Εμείς ψωνίζουμε, αλλά κάποιοι άλλοι μένουν πίσω για να φυλάττουν τις Θερμοπύλες των σούπερ μάρκετ (George Vitsaras / SOOC).

Είναι παιδιά από την επαρχία, φοιτητές, άνθρωποι που δεν είχαν άλλη επιλογή, που δεν πέρασαν το κατώφλι κάποιου πανεπιστημίου ή που το πέρασαν, αλλά δεν ευδόκησαν στην αγορά εργασίας. Δεν είναι εύκολο να αρπάξεις το πεπρωμένο σου από το λαιμό που έλεγε και ο Μπετόβεν. Αν τους ρωτήσεις θα σου μιλήσουν για κάτι περίεργους πόνους στις αρθρώσεις, για τον βόμβο της ζέστης στην αποθήκη ή για το αστέγαστο ψύχος των ψυγείων.

Θα σου πουν για τις φουσκάλες στα πόδια τους, τους κιρσούς στις γυναίκες, τον στεγνωμένο ιδρώτα των αποθηκάριων. Όλοι τους θα έχουν να σου διηγηθούν κάποια τρελή ιστορία με πελάτες που μπορούν να ζητήσουν ακόμη και το Μάννα εξ ουρανού και σε ποιο ράφι έχει καταχωνιαστεί. Είναι οι υπάλληλοι των σούπερ μάρκετ. Είναι οι εργαζόμενοι που παρά τη γενική απαγόρευση εξόδου, κάθε πρωί σηκώνονται από το κρεβάτι τους με την ελπίδα πως θα γυρίσουν χωρίς τη συνοδεία του κορονοϊού μέσα τους.

Ποιος τα γεμίζει όλα αυτά τα ράφια; Ποιος τα ξαναγεμίζει συνεχώς όλη την ημέρα;

Ακούγεται μελοδραματικό; Μήπως κάπως λαϊκιστικό σε κάποιους από εσάς; Ας μου επιτραπεί να πω ότι έχω ιδίαν άποψη, καθώς ως νέος έχω δουλέψει σε σούπερ μάρκετ (κυρίως στην αποθήκη κουβαλώντας καθημερινά μια ολόκληρη στρατιά από γεμάτες κούτες) άρα γνωρίζω πολύ καλά πως είναι ένα επάγγελμα που σε κρατάει στον γάντζο της ανάγκης δίχως να σου την καλύπτει εξ ολοκλήρου. Ο μισθός είναι γλίσχρος, οι υποχρεώσεις πολύ περισσότερες, η κούραση εκθετικά μεγαλύτερη της σιγουριάς ότι έχεις ένα επάγγελμα να πορεύεσαι.

Αυτές τις δίσεκτες ημέρες, η καθημερινότητα όλων μας έχει αλλάξει επί τα χείρω. Ζούμε με ένα υπόλειμμα υπομονής και κάμποσα περισσεύματα φόβου και αγωνίας. Δεν υπάρχει ασπίδα προς το επερχόμενο κακό – τουλάχιστον ως τώρα. Η έξοδος στο σούπερ μάρκετ μοιάζει με κοινωνική εκδήλωση ύψιστης ψυχωφελούς σημασίας. Παρά το φόβο ότι θα αναγκαστείς να συγχρωτιστείς και με τους λοιπούς πελάτες, εξιδανικεύεις αυτή την έξοδο, καθώς πέραν της εκ του μακρόθεν συναναστροφής περιλαμβάνει και το δέον της αγοράς των απαραίτητων αγαθών.

