Στα δύσκολα οφείλεις να απαντάς με ένα «μαζί» (φωτογραφία: Khalil Hamra / Associated Press).

Το γνωστό και πάντοτε επαληθευμένο από τη ζωή: ο φίλος τον φίλο στα δύσκολα πρέπει να τον βρίσκει. Τι γίνεται, όμως, με τον κατά συνθήκη «εχθρό» που μένει σ’ αυτή την άβολη θέση εσαεί, ακόμη κι αν οι συνθήκες είναι θεωρητικά ώριμες για ειρήνη διαρκείας;

Ο καταστροφικός σεισμός στην όμορη Τουρκία έκανε την επιθετική πολιτική του Ταγίπ Ερντογάν και τις πομφόλυγές του περί γαλάζιας πατρίδας, σκόνη και θρύψαλα. Φευ, κυριολεκτικώς. Αυτό που δεν έχει καταφέρει ως τώρα η διπλωματία (μυστική και φανερή) και οι αυστηρές επισημάνσεις από την Ε.Ε. και τις ΗΠΑ, το πέτυχε ο εγκέλαδος. Να φέρει την Τουρκία κοντά μας. Πολύ κοντά μας.

Η παροχή βοήθειας από τη μεριά της Ελλάδας προς τους πληγέντες ήταν εκ των ων ουκ άνευ. Επ΄αυτού δεν χωρούν δεύτερες σκέψεις ούτε εθνικιστικές ρητορείες που στην ουσία ως έθνος δεν μας ταιριάζουν και δεν τις έχουμε ανάγκη.

Το να προσφέρεις βοήθεια στον γείτονά σου, ακόμη κι αν αυτός σε έχει πληγώσει πολλάκις, δεν σημαίνει ότι διαγράφεις τις μαύρες σελίδες.

Είναι εύκολο να παρακάμψει κανείς και τον δήθεν εθνικά… αψίκορο Βελόπουλο (σιγά τα αίματα…) που έκανε ένα απερίγραπτο γκάλοπ για το αν πρέπει ή δεν πρέπει να βοηθήσουμε τους Τούρκους. Είναι μια ελάχιστη, γραφική παρωνυχίδα στο ανοιχτό χέρι βοηθείας που έτεινε η χώρα μας.

Αυτή την προσφορά δεν χρειάζεται να την εξαργυρώσουμε σε κάτι. Δεν χρειάζεται καν να προσδοκούμε πως ο Ερντογάν θα την θυμάται έπειτα από λίγο καιρό, τότε που τα δεινά του φονικού σεισμού θα έχουν σκεπαστεί από την καθημερινότητα.

Αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να αφήσουμε να «δουλέψει» η επίθεση φιλίας μας στον απλό πολίτη της Τουρκίας. Σε εκείνον που ούτε γιαταγάνια θέλει να ζωστεί ούτε ονειρεύεται να πατήσει το πόδι του στην Ακρόπολη μέρα μεσημέρι. Τείνουμε να πιστεύουμε πως οι σημερινοί Τούρκοι ανήκουν όλοι στους Γκρίζους Λύκους και απεργάζονται σχέδια εξόντωσης της Ελλάδας. Δεν ισχύει.

Φυσικά και υπάρχει πάντα κίνδυνος και μάλιστα εδραίος από την παρουσία ενός σκληρού πυρήνα στο βαθυκράτος του Ερντογάν, αλλά για να προκαλέσει πολεμική σύρραξη χρειάζονται και οι λαϊκές δυνάμεις. Αυτές, ο Ερντογάν δεν τις έχει και το ξέρει.

Μακάρι τώρα ο Ερντογάν να βάλει -έστω λίγο- μυαλό (φωτογραφία: Aden Altan/AFP).

Η ιστορία ανάμεσα στους δύο λαούς είναι καταγεγραμμένη και απαραχάρακτη. Έχουν συμβεί θηριωδίες, διωγμοί και σφαγές εις βάρος ελληνικών πληθυσμών από τη μεριά των Τούρκων, κατ’ εξακολούθηση. Το να προσφέρεις βοήθεια στον γείτονά σου, ακόμη κι αν αυτός σε έχει πληγώσει πολλάκις, δεν σημαίνει ότι διαγράφεις τις μαύρες σελίδες ούτε σκορπάς στα πέντε σημεία του ανέμου την ιστορική μνήμη.

