Η Conchita Wurst το σαββατόβραδο που μας πέρασε μετατράπηκε σε μια αιχμή της αυστριακής τουριστικής βιομηχανίας, που μέχρι τώρα δεν προσέλκυε gay τουρισμό. Photo Credit: Fräulein-Dita/flickr

Η Conchita Wurst το σαββατόβραδο που μας πέρασε μετατράπηκε σε μια αιχμή της αυστριακής τουριστικής βιομηχανίας, που μέχρι τώρα δεν προσέλκυε gay τουρισμό. Photo Credit: Fräulein-Dita/flickr

Ως έθνος έχουμε την κλίση μας. Να γιγαντοποιούμε γεγονότα, να πολιτικοποιούμε καταστάσεις. Από το τελευταίο σαββατόβραδο άρχισε ο εθνικός διχασμός για τα γένια, τις παγιέτες, τις βλεφαρίδες, τις αφέλειες, τα νάζια και όλα τα παραφερνάλια του/της ερμηνευτή/τριας του διαγωνισμού της Eurovision.

Το 2006, όταν η Αθήνα φιλοξένησε για μια μοναδική φορά τον διαγωνισμό της Eurovision, με επικεφαλής τον Φάνη Παπαθανασίου μια μικρή ομάδα φέραμε εις πέρας το δύσκολο έργο του Διεθνούς Γραφείου Τύπου της Eurovision. Τα συμπεράσματά μου ήταν πολλαπλά, αλλά μέχρι σήμερα δεν μου δόθηκε η ευκαιρία να τα αποτυπώσω. Δεν είχαν να κάνουν με τα συγχαρητήρια που ήρθαν από όλους: από την ίδια την Eurovision, τις ραδιοτηλεοράσεις των χωρών που συμμετείχαν, τα fan clubs κάθε χώρας, τους δημοσιογράφους.

Πρωτίστως, η Eurovision έχει μετατραπεί στην μεγαλύτερη ετήσια gay συνάντηση στην Ευρώπη. Δεν το επιδίωξε κανείς. Απλώς στα δίσεκτα χρόνια της Eurovision στα τέλη της δεκαετίας του ’80, όταν πολλές κρατικές ραδιοτηλεοράσεις έφταναν στο σημείο να προτείνουν την κατάργησή της, τα fan clubs που είχαν ήδη αρχίσει να δημιουργούνται και στελεχώνονταν κατ’ εξοχήν από gay κοινό υποστήριζαν με θέρμη τον θεσμό. Τον διέσωσαν μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’90. Μέχρι τη στιγμή δηλαδή που το διψασμένο κοινό της Ανατολικής Ευρώπης μπήκε μαζικά στην Eurovision και εκτίναξε την ακροαματικότητά της στα ύψη.

Τότε ανέλαβαν τα ηνία του διαγωνισμού οι Σκανδιναβοί. Άλλαξαν τον κανονισμό προς όφελος των fan του διαγωνισμού, οι οποίοι άρχισαν να παίζουν αποφασιστικό ρόλο κάθε χρόνο στη διοργάνωση. Και, καθώς στις αρχές της δεκαετίας του ’90 οι gay της Σκανδιναβίας ήταν έτη φωτός μπροστά από τους υπόλοιπους στην Ευρώπη, πήραν κεφάλι ανάμεσα στα fan clubs.

Διαβάστε ακόμα: «Κάνετε πλάκα, και σε φωνάζει γκέι και τον φωνάζεις στρέιτ».

