Το «Άξιον Εστί» είναι ένα έργο κατεξοχήν μαζικό, με την καλύτερη έννοια του όρου. Είναι ο ορισμός του μεγάλου έργου, του λαϊκού, αυτού που υπερβαίνει τάξεις κι αντιθέσεις κι έχει αναφορά στα πολύ μεγάλα. (Το εξώφυλλο του δίσκου είναι του Γιάννη Τσαρούχη).

Το «Άξιον Εστί» είναι ένα έργο κατεξοχήν μαζικό, με την καλύτερη έννοια του όρου. Είναι ο ορισμός του μεγάλου έργου, του λαϊκού, αυτού που υπερβαίνει τάξεις κι αντιθέσεις κι έχει αναφορά στα πολύ μεγάλα. (Το εξώφυλλο του δίσκου είναι του Γιάννη Τσαρούχη).

Προχθές, ανάμεσα στις ειδήσεις για τα ταμειακά διαθέσιμα του Δημοσίου, είδα σε κεντρικό δελτίο τετράλεπτο βίντεο που κατέγραφε τις αντιδράσεις για την επικείμενη συναυλία στη Νέα Σμύρνη όπου αναμένεται να τραγουδήσει ο Σάκης Ρουβάς το “Αξιον Εστί”.

Χθες το ίδιο. Τρία λεπτά βίντεο. Με αποσπάσματα από συνέντευξη Τύπου των συντελεστών της συναυλίας και με υπενθύμιση της σχετικής ανακοίνωσης του Μίκη Θεοδωράκη.

Νόμιζα μάλιστα ότι το θέμα ήταν προσωρινά λήξαν, αφού ο ίδιος ο συνθέτης του έργου ξεκαθάρισε πως ακόμα και μια κακή ερμηνεία είναι προτιμότερη από μια απαγόρευση.

Είναι ενδιαφέρον το γιατί ασχολούμαστε τόσο με αυτήν την ιστορία. Παρατηρούσα να σχολιάζουν και να έχουν άποψη γι’ αυτή φίλοι και γνωστοί που ξέρω πως, κατά τ’ άλλα δεν έχουν ιδιαίτερες ευαισθησίες για τον Μίκη και το καλλιτεχνικό του έργο – το οποίο είναι τόσο μεγάλο που μπορεί και πρέπει να είναι αυτόνομο από συμπάθειες ή αντιπάθειες ή και πολιτικές κρίσεις για τον δημιουργό του, παρότι φυσικά σε ένα μεγάλο μέρος του έχει άρρηκτους δεσμούς με τον Θεοδωράκη ως πολιτικό ον.

Υπάρχουν, από την άλλη, οι άνθρωποι που έκριναν καθαρά καλλιτεχνικά. Η αλήθεια είναι ότι ο Σάκης Ρουβάς ως τραγουδιστής δεν έχει δείξει ότι μπορεί να «σηκώσει» ερμηνευτικά αυτά τα τραγούδια – δεν έχει νόημα να κολλάς στο ίματζ, γιατί και για την Άννα Βίσση θα ξεσηκώνονταν κάποιοι, κι ας είχε τραγουδήσει στα νιάτα της Μίκη σε πρώτη εκτέλεση. Αλλά αυτό, το αν θα αποδώσει, μένει να το αποδείξει η πραγματικότητα, όποτε δεν εχει νόημα να επεκταθεί κάποιος.

Άκουσα τον ίδιο να λέει, με το πολύ συμπαθητικό και ευγενές και ήσυχο ύφος που έχει στο δημόσιο λόγο του, πως οι καλλιτέχνες έχουν δαιμόνιο και θέλουν να βλέπουν ψηλά και πως «έργα όπως το “Άξιον Εστί” μας ορίζουν». Αυτή η τελευταία φράση ήταν που άρχισε να μου βάζει όλο το πράγμα σε ένα πλαίσιο.

Η αλήθεια είναι ότι ο Ρουβάς δεν έχει δείξει ότι μπορεί να «σηκώσει» ερμηνευτικά αυτά τα τραγούδια. Αλλά το αν θα αποδώσει, μένει να το αποδείξει η πραγματικότητα.