Δεν χρειάζεται παρά κοινή λογική για να καταλήξεις στο συμπέρασμα πως όσο βαρύς και αν είναι ο ίσκιος της ιστορίας, η ζωή (πρέπει να) συνεχίζεται και οι λαοί μεταξύ τους να μην ανταλλάσσουν πολεμικές ιαχές και να μην προετοιμάζονται για γενικευμένο πόλεμο. Ποιος θα τον ήθελε πραγματικά; Και στις σημερινές συνθήκες τι άλλο θα του πρόσφερε εκτός από πόνο και χιλιάδες νεκρούς;

Σε όλα τα ζητήματα που έχουν ανακύψει τα τελευταία χρόνια, οι εκάστοτε κυβερνήσεις μας επέδειξαν θαυμαστή ψυχραιμία κι αυτό οφείλουμε να τους το πιστώσουμε.

Προφανώς και δεν είναι δική μας δουλειά να κρίνουμε γιατί ο λαός της Τουρκίας αποφάσισε πως του αξίζει ένας τύπος βαρέως άρχοντα όπως ο Ερντογάν. Τα πράγματα δεν είναι ποτέ μονοσήμαντα, επομένως πριν κατηγορήσουμε τον τουρκικό λαό για μονομανία ισχύος (έτσι ώστε να ψάχνει πάντα έναν νέο Κεμάλ), θα πρέπει να αναλογιστούμε τις ιδιαίτερες συνθήκες που «ανθούν» σ’ αυτή τη χώρα εδώ και αιώνες και την αφήνουν ουσιαστικά εκτός Ευρώπης.

Αυτό που πρέπει να μας απασχολεί και να το διατηρούμε ως κόρη οφθαλμού είναι η πολιτική της καλής γειτονίας, η μετριοπάθεια και η αποφυγή άσκοπων εντάσεων που δεν θέλουν πολύ να ανάψουν τη σπίθα. Αντικειμενικά μιλώντας (όσο είναι αυτό εύκολο) η Ελλάδα είναι και σήμερα αμυνόμενη έναντι της Τουρκίας. Στο προσφυγικό, στις γεωτρήσεις, στον επεκτατισμό. Σε όλα τα ζητήματα που έχουν ανακύψει τα τελευταία χρόνια, οι εκάστοτε κυβερνήσεις μας επέδειξαν θαυμαστή ψυχραιμία κι αυτό οφείλουμε να τους το πιστώσουμε. Το τελευταίο πράγμα που θα θέλαμε είναι έναν έλληνα πρωθυπουργό να επιδιώκει να παίξει μπάλα στο ολισθηρό γήπεδο του Ερντογάν.

Μακάρι να μην έρθει ξανά τέτοια δυσάρεστη ευκαιρία όπως συνέβη τώρα με τον σεισμό, αλλά είναι βέβαιο πως η χώρα μας θα σταθεί πάλι αρωγός δίχως να ζητάει ανταπόδοση. Το γεγονός ότι μέσω των social media τούρκοι χρήστες στέλνουν την αγάπη τους προς τη χώρα μας και ταυτόχρονα αναθεματίζουν τις μουσουλμανικές χώρες (δήθεν φίλες) που τσιγκουνεύονται τη βοήθειά τους, δείχνει πως τα δύσκολα και η διαχείρισή τους είναι το ισχυρότερο «όπλο» για την ειρήνη.

Δεν είναι οπισθοχώρηση όταν στο σίδερο του τούρκου προέδρου απαντούμε με φιλία και πράξεις που επιδιώκουν να ενώσουν παρά να χωρίσουν. Οσο για τους πολεμόχαρους εθνικιστικές που υπάρχουν και στα δικά μας μέρη, δεν χρειάζονται πολλές νουθεσίες. Η Αγιά Σοφιά δεν είναι το χρυσόμαλλον δέρας του σύγχρονου ελληνισμού. Δεν ζούμε και δεν αναπνέουμε για να την πάρουμε πίσω. Είναι καταγεγραμμένη στο DNA μας και δεν μπορεί να την σπιλώσει κανένας Ερντογάν. Εμείς, το έργο μας: κάνε το καλό και ρίξε το στον γιαλό. Θα βρει στεριά.

 

Διαβάστε ακόμα: Η τέχνη του να μην κάνεις τίποτα.

 

 

x Ακολουθήστε το Andro στο Facebook

Button to top