Η ενδοσκανδιναβική αυτή συνεργασία έφερε αποτελέσματα και κυρίως χρήμα, που είναι η λυδία λίθος πίσω από κάθε είδους θέαμα. Η Σουηδία διέθετε ήδη μια πολύ δυνατή βιομηχανία pop music, που από την εποχή των ABBA έφερνε χρήμα στη χώρα τους. Μεταμόρφωσαν, λοιπόν, σταδιακά το μουσικό στίγμα του διαγωνισμού στον pop χαρακτήρα της Σκανδιναβίας. Δεν είναι τυχαίο ότι έκτοτε οι παλαιές δυνάμεις, όπως Γαλλία, Λουξεμβούργο, Ηνωμένο Βασίλειο δεν ξαναείδαν την πρώτη θέση. Το ότι οι «Αντίκ» ήταν και οι δύο κάτοικοι Σουηδίας, βάρυνε σημαντικά ώστε να έρθει το έπαθλο στην Ελλάδα. Η Conchita Wurst δεν απέχει πολύ από τους προ 15ετίας Σουηδούς Army of Lovers.

Από εκεί και ύστερα ο διαγωνισμός της Eurovision δεν είναι πλέον ένας απλός μουσικός διαγωνισμός. Είναι ένας διαγωνισμός που συνδυάζει ήχο και εικόνα. Σχεδόν το 60% της προετοιμασίας και των προβών καταναλώνονται στις λήψεις που θα κάνουν οι δεκάδες κάμερες στον ερμηνευτή ή την ερμηνεύτρια στα τρία λεπτά που κρατά η παρουσία του στη σκηνή. Πρόκειται για ένα σύστημα εντελώς βιομηχανικής γραμμής.

Η gay τουριστική βιομηχανία είναι πλέον κινητήριος δύναμη για τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.

Κάθε τραγουδιστής έχει συγκεκριμένες πρόβες, ίσης διάρκειας για όλες. Το βάρος στις πρόβες πέφτει όχι στις κορώνες ή στη φωνή, αλλά στο από πού θα τον τραβήξει η κάμερα, που θα κάνει ζουμ, πόσα ακριβώς βήματα θα κάνει πάνω στη σκηνή κλπ. Ο σκηνοθέτης διακόπτει διαρκώς τον ερμηνευτή γιατί θέλει να ρυθμίσει τις κάμερες, να διορθώσει τα φώτα κοκ. Αμέσως μετά ο καλλιτέχνης πηγαίνει στο video room και εξετάζει το βίντεο που του τραβήχτηκε για να προτείνει βελτιώσεις. Τίποτα από αυτά δεν αλλάζει από τη στιγμή που αποφασιστεί, γιατί όλα πρέπει να δουλεύουν ρολόι την ώρα της απευθείας μετάδοσης.

Ένας μουσικός διαγωνισμός που δίνει τόση βάση στην εικόνα, φυσικό είναι να έχει σαν αποτέλεσμα την επιβολή της εικόνας στον ήχο, της εμφάνισης στην φωνή. Άρα, στην Eurovision κανείς καλλιτέχνης δεν μπορεί να κερδίσει τον διαγωνισμό αν δεν ξαφνιάζει με την εικόνα του. Και δεν αρκεί πια να ξαφνιάσει την πρώτη φορά, γιατί κάθε τραγούδι ρίχνεται στην τηλεοπτική αγορά όλης της Ευρώπης σχεδόν πέντε μήνες πριν την διοργάνωση. Και η διαφορετικότητα πρέπει να αντέξει μέχρι τον Μάιο.

Η Conchita Wurst, λοιπόν, είχε τρία ατού που την/τον έκαναν ακαταμάχητο/η: φοβερή φωνή, φοβερό τραγούδι, φοβερή εμφάνιση –όχι αμφιλεγόμενη. Θυμηθείτε τους Lordi όταν κέρδισαν στην Αθήνα. Πολλοί σχολίαζαν φοβισμένοι στην Ελλάδα ότι τα παιδιά μας με τέτοια πρότυπα θα γινόταν σατανιστές. Η ανιψιά μου, μικρή μαθήτρια τότε, τα παιδιά της Μάνιας Πολέμη και άλλων συναδέλφων που τις μέρες του διαγωνισμού γυρόφερναν στους χώρους του ΟΑΚΑ ενθουσιασμένοι με τους Lordi, δεν έγιναν σατανιστές. Ούτε και τώρα όσα αγόρια είδαν τον διαγωνισμό του σαββατόβραδου ψάχνουν για παγιέτες στην ντουλάπα της μαμάς τους. Γιατί σημασία δεν έχει πόσο μακριά είναι η βλεφαρίδα, αλλά πόσο ο ερμηνευτής μπορεί να υπηρετήσει το concept που ανέλαβε.

