Μετά την αναπάντεχη σύλληψη βουλευτών και μελών της Χρυσής Αυγής, όλοι ασχολούνται μόνο με αυτό το θέμα. Ως συνήθως οι διαφωνίες είναι πολλές για το αν πράγματι η Χρυσή Αυγή είναι εγκληματική οργάνωση, για τη νομιμότητα ή μη των συλλήψεων αλλά ακόμη και για την ουσία τους. Ειδικά για το τελευταίο, ο κόσμος για άλλη μια φορά έχει χωριστεί σε δύο στρατόπεδα:
Από τη μια έχουμε τους ενθουσιασμένους με τη σύλληψη των χρυσαυγιτών, που πανηγυρίζουν ότι «η δημοκρατία νίκησε» και εξάρουν την αποφασιστικότητα της Κυβέρνησης, ξεχνώντας πόσο πολύ ανέχτηκε (για να μην πω διευκόλυνε με τις πράξεις και παραλείψεις της) τη δράση των χρυσαυγιτών μέχρι και τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα.
Στο άλλο στρατόπεδο είναι αυτοί που απαξιώνουν τις συλλήψεις, θεωρώντας ότι η Χρυσή Αυγή είναι ένα τεχνητό κατασκεύασμα του συστήματος, το οποίο δημιουργήθηκε με συγκεκριμένη ημερομηνία λήξεως. Τώρα, αφού εξετέλεσε την αποστολή του, διαλύεται με πάταγο από το ίδιο το σύστημα-δημιουργό του, με σκοπό τον αντιπερισπασμό μας από τα μνημόνια. Κάποιοι από τους υποστηρικτές αυτής της θεωρίας πάνε και ένα βήμα παρακάτω, πιστεύοντας ότι η δολοφονία του Παύλου Φύσσα ήταν στημένη και έτσι, άθελά τους φαντάζομαι, σχεδόν ταυτίζονται με τους οπαδούς της Χρυσής Αυγής που μιλούν για προβοκάτσια ή με κάτι ΜΜΕ, πρώην θαυμαστές του Μιχαλολιάκου, που πλέον όμως υποστηρίζουν ότι τελικά ο «πρινς φύρερ» και η παρέα του είναι εβραιομασώνοι…
Και τα δύο προαναφερόμενα στρατόπεδα θεωρούν, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, ότι η ιστορία της Χρυσής Αυγής έληξε και η κύρια έγνοιά τους δείχνει να είναι το πώς και πού θα μοιραστεί το 12%-15% των ψηφοφόρων, που μέχρι και πριν τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα δήλωνε ότι θα ψηφίσει τη Χρυσή Αυγή. Με το τι πρεσβεύει όμως αυτό το ποσοστό θα ασχοληθεί κανείς; Μας ενδιαφέρει καθόλου ότι αυτό το 12%-15% ασπάζεται τις ιδέες της Χρυσής Αυγής; (ποσοστό μάλιστα που αυξάνεται αν υπολογίσουμε και αρκετούς Έλληνες, οι οποίοι αν και ακόμη δεν έχουν δικαίωμα ψήφου, είχαν υποστεί πλύση εγκεφάλου από χρυσαυγίτες ακόμη και μέσα σε σχολεία). Διότι, ακόμη και σε περίπτωση που σε μερικές μέρες από τώρα πάψει τυπικά να υπάρχει η Χρυσή Αυγή, οι ιδέες της θα παραμείνουν.
Βέβαια, υπάρχει και η ανάλυση ότι η δύναμη της Χρυσής Αυγής και άρα και η απήχηση των ιδεών της είναι πλασματική και στην πραγματικότητα πολύ μικρότερη. Ότι δηλαδή αυξήθηκε εκλογικά και κατόπιν δημοσκοπικά, λόγω θυμού και άγνοιας ‒τα γνωστά περί «ψήφου διαμαρτυρίας», «αντίδρασης στο μνημόνιο και την κρίση» και «νοικοκυραίων που δεν γνώριζαν τι αληθινά πρεσβεύει η Χρυσή Αυγή». Η παραπάνω ανάλυση περισσότερο μοιάζει με δικαιολογία, για να μην θίξουμε τους εαυτούς μας και δούμε κατάματα την αλήθεια. Καταρχήν πολλές άλλες χώρες βίωσαν ή βιώνουν οικονομική κρίση, αλλά δεν ξεφύτρωσαν παντού Χρυσές Αυγές. Επίσης, αυτό το «δεν ήξερα τι είναι η Χρυσή Αυγή» θυμίζει την ατάκα του Χριστόδουλου, που «διάβαζε» κι έτσι δεν ήξερε τι έκανε η χούντα.
