Oι «γνωστοί άγνωστοι» έδρασαν στη Νέα Σμύρνη. Μήπως ήταν η πρώτη φορά; ( George Vitsaras / SOOC).

Είναι η έκφραση «γνωστοί άγνωστοι», η οποία πάλι ήρθε να εγκατασταθεί στην δημόσια συζήτηση με τα γεγονότα της Νέας Σμύρνης, δηλαδή με το λιάνισμα πεσμένου αστυνομικού της ομάδας ΔΕΛΤΑ από ομάδα (πιθανόν, μάλλον, διερευνάται) χουλιγκάνων/όρκς, με την εκκένωση της Πρυτανείας του ΑΠΘ (μετά από 18ήμερη κατάληψη, που πήγαινε να λήξει: πάντως πλούσια αναφορά στης Αστυνομίας σε εξωπανεπιστημιακά στοιχεία) με τα ανά το Λεκανοπέδιο, π.χ. Νίκαια (περιέργως κανείς δεν φάνηκε να σημειώσει ότι εκεί δολοφονήθηκε ο Παύλος Φύσσας) επεισόδια έντασης, μετά και τις επί βδομάδες εμπρηστικές επιθέσεις σε αυτοκίνητα, είναι η έκφραση αυτή η πιο αυτάρεσκη αποτυχία των τελευταίων δεκαετιών. Αποτυχία πολιτική. Αποτυχία μηντιακή. Αποτυχία κοινωνική. (Παρατηρείς φίλε αναγνώστη πώς αφήνουμε τα μήντια, σάντουιτς ανάμεσα στο πολιτικό και το κοινωνικό. Αυτοπροστασία…).

Η ρίζα της αποτυχίας αυτής βρίσκεται στην (εξίσου αυτάρεσκη) αναποτελεσματικότητα της Αστυνομίας. Πάγια, σταθερή, εκκωφαντική. Η αντίστοιχης αυταρέσκειας έκφραση παραίτησης οσάκις γίνεται αναφορά στο «άβατο των Εξαρχείων», υποδηλώνει ότι οι αρχές που έχουν επιφορτισθεί με το έργο της τήρησης της τάξης δεν γνωρίζουν/δεν κατορθώνουν να μάθουν/δεν έχουν αντίληψη – πόσο μάλλον δεν έχουν δυνατότητα λυσιτελούς παρέμβασης – σε κομβικό ζήτημα της αρμοδιότητάς τους. Θεωρείς ότι υπερβάλλουμε, φίλε αναγνώστη;

Η οχύρωση πίσω από τον όρο «οι γνωστοί άγνωστοι»,  αποκρυσταλλώνει την τεχνική απαξία της Αστυνομίας/της αστυνόμευσης των τελευταίων δεκαετιών.

Φαντάσου τον εαυτό σου να πηγαίνεις στην Τράπεζα και να ρωτάς το υπόλοιπο του λογαριασμού σου, ή να ζητάς μια μεταφορά κεφαλαίων, και να λαμβάνεις την απάντηση «δεν ξέρουμε, δεν μπορούμε να σας πούμε». Ή φαντάσου έναν άλλο, πιο μαχητικό καθ’ υπόθεσιν βραχίονα του Κράτους – τις Ένοπλες Δυνάμεις – σε φάση κρίσης να καλούνται να αναλάβουν δράση κατά του εχθρού (εδώ η έννοια κυριολεκτείται, όχι όπως στις εσωτερικές αναταράξεις όπου επ’ εσχάτων είχαμε εικόνα όπου «ο εχθρός» δείχνει να είναι ένας πολίτης πεσμένος στο έδαφος: αν διαφωνείς φίλε αναγνώστη με την διατύπωση, θυμήσου ότι ασκήθηκε με εισαγγελική παραγγελία προκαταρκτική εναντίον αστυνομικού ο οποίος ήδη έχει τεθεί από την ηγεσία του σε διαθεσιμότητα για την συμπεριφορά του) και να απαντούν καλοκάγαθα: «Μα, πού είναι αυτός ο εχθρός; Πού βρίσκεται; Ποιος είναι;».