Ψωνίζουμε σαν να μην υπάρχει αύριο. Ψωνίζουμε ακατάπαυστα, ό,τι βρεθεί μπροστά μας. Μια ασυνάρτητη βουλιμία να δοκιμάσουμε τα πάντα συνέχει το βαθύτατο είναι μας. Ποιος τα γεμίζει όλα αυτά τα ράφια; Ποιος τα ξαναγεμίζει συνεχώς όλη την ημέρα; Ποιος εργάζεται για εμάς τις Κυριακές; Ποιος φοράει τη μάσκα του τόσες ώρες, εκτεθειμένος στα δικά μας φτερνίσματα και βηξίματα; Ο ανώνυμος υπάλληλος του σούπερ μάρκετ. Ίσως να μην το σκεφτόμαστε δεύτερη φορά, ίσως να το θεωρούμε δεδομένο, αυτή είναι η δουλειά του άλλωστε.

Ντελιβεράδες, φαρμακοποιοί και άλλοι εργαζόμενοι συνεχίζουν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους ως συνοριοφύλακες της κοινωνίας.

Διαβάζω σε ένα πρόσφατο ρεπορτάζ της Καθημερινής για την καθημερινότητα των υπαλλήλων αυτές τις ημέρες. Λέει ένας εξ αυτών πως υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που έρχονται δύο και τρεις φορές στο σούπερ μάρκετ μέσα στην ημέρα κι άλλοι πηγαίνουν για να ψωνίσουν όχι είδη πρώτης ανάγκης, αλλά πράγματα που δεν τα χρειάζονται κατ’ ουσίαν. Άλλοι υπάλληλοι πιστοποιούν πως αυτές τις ημέρες αγοράσαμε τόσα πολλά είδη λες και θα κάναμε ρεβεγιόν Χριστουγέννων κάθε μέρα. Δεν έχει νόημα όλο αυτό. Ακόμη και η μαζική παράκρουση, κάποια στιγμή, ξεπερνάει τα όρια του ανεκτού.

Αυτή τη στιγμή, εκεί έξω υπάρχουν κι άλλοι υπάλληλοι που συνεχίζουν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους κόντρα στο αντίθετο ρεύμα του καιρού. Ντελιβεράδες, φαρμακοποιοί και άλλοι είναι οι συνοριοφύλακες μιας κοινωνίας που κατοικεί αυτή τη στιγμή σε αφύλακτη διάβαση ή πάνω στις ράγες ενός τρένου με το φόβο ότι ο συρμός θα έρθει με απίστευτη ταχύτητα κατά πάνω της και η σύγκρουση θα είναι μοιραία.

Πάντως, το γεγονός ότι η κίνηση στα σούπερ μάρκετ την προηγούμενη Κυριακή ήταν άκρως περιορισμένη δείχνει πως η μεγάλη μερίδα των πολιτών διαθέτει το απαραίτητο έρμα της κοινωνικής συνείδησης για να πει «όχι» σε κάτι τόσο προφανές. Εντέλει, δεν είμαστε μόνο ένας αστερισμός νευρώνων που έχει ολότελα εκτροχιαστεί. Κάπως έτσι, το αρμόδιο υπουργείο αποφάσισε να πάρει πίσω το αστόχαστο μέτρο της λειτουργίας των σούπερ μάρκετ τις Κυριακές. Κι όμως, υπάρχει ακόμη ελπίδα.

Αρκεί, φυσικά, να θυμηθούμε αυτό το έσχατο μάθημα κοινωνικής συνείδησης και τις ημέρες που θα έχει περάσει η λαίλαπα του ιού και θα έχουμε εισέλθει ξανά στην αδιαπέραστη κατάσταση της ήρεμης πραγματικότητας. Τότε είναι που θα πρέπει να έχουμε κατά νου ότι ο υπάλληλος του σούπερ μάρκετ δεν είναι ένας άνθρωπος που τον θεωρούμε δεδομένο. Ας κάνουμε από τώρα ένα καλό ξεκίνημα: ένα χαμόγελο, ως μικρή ευχαριστήρια κίνηση, δεν έβλαψε κανέναν.

 

Διαβάστε ακόμα: Γιατί ο κορονοϊός δεν αγαπάει τη δημοκρατία.

 

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top