Διαβάστε ακόμα: Ο Αλέξης Σταμάτης και η «κατάρα» του Bowie

Και η Conchita Wurst υποστήριξε στο έπακρον αυτό που ανέλαβε να παρουσιάσει. Wurst στην γερμανική αργκό σημαίνει κάνω ό,τι μου κατέβει. Και αυτό είδαμε: έναν/μια τραγουδιστής/τρια με γένια, λακ, ρίμελ και γυναικείες τουαλέτες. Μόνο που τα ντουζ πουάν δεν πηγαίνουν σε αυτόν/αυτήν, αλλά στην κρατική ραδιοτηλεόραση της Αυστρίας που τόλμησε να στείλει αυτό το concept στο διαγωνισμό της Eurovision. Έχει κανείς την εντύπωση ότι θα τολμούσε η ελληνική ραδιοτηλεόραση να κάνει κάτι τέτοιο; Αυτόματα θα είχε ξεσπάσει εμφύλιος.

Το ότι οι «Αντίκ» ήταν κάτοικοι Σουηδίας βάρυνε σημαντικά ώστε το έπαθλο να έρθει στην Ελλάδα.

Κανείς, όμως, δεν αναρωτιέται γιατί η Αυστρία αποφάσισε να βάλει αυτήν την extravaganza κάτω από την σημαία της. Μας διαφεύγει ότι η gay τουριστική βιομηχανία είναι πλέον κινητήριος δύναμη για τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Οι ανά την Ευρωπαϊκή Ένωση gays πηγαινοέρχονται με κάθε αφορμή από πόλη σε πόλη. Η Ελληνίδα φίλη μου Πέννυ Ζαγλαρίδου σήμερα general manager στο ξενοδοχείο Metropolitan Hotel στην Αθήνα, όταν στην δεκαετία του 2000 ήταν διευθύντρια στο Hilton των Βρυξελλών έτριβε τα χέρια της από χαρά κάθε φορά που είχε πάρτι το διάσημο gay club των Βρυξελλών La Démence. Το ξενοδοχείο της γέμιζε με big spenders gay πελάτες από Γερμανία, Γαλλία και Ολλανδία. Και η Conchita Wurst, πέρα από την προσωπική της/του καριέρα που σχεδιάζει άνετα πλέον, το σαββατόβραδο που μας πέρασε μετατράπηκε σε μια αιχμή της αυστριακής τουριστικής βιομηχανίας, που μέχρι τώρα δεν προσέλκυε gay τουρισμό.

Όσο για όλες τις πολιτικές προεκτάσεις που διαβλέπουν οι ενδοχώριοι αναλυτές, ισχύει ένα και μόνο. Η Eurovision δεν είναι πολιτικό πάνελ, γιορτή είναι. Ούτε με επιβεβαίωση της διαφορετικότητας έχει να κάνει, ούτε με καταδίκη της Ρωσίας. Οι μάχες για την διαφορετικότητα δεν δίνονται μόλις για τρία αστραφτερά λεπτά επί σκηνής. Η Ρωσία έχει να αντιμετωπίσει πολύ μίσος από την Ευρώπη για τον διχασμό που της επέβαλλε μετά το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.

«Is he or she?» αναρωτήθηκε ο ένας εκ των δύο σχολιαστών του CNN, αντικρίζοντας την creature Conchita Wurst. «It is he and he is a character», απάντησε εύστοχα η συνάδερφός του Αμερικανίδα δημοσιογράφος. Τα πράγματα στην Ευρώπη μπήκαν στη θέση τους από τους Αμερικανούς. Ο εθνικός διχασμός για την Conchita Wurst έλαβε τέλος.

Διαβάστε ακόμα: Το «Κλουβί με τις Τρελές» και το Σύμφωνο Συμβίωσης

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top