Η οχύρωση πίσω από τον – όπως κατάντησε – όρο «οι γνωστοί άγνωστοι», όρο τεχνικό πλέον/terminus technicus αποκρυσταλλώνει την τεχνική απαξία της Αστυνομίας/της αστυνόμευσης των τελευταίων δεκαετιών. Οι άνθρωποί της – κυρίως οι συνδικαλιστές που θάλλουν ανά τις τηλεοπτικές εκπομπές – έχουν λίγο-πολύ ευθυγραμμισμένη απάντηση: «Εμείς συλλαμβάνουμε, τα δικαστήρια τους αφήνουν ελεύθερους».

Όποιος θέλει, πείθεται ότι οι «άγνωστοι» είναι γνωστοί, αλλά και ότι το «γνωστοί» δεν σημαίνει τίποτε απολύτως.

Η επίσημη άποψη της ηγεσίας δεν εκφωνείται έτσι, πλην ψιθυρίζεται. Ακριβές – έστω! – αλλά βαρύτατα λάθος. Τα δικαστήρια – η Δικαιοσύνη, αν την θεωρούμε άξια του ρόλου της και του κύρους της – επιλαμβάνεται των υποθέσεων που της φέρνουν με βάση κάτι χαρτιά που λέγονται δικογραφίες. κρίνει με βάση μαρτυρίες, στοιχεία, έστω ενδείξεις. Φυσικά, όχι με βάση καταθέσεις, οδυνηρά και ανέμπνευστα ομοιόμορφες («πήγαν να μου πάρουν το όπλο», «είναι γνωστός στην υπηρεσία» κοκ). Άμα η δικογραφία δεν βγαίνει πέρα, η δίωξη δεν θα σταθεί – πάντως στο ακροατήριο! Οπότε… Αντίστοιχα ισχύουν και με τις περιγραφές των αδικημάτων, άλλωστε.

Αισθάνεσαι ότι αδικούμε τον καημένο τον αστυνομικό – ή τον ομαδάρχη του, ή τον παραπάνω, ή τον παραπάνω του παραπάνω; Μπορεί και νά ‘χεις δίκιο, όχι βέβαια αν αυτό το «δίκιο» αξιοποιείται προκειμένου να δικαιολογήσει άκριτη και χωρίς διάκριση βαρβαρότητα και διώξεις στο σωρό – οι εικόνες υπάρχουν, ευτυχώς . οι συνοδευτικοί ήχοι υπάρχουν, ευτυχώς. (Αλήθεια, εκείνη η ΕΔΕ για την αθλιότητα κατά της οικογένειας Ινδαρέ, τι έβγαλε;). Όποιος θέλει, πείθεται ότι οι «άγνωστοι» είναι γνωστοί, αλλά και ότι το «γνωστοί» δεν σημαίνει τίποτε απολύτως.

Εκείνο που ενδιαφέρει τα κόμματα είναι να σταυρώνεται ενώπιον της κοινής γνώμης ο «απέναντι».

Πού βρίσκεται όμως το αληθινό «δίκιο»; Στο ότι η φυσική ηγεσία της Αστυνομίας, παραπάνω η πολιτική ηγεσία – τώρα τα δυο βρίσκονται σε κάποια σύγχυση: παλαίμαχοι της ιεραρχίας βρίσκονται στο πολιτικό πηδάλιο – και πιο παραπάνω η κορυφή της πυραμίδας δίνει, διαφοροποιημένα ανά τις εποχές, μια βαθύτερη εντολή: «Μην μου/μας δημιουργείτε πρόβλημα. Πρόβλημα εικόνας, κυρίως». Αυτό, να είμαστε ακόμη πιο δίκαιοι, έρχεται ήδη από τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης – από την εποχή Κ. Καραμανλή (του γνησίου)/Σόλωνος Γκίκα, από την εποχή Α.Παπανδρέου/Αντώνη Δροσογιάννη.