Το «Άξιον Εστί» είναι ένα έργο κατεξοχήν μαζικό, προσέξτε, με την καλύτερη έννοια του όρου! Τραγούδια του έχουν τραγουδηθεί από όλους, πάω δε στοίχημα το δεξί μου χέρι ότι, αν κάνετε ένα γκάλοπ στο δρόμο, οι περισσότεροι ξέρουν να σας απαγγείλουν έστω μια στροφή του «Της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ» ή του «Ένα το χελιδόνι» κι οι μισοί εξ αυτών δεν θα θυμούνται ότι τα λόγια αυτά τα έγραψε ο Ελύτης ή πώς λέγεται το έργο στο οποίο εντάσσονται.

Έχει παιχτεί σε μαζικές εκδηλώσεις, σε κομματικές φιέστες (χωρίς τόσες διαμαρτυρίες), τα τραγουδάνε τα παιδιά στις σχολικές γιορτές για την επέτειο του Πολυτεχνείου. Είναι ο ορισμός του μεγάλου έργου, του λαϊκού, αυτού που υπερβαίνει τάξεις κι αντιθέσεις κι έχει αναφορά στα πολύ μεγάλα, στην πατρίδα ως φυσικό τόπο κι ως έννοια, στη δικαιοσύνη, στις μνήμες και στις ιστορίες των προγόνων.

«Σ’ αυτόν τον κόσμο τον μικρό, τον μέγα» που λέει «Η Γένεσις», που έχει μέσα του εικόνες από θάλασσα και ράχες δελφινιών, που περιμέναμε παιδάκια στο κατάστρωμα του πλοίου μπας και τα πετύχουμε, και τζιτζίκια και όλες αυτές τις εικόνες και τους ήχους που τους τραγούδησε ο Δημήτριεφ και τους ξέρουμε όλοι και είναι απ’ αυτά τα, όχι πολλά, που μας ενώνουν όλους, ακόμα κι αυτούς που δεν συγκινούνται από τις πολιτικές αλλαγές της εποχής που τα καθιέρωσε.

Κι επειδή η σύγκριση των στίχων του Ρουβά και του Μίκη είναι η πλέον αστεία δραστηριότητα των σχολιαστών αυτές τις μέρες, σας ζήτω συγγνώμη, αλλά αυτά τα ποπ τραγούδια δεν προσποιήθηκαν ποτέ ότι αναφέρονται σε πανανθρώπινες αξίες πιο πάνω από την απλή κι αμόλυντη καψούρα, αξία που τραγουδιέται σε όλη την ιστορία του ανθρώπου, εκτός αν έχουμε κανένα πόλεμο ανάμεσα σε όσους την καψούρα τους την τραγουδάνε με το «Σ’ έχω ερωτευτεί» κι αυτούς που βρίσκουν μεγαλύτερο βάθος στο «Το κομμένο ντεπόν κυνηγώ στο σεντόνι». Δεν είναι κακό, δεν είναι καν ανταγωνιστικό διάολε. Είναι άλλο.

Οπότε, ξέρετε κάτι; Αφήστε και τον Ρουβά να θέλει ένα κομματάκι από αυτό που είναι όλων, σε μια συναυλία θα είναι εξάλλου, δεν θα ασελγήσει κανείς σε ρεμίξ και κακοπακεταρισμενα cd που μοιράζονται με κυριακάτικες εφημερίδες τυλιγμένα σε πλαστικό και τις κουνάς στο περίπτερο, για να δεις τι τίτλο έχει στο πρωτοσέλιδο. Ας δοκιμάσει κι ας αποτύχει με κρότο. Αφού καταλαβαίνει ότι κοιτάει ψηλά, τη θέα αυτών των μικρών και των μεγάλων που μας ορίζουν, έχει ορίσει ήδη ο ίδιος τη δυσκολία και τη θέση του. Κι αυτό δεν είναι λίγο πράγμα, να ξέρεις που στέκεσαι και να εκτίθεσαι στη δημόσια κριτική και την πιθανότητα της αποτυχίας.

 

Διαβάστε ακόμα: Ο Καζαντζίδης, η μιζέρια μας κι οι μυθολογίες μας.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top