται από ενδιαφέρον ή γιατί θέλει κάποιος να χρησιμοποιήσει τον Ζότα ως παράδειγμα προς αποφυγή, σε επίπεδο οδηγικής συμπεριφοράς. Είναι, για μένα, ξεκάθαροι οι λόγοι του γιατί γίνεται πάντοτε αυτό. Ένα πλήρες αποτύπωμα του πόσο ανερμάτιστος είναι ο άνθρωπος.
Δύο άνθρωποι πέθαναν, ας αφήσουμε όσους νιώθουν πόνο, να νιώσουν πόνο χωρίς να τους κρίνουμε, κι οι υπόλοιποι ας εστιάσουμε σε όσα ενδιαφέρουν εμάς, χωρίς να πρέπει να σύρουμε ηθικοεκβιαστικά και άλλους.
Διαβάστε ακόμη: Γινόμαστε καλύτεροι πολίτες με το να καταγγέλουμε παραβάσεις ή «ρουφιάνοι»;