Και πάλι να είμαστε δίκαιο: αυτό το αντανακλαστικό, που στην ηγεσία της Αστυνομίας δημιούργησε το βαθύτερο δίδαγμα του «Ου μπλέξεις!», οφείλεται στο βαρύτατο παρελθόν – ΟΧΙ το παρελθόν της Χούντας όπου δεν υπήρχε Δημοκρατία, μόνον, αλλά στο παρελθόν της δολοφονίας Σωτήρη Πέτρουλα (όποιος δεν θυμάται ποιος είναι, ας πάει στην Τράπεζα της Ελλάδος να δει την χάλκινη πινακίδα μνήμης και έχει εντοιχισθεί), συν το ακόμη βαρύτερο παρελθόν της παρακρατικής δολοφονίας Γρηγόρη Λαμπράκη (Γκοτζαμάνης-Εμμανουηλίδης, αλλά και στρατηγός Μήτσου και αστυνομικός διευθυντής Καμουτσής στην υπόθεση, «ποιος επιτέλους κυβερνά αυτόν τον τόπο;») και πάλι με δημοκρατικά – λέμε – εκλεγμένη  τότε Κυβέρνηση.

Η δημοσιογραφία έρχεται να ταυτισθεί όλο και βολικότερα πλέον με την πολιτική.

Γνωρίζουμε την εύκολη αντίδραση: «μα, έτσι, θα φτάσουμε στο βάθος της ιστορίας». Στους Βενιζελικούς – Κωνσταντινικούς, τον αληθινό Διχασμό. Όμως… ναι, εκεί θα φτάσουμε γιατί έτσι εξηγείται η άλλη – κομβικής σημασίας για το φαινόμενο των «γνωστών αγνώστων» – ευθύνη: εκείνη της πολιτικής μας (καλά νάναι!) τάξης.

Όπου εκείνο που την ενδιαφέρει είναι να σταυρώνεται ενώπιον της κοινής γνώμης ο «απέναντι»: είτε ως υποστηρικτής των παρανόμων/ τρομοκρατών/«κουκουλοφόρων», άλλη βολική ορολογία κι αυτή, είτε ως ηθικός αυτουργός της αστυνομικής βίας (εκεί που ήταν το ΠΑΣΟΚ, τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ στον πρώτο ρόλο. εκεί που ήταν η Καραμανλική ΝΔ ή το κυβερνητικά ριζωμένο ΠΑΣΟΚ, τώρα η Μητσοτακική/Χρυσοχοϊδεια ΝΔ στον δεύτερο). Στο ίδιο αυτό έργο θεατές οι πολίτες (γιατί εμείς αναδεικνύουμε τους πολιτικούς ηγέτες μας, καλά νά ‘ναι!), ήδη ενθουσιασμένοι με τον νέο διχασμούλη που ονειρεύεται να γίνει Διχασμός.

Α, ναι, ξεχάσαμε τον αληθινά μέγιστο ένοχο: εμάς, τους ενοίκους του μηντιακού ζωολογικού κήπου. Άλλωστε… εμείς τον περάσαμε τον όρο «γνωστοί άγνωστοι» , εμείς τον χειριζόμαστε ως εργαλείο εύκολης καταγγελίας – χωρίς την ευθύνη ρεπορτάζ, αναζήτησης, συγκεκριμενοποίησης. Γι’ αυτό και η – πώς την λέγανε; – δημοσιογραφία έρχεται να ταυτισθεί όλο και βολικότερα πλέον με την πολιτική. [Με τις σκέψεις αυτές, να δούμε το σώου της συζήτησης στην Βουλή].

 

Διαβάστε ακόμα: Aιώνιοι φοιτητές, μην παρκάρετε άλλο τον εαυτό σας στα θρανία.

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top