Όλοι γνωρίζαμε από τη δεκαετία του ’80 τι είναι η Χρυσή Αυγή, ενώ στη δεκαετία του ’90 τη μάθαμε ακόμη καλύτερα μέσα από τις τότε εκπομπές του Πρετεντέρη και του Τριανταφυλλόπουλου, οι οποίοι προφανώς για τον τζερτζελέ που ανεβάζει θεαματικότητες, έδωσαν απλόχερα βήμα στον Μιχαλολιάκο. (Αξίζει να αναζητήσετε στο youtube τα σχετικά βίντεο, με τον Μιχαλολιάκο στη μια εκπομπή να καθυβρίζει, μαζί με τον φίλο του Πλεύρη, τον Πάγκαλο, και στην άλλη να πετάει ποτήρια στον σκηνοθέτη Κολλάτο).
Συνεπώς, με τον έναν ή άλλο τρόπο όλοι ξέραμε και είναι καιρός να κοιταχτούμε στον καθρέφτη και να παραδεχτούμε κάποια πράγματα ώστε να τα αντιμετωπίσουμε. Ας πάρουμε για παράδειγμα το θέμα του ρατσισμού. Η φράση «ο Έλληνας δεν είναι ρατσιστής», που χρόνια ακούμε από επίσημα και ανεπίσημα χείλη, ηχεί σαν κακόγουστο αστείο. Πόσοι Έλληνες δεν επικρότησαν, ή έστω δεν αδιαφόρησαν, για τη δράση της Χρυσής Αυγής όσο αυτή περιοριζόταν ενάντια στους ξένους; Πόσοι Έλληνες ένιωσαν ντροπή που ο πρωθυπουργός της χώρας πάγωσε το νομοσχέδιο της ιθαγένειας, αφήνοντας ξεκρέμαστα κάποια χιλιάδες παιδιά που δεν γεννήθηκαν μεν Έλληνες, αλλά γεννήθηκαν και πήγαν εδώ σχολείο και, παρόλες τις απίστευτες δυσκολίες που αντιμετωπίζουν, κατάφεραν να αγαπήσουν την Ελλάδα ‒τη μοναδική πατρίδα που γνώρισαν‒, να ενταχθούν και να νιώσουν Έλληνες; Πόσοι ένιωσαν ακόμη μεγαλύτερη ντροπή για τον τρόπο με τον οποίο ο ίδιος πρωθυπουργός θέλησε να εκμεταλλευτεί την επιτυχία του Αντετοκούνμπο; Πόσοι Έλληνες ενδιαφέρονται και νιώθουν ντροπή, που στη χώρα τους, το 2013 και παρά την οικονομική κρίση, καμία κατασκευαστική εταιρεία δεν αναλαμβάνει το έργο ανέγερσης τεμένους στον Βοτανικό υπό το φόβο «χριστιανικών αντιδράσεων»; Και, τελικά, πόσοι Έλληνες συμφωνούν να χτιστεί το τέμενος; Πόσοι Έλληνες διαμαρτυρήθηκαν και απαίτησαν από την Κυβέρνησή τους «να πάρει τα κεφάλια» όσων αστυνομικών επανειλημμένα έχουν επιφυλάξει απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση σε αιτούντες άσυλο και μετανάστες; Πόσοι ζήτησαν την αποπομπή όσων στρατιωτικών εκπαιδεύουν νεοσύλλεκτους με το σύνθημα «Τους λένε Σκοπιανούς, τους λένε Αλβανούς, τα ρούχα τους θα ράψουμε με δέρματα από αυτούς»; Πόσοι Έλληνες δεν χλεύασαν, ή έστω δεν θεώρησαν περιττή, τη σύνταξη αντιρατσιστικού νομοσχεδίου; («Αυτό μας μάρανε τώρα;» δήλωναν, με πρώτο και καλύτερο το κυβερνών κόμμα, το οποίο βέβαια τώρα ‒προφανώς λόγω Ευρωπαϊκών πιέσεων» άλλαξε γνώμη…)
