Κάρολος Παπούλιας, Παύλος Μπακογιάννης, Νίκος Ανδρουλάκης, Κυριάκος Πιερρακάκης, Μιχάλης Παπαγιαννάκης. Ολοι με ένα κοινό γνώρισμα: την ήπια πολιτική στάση.

Κραταιά η φωνή, ολίγιστη η σιωπή. Ίσως σε έξι λέξεις μπορεί να περιγραφεί -με την αναγκαία γενίκευση- η ψυχοπαθολογία της χώρας και της πολιτικής ζωής. Περισσότερο φωνασκούμε και λιγότερο σιωπούμε για να ακούσουμε τη σκέψη μας. Εξ αντικειμένου: η ορμητικότητά μας παράγει μύθους, σημαντικές στιγμές, αλλά δράματα που τα κουβαλάμε στο DNA μας.

Πώς θα μπορούσαν να είναι διαφορετικοί οι πολιτικοί μας; Βγαλμένοι από τα νάματα της συγκρουσιακής ψυχοσύνθεσής μας, περισσότερο έμαθαν να ασκούν το ρόλο του μποξέρ και λιγότερο του διαιτητή. Ώσπου, αίφνης, λες και βγαίνουν από άλλη πολιτική «μήτρα», εμφανίζονται στο προσκήνιο πολιτικοί που πρεσβεύουν τη μέση οδό, τη συνεννόηση, την ήπια στάση, την ηρεμία. Είναι λίγοι, δυσεύρετοι, πολύτιμοι και δεν τους διακρίνεις εύκολα. Έχουν ένα καλό: δεν φωνάζουν.

Κατά καιρούς εμφανίζονται στην πολιτική σκηνή άνδρες που μας θυμίζουν πως η απόχρωση των απόψεών μας δεν πρέπει να περιορίζεται στο ακραίο δίπολο «άσπρο-μαύρο».

Ο πρόσφατα εκλιπών, πρώην Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κάρολος Παπούλιας, ήταν μια τέτοια περίπτωση. Καίτοι ανδρώθηκε στα χρόνια που το ΠΑΣΟΚ και η λογική της ευθείας αντιπαράθεσης με τη Νέα Δημοκρατία συγκεφαλαιωνόταν στο γνωστό σύνθημα: «Ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει Δεξιά», εκείνος χάραξε το δικό του δρόμο. Ήρεμος, νουνεχής, συμβιβαστικός, αταλάντευτα ήρεμος. Όλα αυτά τα στοιχεία τα ζήσαμε κι όταν έγινε ο πρώτος πολίτης της χώρας.

Κατά καιρούς εμφανίζονται στην πολιτική σκηνή άνδρες που μας θυμίζουν πως η απόχρωση των απόψεών μας δεν πρέπει να περιορίζεται στο ακραίο δίπολο «άσπρο-μαύρο». Διάβολε, υπάρχουν τόσες άλλες αποχρώσεις που μπορούμε να στηριχθούμε.

Δεν είναι καθόλου παράδοξο, δε, πως δεν ταυτίζονται με έναν συγκεκριμένο πολιτικό χώρο, αλλά η σκέψη και η δράση τους διαχέεται σε όλο το φάσμα της πολιτικής διατρυπώντας κατεστημένες λογικές και πρακτικές που οδηγούν σε στρεβλώσεις και οξύνσεις. Μήπως έτσι δεν ήταν ο Λεωνίδας Κύρκος, ο Μιχάλης Παπαγιαννάκης, ο Σταύρος Δήμας ή ο Παύλος Μπακογιάννης;

Με τον θάνατο του Κάρολου Παπούλια φαίνεται πως σιγά σιγά η καλή φουρνιά πολιτικών φθίνει.

Μπορεί ο καθένας εξ αυτών να εκκινούσε από διαφορετική πολιτική θεώρηση, μπορεί να εκπροσωπούσαν διαφορετικούς κομματικούς χώρους, όμως, στο συλλογικό ασυνείδητο έχουν μείνει ως άνθρωποι που δεν περιόρισαν τη σκέψη τους σε μια παράταξη. Είδαν τα πράγματα σφαιρικά, οπλίστηκαν με την υπομονή του σιωπηλού παίκτη που δεν μένει στη γωνία ατενίζοντας στωικά τους άλλους να κονταροχτυπιούνται, αλλά μπήκαν στη «μάχη» με τα δικά τους όπλα, αυτά της κοινής λογικής και της συναίνεσης. Να τι μας λείπει.

Όποιος πει, με μια νότα στείρας παρελθοντολαγνείας, πως παλαιότερα υπήρχαν περισσότεροι πολιτικοί που μπορούσαν να φέρουν το «ένδυμα» του Νέστορα, σε αντίθεση με τώρα που ουδείς είναι ικανός να το κάνει, μάλλον ξεχνάει πως στο παρελθόν (όχι και τόσο μακρινό) έχουν υπάρξει πλείστοι όσοι πολιτικοί πρώτης γραμμής που η ρητορική τους κυμαινόταν από τον λαϊκισμό έως την υπονόμευση προς χάριν του ακραίου πολιτικού παιγνίου. Τέτοιοι θα υπάρχουν πάντα, αρκεί να μην γίνονται πλειοψηφία.

Με τον θάνατο του Κάρολου Παπούλια φαίνεται πως σιγά σιγά η καλή φουρνιά πολιτικών φθίνει. Ας μην κρυβόμαστε πίσω από προσχηματικές αισιόδοξες θεωρήσεις: ακόμη πληρώνουμε την πόλωση των μνημονίων, των αγανακτισμένων, των φανατικών. Μέσα από αυτό το ορμητικό ρεύμα ξεδιπλώθηκαν πολιτικοί που οδήγησαν τα πράγματα στα άκρα. Σε τέτοιες στιγμές χρειάζεται κάποιον να κρατήσει τα μπόσικα. Υπάρχουν τέτοιοι στις μέρες μας;

Χρειαζόμαστε το είδος του πολιτικού που προσιδιάζει σε έναν ευπατρίδη. Κάποιον να κρατάει τις ισορροπίες.

Η Φώφη Γεννηματά ήταν μια σπάνια περίπτωση, αλλά έφυγε νωρίς. Ηγήθηκε ενός τραυματισμένου κόμματος, προσπάθησε να ανεβάσει τα ποσοστά του (και το έκανε), αλλά δεν χρησιμοποίησε τη λαϊκιστική ασπίδα για να ριχτεί στον αγώνα. Μπορεί κανείς να διαφωνήσει με τις απόψεις της, αλλά ουδείς μπορεί να της καταλογίσει ότι πόνταρε στην ακρότητα για να προσποριστεί κομματικά οφέλη.

Το ερώτημα παραμένει ανοιχτό: υπάρχουν άλλοι; Θεωρητικά θα υπάρχουν, αλλά ακόμη δεν έχουν ακουστεί εν μέσω φωνασκιών. Μήπως ο Παύλος Γερουλάνος δεν είναι μια τέτοια μορφή; Οι ψηφοφόροι του ΚΙΝΑΛ δεν τον προτίμησαν, αλλά δεν παύει να είναι ένας ήρεμος άνθρωπος. Όπου ήρεμος δεν σημαίνει αδιάφορος ή ξενέρωτος (αυτή η παρεξήγηση κάποια στιγμή πρέπει να λυθεί).

Μήπως ο Κυριάκος Πιερρακάκης (ένας από τους πιο παραγωγικούς υπουργούς ελληνικής κυβέρνησης τα τελευταία είκοσι χρόνια), δυνητικά, δεν θα μπορούσε να γίνει στο μέλλον μια σταθερά; Ακόμη και ο νεότευκτος αρχηγός του ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ, Νίκος Ανδρουλάκης, διαθέτει μια φυσιογνωμία ήπιων τόνων, όμως, μένει να αποδειχθεί πως θα καταφέρει να την διατηρήσει τώρα που το προσωπικό του διακύβευμα είναι απείρως μεγαλύτερο.

Ναι, είναι προφανές πως χρειάζεται το είδος του πολιτικού που προσιδιάζει σε έναν ευπατρίδη. Δύσκολο είδος, σπάνιο, αλλά όπως γράφαμε και στην αρχή απόλυτα χρήσιμο για να κρατιέται η ισορροπία που στη χώρα μας αρκετά συχνά γίνεται σμπαράλια. Χρειαζόμαστε κάποιον ή κάποιους που να πάνε κόντρα στο δίπολο «Γεωργιάδης-Πολάκης» που τα τελευταία χρόνια μονοπωλεί άνευ λόγου και αιτίας.

 

Διαβάστε ακόμα: Σε αναζήτηση πολιτικών δελφίνων παντού, με ματιά 5ετίας/10ετίας.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top