Και ακόμη-ακόμη πόσοι Έλληνες, ανάμεσά τους και κάποιοι αυτοπροσδιοριζόμενοι ως αριστεροί ή προοδευτικοί, δεν θεωρούν γενικά και αόριστα ότι οι ξένοι μάς κατατρέχουν και μας επέβαλαν κρίσεις και μνημόνια; (θυμηθείτε τον «κουτσό Σόιμπλε» και την «καριόλα Μέρκελ»…). Και μαζί τους, φυσικά, και τα πάντοτε αξιόπιστα ΜΜΕ μας, που, εκτός από το να βρίζουν τον «κουτσό», τώρα ξαφνικά φρίττουν και καταγγέλουν το «κτήνος» (δηλαδή τη Χρυσή Αυγή). Όμως, μέχρι πριν από ελάχιστο καιρό θεωρούσαν κτήνη ανεξαιρέτως όλους τους μετανάστες και πρωτοστατούσαν στον ρατσιστικό λόγο, θεωρώντας δευτερεύουσας σημασίας τις επιθέσεις εναντίων των τελευταίων. Ενδεικτικό αυτής της αντιμετώπισης είναι το γεγονός ότι, ακόμη και σήμερα, ακόμη και τα προοδευτικά λεγόμενα ΜΜΕ, όταν αναφέρονται στην άγρια δολοφονία του Πακιστανού στα Πετράλωνα (που προηγήθηκε αυτής του Φύσσα), κάνουν λόγο γενικά και αόριστα για τον «άτυχο Πακιστανό μετανάστη», χωρίς να αναφέρουν ποτέ το όνομά του (ευτυχώς τουλάχιστον σε αυτή την περίπτωση δεν χρησιμοποίησαν το απαξιωτικό «λαθρομετανάστης»).
Όλες οι παραπάνω νοοτροπίες λοιπόν δεν πρόκειται να εξαφανιστούν με τον αφανισμό της Χρυσής Αυγής, καθώς πέρα από το γεμάτο παρωπίδες ελληνοκεντρικό εκπαιδευτικό σύστημα που διαθέτουμε, μεγαλώσαμε και τώρα μεγαλώνουμε κι εμείς τα παιδιά μας με τον μύθο του μεγαλείου της φυλής, ανακατεύοντας μαζί και διάφορες θεωρίες συνωμοσίας. Προφανώς, είναι πολύ διαφορετικό να είναι κανείς υπερήφανος για την ελληνική καταγωγή του (και καλά κάνει αν θέλει να είναι) από το να πιστεύει ότι είναι το κέντρο του κόσμου, καλύτερος από οποιονδήποτε άλλο και ότι όλοι τον επιβουλεύονται από την αρχή του κόσμου μέχρι και σήμερα.
Είναι λοιπόν και θέμα παιδείας να μπορέσουμε να δούμε τον άλλον, τον διαφορετικό, τον ξένο με σεβασμό. Ειδικά για τους μετανάστες, πριν αναφωνήσουμε ότι είναι πάρα πολλοί και θα βουλιάξουμε, ας σκεφτούμε ποιοι λόγοι τους οδήγησαν να έρθουν στη χώρα μας. Ναι, είναι πολλοί σε αριθμό, αλλά αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει. Όσο υπάρχει πείνα, δυστυχία, καταπίεση και πόλεμος οι άνθρωποι θα εξακολουθούν να μεταναστεύουν. Αυτός είναι ο λόγος κι όχι επειδή υπάρχει κάποιο σχέδιο σκοτεινών δυνάμεων που θέλουν να εξισλαμίσουν την πατρίδα μας. Τώρα, για το γεγονός ότι εδώ και χρόνια, ενώ τα μεταναστευτικά κύματα εξακολουθούν να σκάνε στην Ελλάδα, η χώρα μας εξακολουθεί να μην έχει κανένα μα κανένα μεταναστευτικό σχέδιο, ούτε φυσικά κάποια πολιτική ένταξης αυτών των ανθρώπων, δεν φταίει ο «υπερράριθμος» μετανάστης αλλά το ίδιο μας το κράτος.
Αν λοιπόν, ανεξαρτήτως του πού θα καταλήξει εκλογικά το 12%-15% των υποστηρικτών της Χρυσής Αυγής και των ιδεών της, μας ενδιαφέρει να μην αυξηθεί, ας μάθουμε να σεβόμαστε το διαφορετικό και το ξένο, και ας μάθουμε τόσο στους εαυτούς μας όσο και στα παιδιά μας ότι, όπως ο Παύλος Φύσσας, έτσι και ο Πακιστανός των Πετραλώνων είχε όνομα! Τον έλεγαν Shahtzat Loqman και έκανε κι αυτός όνειρα για μια καλύτερη ζωή…